Ας με συγχωρέσουν οι αναγνώστες, αλλά μόνο έτσι περιγράφεται αυτό που βιώνουμε σήμερα στην Ευρώπη. Με αφορμή το μεταναστευτικό, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δείχνουν αδύναμες να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς συμβαίνει και γιατί. Προτιμούν να κινούνται στα άκρα είτε στρουθοκαμηλίζοντας είτε αναλαμβάνοντας το ρόλο του καταφυγίου των απανταχού κατατρεγμένων.
Όπως σχεδόν πάντα, η αλήθεια είναι κάπου στη μέση και η αλήθεια καθίσταται φανερή όταν ο ηγέτης είναι ορθολογικός και πράττει ορθολογικά.
Ωστόσο, γιατί απουσιάζει ο ορθολογισμός σήμερα στα περίφημα «party politics» της ΕΕ; Γιατί ζούμε στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης και του θριάμβου της επικοινωνίας, όπου ο ηγέτης δεν είναι αναγκαίο να είναι επαρκής, αλλά αρκεί να φαίνεται τέτοιος. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που –και στη χώρα μας– ως πλέον επιτυχημένοι υπουργοί θεωρούνται όσοι αποφεύγουν να αναλάβουν πρωτοβουλίες επίλυσης προβλημάτων. Ας μετρήσουμε σε βάθος χρόνου τις θετικές –όπως αποδείχθηκαν– μεταρρυθμίσεις κάποιων λεγόμενων «ευπατρίδων πολιτικών» σε αντιπαραβολή με εκείνες ορισμένων «προδοτών-μασόνων-Εβραίων» και θα αντιληφθούμε του λόγου το αληθές: αποθέωση της αδράνειας και συμπόρευση με το θυμικό του κόσμου. Η συνταγή αυτή σχεδόν πάντα εξασφαλίζει και έναν μετά θάνατον ανδριάντα.
Με βάση το θυμικό, λοιπόν, παρατηρούμε σήμερα Ευρωπαίους πολιτικούς να λένε ότι πρέπει να ανοίξουμε τα σύνορα διάπλατα στους πάντες και να καταλύσουμε τα εθνικά κράτη. Παρατηρούμε επίσης και κάποιους άλλους, οι οποίοι προτείνουν αμέσως ή εμμέσως να πνίγουμε γυναικόπαιδα στη Μεσόγειο. Ηγέτες και από τις δύο ομάδες προχωρούν συχνά σε ημίμετρα –τύπου frontex και χρηματοδότησης ΜΚΟ– προκειμένου να πουν στους ψηφοφόρους τους ότι κάνουν κάτι.
Στην ουσία, εντούτοις, αποφεύγουν να δουν την αλήθεια κατάματα και να αναγνωρίσουν τις ευθύνες τους:
- Για τον «Αραβικό Χειμώνα», που ονομάστηκε «Αραβική Άνοιξη»,
- Για το συνεχιζόμενο χάος στη Συρία,
- Για την έλλειψη συν-ευθύνης μεταξύ των κρατών-μελών,
- Για την άρνηση λήψης αναπτυξιακών πρωτοβουλιών στη Βόρεια Αφρική και στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή,
- Για την υποκριτική αντιμετώπιση «υπεύθυνων ανεύθυνων», όπως οι χώρες του Κόλπου ή η Τουρκία,
- Και, κυρίως, για την αδυναμία ή άρνηση ενεργού εμπλοκής στις περιοχές που αποτελούν την πηγή του προβλήματος.
Ως πότε οι μεγάλες και τρανές Ευρωπαϊκές Δυνάμεις θα είναι παρατηρητές του αδίστακτου τρόπου με τον οποίο ενεργούν παρακρατικές ομάδες της Λιβύης, του Τσαντ, του Νίγηρα, της Αλγερίας, και φυσικά της αγαπημένης εξ Ανατολών φίλης μας; Κάποτε οι επεμβάσεις ήταν μέρος της ημερήσιας διάταξης για απίθανες αφορμές. Τώρα που κράτη-παρίες εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο, οι πολιτισμένες χώρες της Δύσης τι κάνουν; Και αν στην περίπτωση της Τουρκίας μια δυναμική διαχείριση εύλογα θα συνίστατο σε οικονομικές κυρώσεις ή διπλωματικές πιέσεις, στις περιπτώσεις διαλυμένων κρατών –όπως η Λιβύη– η λύση ποια μπορεί να είναι;
Οι σκληρές αποφάσεις αφορούν τόσο το επίπεδο της καταστολής όσο και εκείνο της πρόληψης, μιας και βασικός λόγος διωγμού αυτών των ανθρώπων από τις εστίες τους είναι η δράση εξτρεμιστικών τρομοκρατικών ομάδων.
Πρόσφατα οι Financial Times έγραψαν ότι: «Ένας αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων ψηφοφόρων θέλει να περιορίσει αισθητά την άφιξη των προσφύγων στις χώρες τους, πράγμα που θα απαιτούσε το κλείσιμο των συνόρων. Υπάρχει, όμως, ένας λόγος που έφερε την Ευρώπη σε αυτή την κατάσταση. Το ερώτημα που προκύπτει από το ζήτημα των συνόρων είναι εάν η Ευρώπη μπορεί να κινηθεί πραγματικά πέρα από τις παραδοσιακές έννοιες του εθνικού κράτους».
Εγώ θα έλεγα ότι το ζήτημα είναι εάν η Ευρώπη καταφέρει να δώσει λύσεις εναρμονισμένα ως μία δομή αποτελούμενη από εθνικά κράτη. Ο Παναγιώτης Κονδύλης έλεγε πριν παραπάνω από δύο δεκαετίες ότι: «Δεν θα στενοχωριόμουν καθόλου αν με τη συναίνεση όλων καταλύονταν τα εθνικά σύνορα και οι εθνικοί στρατοί. Όμως είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα η κατάργηση ενός εθνικού κράτους μαζί με όλα τα άλλα και η διάλυση ή ο ακρωτηριασμός του γιατί ένα γειτονικό κράτος είναι ισχυρότερο και επιθετικότερο». Στην περίπτωση του μεταναστευτικού έχουμε μια πρόκληση διαφορετικού χαρακτήρα σε σχέση με τον διακρατικό ανταγωνισμό τον οποίο υπονοεί ο Κονδύλης, αλλά το προκείμενο παραμένει το ίδιο: Το εθνικό κράτος είναι το μόνο που μπορεί να δώσει απαντήσεις, όχι υπό το πρίσμα ενός στείρου σοβινισμού, αλλά παράγοντας στρατηγική καταρχάς επιβίωσης και έπειτα αντιμετώπισης των ανθρωπιστικών κρίσεων που εντέλει αποσταθεροποιούν το ίδιο το διεθνές σύστημα.