Ο Λέμκιν γεννήθηκε στην Πολωνία στις 24 Ιουνίου 1900 και από μικρή ηλικία διακατεχόταν από αίσθημα δικαιοσύνης. Από τα εφηβικά του χρόνια είχε ευαισθητοποιηθεί έχοντας διαβάσει για τις σφαγές του αρμενικού πληθυσμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1915. Είχε ακούσει για την ιστορία του Σογομόν Τεχλιριάν, ο οποίος είχε χάσει την οικογένειά του στη διάρκεια των σφαγών και, το 1921, είχε εκτελέσει με μια σφαίρα στο κεφάλι τον Ταλαάτ Πασά, οργανωτή του αποτρόπαιου αυτού εγκλήματος, σ’ έναν δρόμο του Βερολίνου. Ο Τεχλιριάν συνελήφθη, δικάστηκε, αλλά στη δίκη που ακολούθησε οι Γερμανοί δικαστές τον αθώωσαν.
Ο Λέμκιν έκρινε ότι αν έβρισκε τον σωστό όρο για τις μαζικές σφαγές αθώων, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα συσπείρωναν σ’ ένα κοινό μέτωπο τους λαούς, ώστε να αποτραπούν παρόμοια εγκλήματα στο μέλλον.
Εφόσον δεν υπήρχε η κατάλληλη λέξη για να περιγράψει αυτές τις φρικαλεότητες, θα έπρεπε να την επινοήσει.
Η πρώτη ταινία μιας σειράς ντοκιμαντέρ της αμερικανικής τηλεόρασης με τίτλο Watchers of the Sky εξιστορεί τις προσπάθειες του Λέμκιν να πείσει τους εκπροσώπους των Ηνωμένων Εθνών να υιοθετήσουν τη Σύμβαση της Γενοκτονίας: «Ήταν ένας άνθρωπος που δεν μιλούσε πολύ καλά αγγλικά, δεν εκπροσωπούσε κάποια χώρα, δεν αντιπροσώπευε κάποιο ίδρυμα, δεν είχε καν σπίτι, πολλές φορές ούτε φαγητό, και μάλιστα βρισκόταν κάθε μέρα στα γραφεία των διπλωματικών υπαλλήλων και αντιπροσώπων των πρεσβειών προσπαθώντας να τους πείσει να θεσπίσουν έναν νόμο γι’ αυτό το έγκλημα» αναφέρει ο δημιουργός της τηλεοπτικής σειράς Έντετ Έλζμπεργκ.
Ο Πολωνός νομικός, εβραϊκής καταγωγής, είχε αναρωτηθεί πολλές φορές γιατί η δολοφονία ενός ανθρώπου είναι έγκλημα, ενώ η μαζική εξόντωση αθώων δεν είναι. Έκτοτε, αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του για να συντάξει έναν νόμο ώστε να μην επαναληφθούν παρόμοια εγκλήματα στο μέλλον.
Η ταινία περιγράφει τη ζωή του με βάση σημειώσεις του και αποσπάσματα εφημερίδων, καθώς και ιστορίες από τη Ρουάντα και το Νταρφούρ στο Σουδάν. Περιλαμβάνει επίσης συνεντεύξεις με ανθρώπους που συνεχίζουν τη σταυροφορία τους κατά της γενοκτονίας, όπως η Σαμάνθα Πάουερ (πρέσβειρα των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη) και Λουίς Μορένο Οκάμπο (πρώτος κατήγορος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου). Αρχικά τον αντιμετώπιζαν υποτιμητικά. Ήλπιζαν ότι κάποια στιγμή θα κουραζόταν και θα εγκατέλειπε την προσπάθεια.
Ο Λέμκιν όμως, που είχε χάσει 47 μέλη της οικογένειάς του στο Ολοκαύτωμα, ήταν αποφασισμένος να συνεχίσει και να εντείνει τον αγώνα αφιερώνοντας όλη του τη ζωή για την καθιέρωση του όρου «γενοκτονία».
Μέχρι το 1943 η λέξη αυτή δεν υπήρχε στα παγκόσμια λεξικά. Επινόησε τη λέξη «genocide» ενώνοντας την ελληνική λέξη «γένος» με τη λατινική «cidere» που σημαίνει φόνος. Με τη λήξη του πολέμου, στη δίκη της Νυρεμβέργης προσπάθησε να πείσει τα μέλη του δικαστηρίου να χρησιμοποιήσουν αυτόν τον όρο. Η γενοκτονία δεν ήταν έγκλημα εκείνη την εποχή και δεν μπορούσε να ασκηθεί καμία δίωξη, οπότε απογοητευμένος εγκατέλειψε την προσπάθεια.
Ωστόσο κατάλαβε ότι υπήρχε μια ασυνέπεια, μια αντίφαση. Αν ο Χίτλερ είχε εξολοθρεύσει μόνο τον εβραϊκό πληθυσμό της Γερμανίας, αλλά δεν είχε εισβάλει στην Πολωνία, δεν θα είχε διαπράξει έγκλημα και οι εγκληματίες Ναζί δεν θα ήταν υπόδικοι στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης. Πώς μπορεί ένας αρχηγός κράτους να μη θεωρείται υπεύθυνος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, για εγκλήματα πολέμου; Ήταν οργισμένος. Συνέχισε τις προσπάθειές του στα Ηνωμένα Έθνη μέχρι το θάνατό του, προσπαθώντας να πείσει τους ηγέτες των διαφόρων χωρών να καθιερώσουν τη γενοκτονία ως ένα αξιόποινο διεθνές έγκλημα, πράγμα που τελικά κατάφερε…
Πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 59 ετών, στις 28 Αυγούστου 1959. Στην κηδεία του είναι ζήτημα αν παρευρέθησαν δέκα άνθρωποι.