Η έλευση των Σελτζούκων έφερε τρόμο, εξανδραποδισμό και θάνατο. Μετά τη σταθεροποίηση όμως της νέας εξουσίας και της επιβολής της τάξης, φάνηκε ότι οι Τούρκοι είχαν διάθεση για ειρηνική διακυβέρνηση. Αντίθετα με τους Βυζαντινούς, οι Τούρκοι δεν ενδιαφέρονταν για δογματικά θέματα – κάτι που εξίσωσε τους ελληνορθοδόξους με τους αποκλίνοντες. Το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η καταβολή του κεφαλικού φόρου, ο οποίος ήταν ελαφρύτερος από τη βυζαντινή φορολογία. Η ήπια οικονομική πολιτική και η θρησκευτική ευελιξία βοήθησαν στον προσεταιρισμό μέρους του πληθυσμού και στην ανοχή των υπολοίπων.
Υπονόμευσε δε τη βυζαντινή κυριαρχία, αφού οι χωρικοί συχνά προτιμούσαν τον ελαφρύτερο τουρκικό έλεγχο.
Όπως κάθε χώρα που βρέθηκε υπό το ξίφος και το σκήπτρο του Ισλάμ, έτσι και η Μικρά Ασία άρχισε να εξισλαμίζεται. Αυτό έγινε με διάφορους τρόπους. Διαρκώς τουρκομανικές φυλές έρχονταν από την Ανατολή και εγκαθίσταντο στη γη που παλαιά κατοικούσαν εξολοθρευμένοι ή εκδιωγμένοι χριστιανοί. Ο κυριότερος όμως παράγων ήταν οι προσηλυτισμοί των εντοπίων. Οι προύχοντες αλλαξοπιστούσαν για να κερδίσουν την εύνοια των νέων κυβερνητών, οι δε πτωχοί για να απαλλαγούν από τον κεφαλικό φόρο και να πάψουν να είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Όταν γίνονταν μικτοί γάμοι, τα παιδιά γίνονταν συνήθως μουσουλμάνοι. Συχνά πυκνά, ανάλογα με τον ηγεμόνα, γίνονταν και βίαιοι εξισλαμισμοί, και έτσι πολλοί χριστιανοί υπέκυπταν για να μη χάσουν τη ζωή τους. Έτσι, με την πάροδο των αιώνων, η πλειονότητα του μικρασιατικού πληθυσμού απέβαλε τη χριστιανική πίστη για τη μουσουλμανική.
Οι μουσουλμανικές αδελφότητες και ο σουφισμός
Για τη διαμόρφωση της θρησκευτικής συνείδησης των ανθρώπων ο τρόπος λατρείας έχει πολύ σημαντική θέση, μαζί με τις βασικές αρχές και τα δόγματα της πίστης. Το αν η λατρεία είναι λιτή ή μεγαλοπρεπής, συμμετοχική ή απόμακρη, μυστηριακή ή πραγματιστική, έχει μεγάλη επίδραση στο αν θα ταυτιστεί ο πιστός.
Στο «ορθόδοξο» σουνιτικό Ισλάμ, η λατρεία είναι εξαιρετικά απλή. Δεν υπάρχουν μυστήρια ούτε θεσμοί θεοφόρου ιεροσύνης ή αγιότητας. Οι ακολουθίες στο τέμενος είναι τελετές προσευχής, όπου ο πιστός παθητικά προσκυνά στο άκουσμα του ιμάμη. Ένα τέτοιο περιβάλλον όμως φάνηκε πολύ φτωχό για πολλούς κατοίκους της Μικράς Ασίας, οι οποίοι είχαν συνηθίσει στη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια των χριστιανικών ακολουθιών, τη μελωδία των ψαλμών και τη ζέση του κηρύγματος, ενώ απέδιδαν μεγάλη τιμή στους αγίους, τους υπεράνθρωπα εγκρατείς ασκητές και τους αγγέλους, των οποίων τη μεσιτεία και βοήθεια ζητούσαν σε κάθε δύσκολη στιγμή.
Εκεί είναι που ήλθαν οι αδελφότητες (τουρκιστί tarikat), ομάδες πιστών συσπειρωμένες γύρω από έναν «άγιο» διδάσκαλο (σεΐχης, δερβίσης κ.ά.).
Είχαν τελετές ζωηρές, με μουσική, χορό και τραγούδι. Η θρησκευτική εμπειρία ήταν βιωματική, οι διδάσκαλοι προσιτοί οδηγοί, κομμάτι του λαού. Κάθε αδελφότητα είχε διαφορετική φιλοσοφία και πίστη, όμως στην περίπτωσή μας γενικά αντλούσαν τις βάσεις τους από το σουφισμό. Ο σουφισμός (στα περσικά tasawwuf, η διαδικασία να γίνει κανείς σοφός) ήταν ένα φιλοσοφικό και θρησκευτικό ρεύμα το οποίο πίστευε ότι η απόλυτη αλήθεια του Θεού προσεγγίζεται από όλες τις μεταφυσικές παραδόσεις. Έτσι, επί της ισλαμικής βάσης αναμίχθηκαν ελληνιστικά, χριστιανικά και αρχαία ανατολικά στοιχεία, αντιλήψεις και διδάγματα.
(Φωτ.: Tasawwuf and Soharwardia Foundation)
Στην περίπτωση της Μικράς Ασίας, σε αυτά προστέθηκαν και η αρχαία τουρκική ειδωλολατρία και η κουρδική αγγελολατρεία. Συχνά οι αδελφότητας αυτές δέχονταν σιτικά δόγματα, περί της νομιμότητας του γαμπρού του Μωάμεθ, Αλί, και όχι των σουνιτών χαλιφών στην ηγεσία του Ισλάμ (εξού και οι όροι Αλεβίτες και Αλαουίτες). Τέλος, στους πληθυσμούς οι οποίοι ήταν χριστιανικοί πριν από τον εξισλαμισμό τους, διατηρήθηκε η απόδοση τιμής στους αγίους (Παναγία, Άγιος Γεώργιος κ.ά.), που μέχρι σήμερα έχει εξέχουσα θέση στο λαϊκό Ισλάμ της Τουρκίας. Οι σούφι, υπό την καθοδήγηση ενός διδασκάλου οδηγούνται στην ενδοσκόπηση και στην άσκηση σκοπεύοντας στην αποβολή του εγωισμού, την κάθαρση, και την ένωση με την αλήθεια και τον θείο έρωτα. Εξαιρετικές είναι οι ομοιότητες με τον ορθόδοξο μοναχισμό-ασκητισμό. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά –η αμεσότητα, η δογματική ελαστικότητα και ο συγκρητισμός– έκαναν τις αδελφότητες αγαπητές στις λαϊκές, αγροτικές μάζες της μικρασιατικής υπαίθρου, ιδίως στην Ανατολή.
Οι αδελφότητες βοήθησαν εξαιρετικά στο να επιταχυνθεί ο εξισλαμισμός των χριστιανικών λαών της περιοχής.
Οι αδελφότητες των Μεβλεβήδων και των Μπαμπάδων Δερβίσηδων
Η ύστερη μεσαιωνική Μικρά Ασία έγινε γενέτειρα πολλών σημαντικών αδελφοτήτων – «μοναστικών» ταγμάτων. Κορυφαίος σούφι υπήρξε ο Τζελαλεντίν Ρουμί [φωτ. δεξιά], που έφθασε στο Ικόνιο στις αρχές του 14ου αιώνα από την κεντρική Ασία. Υπήρξε πολυγραφότατος, πολύγλωσσος και ελληνιστής, μέχρι σήμερα δε αναγνωρίζεται από ακαδημαϊκούς και φιλολόγους ως ένας από τους καλύτερους ποιητές του ισλαμικού Μεσαίωνα, ακόμη και όλων των εποχών.
Οι μαθητές του τον αποκαλούσαν mevlana, δάσκαλο. Έτσι, ο κύκλος των μαθητών που εξελίχθηκε σε αδελφότητα ονομάστηκαν Μεβλεβήδες δερβίσηδες, που είναι μέχρι σήμερα ονομαστοί για τον περιστρεφόμενο χορό τους, μέσω του οποίου προσδοκούν να φθάσουν σε έκσταση και δι’ αυτής σε θέωση. Η τελετή αυτή μαρτυρεί επιδράσεις προχριστιανικές και δη αρχαιοελληνικές, διονυσιακών χορών οι οποίοι καταπώς μαρτυρείται μέχρι και τον Μεσαίωνα επιβίωναν στη μικρασιατική ύπαιθρο, προς μεγάλη δυσφορία της Εκκλησίας. Οι Μεβλεβήδες είχαν υψηλή απήχηση στα αστικά στρώματα και τους μορφωμένους.
Ο συνδυασμός της ανθρωπιστικής τους φιλοσοφίας μαζί με τις εξαιρετικές ικανότητες του Ρουμί εξηγούν εύκολα την εξέλιξη αυτή.
Λόγω της ανθρωπιστικής, αντιαυταρχικής και κοινωνικά ευαίσθητης διδασκαλίας τους, οι δερβίσηδες ήταν βασικό στήριγμα του φτωχού και καταπιεσμένου λαού ενάντια στον κατεστημένο σουνιτικό κλήρο (ουλεμάδες) και τους φεουδάρχες. Όπως θα φανεί και στη συνέχεια, καθ’ όλη την τουρκική ιστορία οι αδελφότητες είτε οργάνωσαν είτε υποστήριξαν λαϊκές επαναστάσεις. Μία από τις πρώτες ήταν αυτή του διδασκάλου Μπαμπά Ισαάκ, ο οποίος το 1239/1240 ξεσήκωσε την Καππαδοκία ενάντια στο σουλτανάτο των Σελτζούκων Τούρκων. Οι τουρκομανικές φυλές που τον ακολούθησαν ηττήθηκαν από Φράγκους μισθοφόρους μετά από σκληρό και αιματηρό πόλεμο, όμως η εξάντληση σε πόρους και ανθρώπινο δυναμικό που προξένησαν στους Σελτζούκους συνέβαλε στην ήττα των τελευταίων όταν προσπάθησαν να αποκρούσουν την εισβολή των Μογγόλων (1243). Μετά το 1243 το σουλτανάτο άρχισε να διαλύεται, και οι ανήσυχοι και ετερόδοξοι Τουρκομάνοι θα παρέμεναν αγκάθι στα πλευρά της κεντρικής εξουσίας.
Η αδελφότητα των Μπεκτασήδων Δερβίσηδων
Πολλές ήταν οι μουσουλμανικές αδελφότητες της Μικράς Ασίας. Οι πολιτικά δραστήριοι Αχήδες, οι κοινωνικά ανήσυχοι και φιλοτάραχοι Μπαμπάδες Τουρκομάνοι που αναφέρθηκαν παραπάνω, οι ωρυόμενοι Ρουφάι, οι γυμνοί και περιφερόμενοι Καλαντάρι και οι αυτοεξευτελιζόμενοι Μαλαμάτι (που θυμίζουν τους καθ’ ημάς «δια Χριστόν σαλούς») ήταν μερικές μόνο από αυτές.
Η κυριότερη όμως, της οποίας το όνομα κατέληξε να θεωρείται συνώνυμο του όλου Αλεβισμού, ήταν οι Μπεκτασήδες δερβίσηδες. Το όνομα τους πήραν από τον Πέρση σούφι Χατζή Μπεκτάς Βελή (1209-1271). Στην πνευματικότητα των tarikat τον εισήγαγε ο Μπαμπά Ισαάκ στου οποίου το τάγμα ανήκε αρχικά. Η διδασκαλία του Μπεκτάς ήταν τυπική για αδελφότητα σούφι: κήρυττε την αγάπη, την αποβολή της ιδιοτελείας και των ελαττωμάτων χάριν της θέωσης, και τον πανθεϊσμό. Οι Μπεκτασήδες ανέπτυξαν μεγάλο και πολυσχιδές φιλανθρωπικό έργο προς όλους όσοι είχαν ανάγκη, ανεξαρτήτως θρησκεύματος ή καταγωγής. Γρήγορα η αδελφότητα έγινε η πιο λαοφιλής στον τουρκικό κόσμο. Το μήνυμα και το έργο της άγγιζε ιδιαίτερα τους ταπεινούς, τους απλοϊκά αλλά βαθιά θρησκευομένους αγρότες και ανθρώπους της υπαίθρου. Ο Μπεκτάς είχε άψογες σχέσεις με τον χριστιανικό κλήρο, ενώ στα μοναστήρια των δερβίσηδων (τεκέδες) γίνονταν δεκτοί και χριστιανοί.
Να σημειωθεί πως τον ίδιο αιώνα έζησε και έδρασε ο περίφημος για την ευστροφία και το χιούμορ του Νασρεντίν Χότζας, ο Αίσωπος των μουσουλμάνων.
Επίλογος
Η δράση των μουσουλμανικών αδελφοτήτων στη Μικρά Ασία υπήρξε καταλυτική για τον τελικό εξισλαμισμό της πλειοψηφίας των κατοίκων της, που οδήγησε στην κατάρρευση της χριστιανικής-βυζαντινής κοινωνικής πραγματικότητας και την ανάδυση μιας νέας, τουρκομουσουλμανικής. Με την πλουραλιστική, ανεκτική και κοινωνική ευαίσθητη διδασκαλία τους οι δερβίσηδες προσεταιρίστηκαν σημαντικά λαϊκά στρώματα, τόσο αστικά (Μεβλεβήδες) όσο και αγροτικά (Μπεκτασήδες). Οι διδασκαλίες όμως του Αλεβισμού-Μπεκτασισμού δεν ήταν συμβατές με το «ορθόδοξο» σουνιτικό Ισλάμ, το πλειοψηφικό και κατεστημένο δόγμα. Αυτό θα μπορούσε να δράσει (και εν μέρει έδρασε) αποσταθεροποιητικά για την κυριαρχία μιας νέας δυναστείας φανατικά σουνιτών με κοσμοκρατορικές ορέξεις. Η δυναστεία αυτή ήταν οι Οθωμανοί Τούρκοι.
Μάριος Νοβακόπουλος
Φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών
- Πηγή: mnovakopoulos.blogspot.gr.