Η πρόσφατη αναζωπύρωση του ζητήματος της ονομασίας της πΓΔΜ μας επιτρέπει να αναφερθούμε σήμερα στις σχέσεις της Κύπρου με τη Μακεδονία στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Μετά την ανακήρυξη της Κρητικής αυτονομίας (1898), η Μακεδονία απορρόφησε το ενδιαφέρον της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και της κοινής γνώμης, με οριακό σημείο την εξέγερση του Ίλιντεν (1903).
Το ενδιαφέρον αυτό μεταδόθηκε και στην Κύπρο και είναι χαρακτηριστικό ότι στο πρωτοχρονιάτικο φύλλο του 1904 της «Αλήθειας», της μεγαλύτερης εφημερίδας της Λεμεσού, δέσποζε πρωτοσέλιδα το ποίημα του εκδότη της, Μενέλαου Δ. Φραγκούδη, με τίτλο «Μακεδονία».
Την ίδια χρονιά, τον Οκτώβριο, ο θάνατος του Παύλου Μελά στη Στάτιστα, προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση και στην Κύπρο.
Το Παγκύπριο Γυμνάσιο διέκοψε τα μαθήματά του, μνημόσυνά του έγιναν στις πόλεις αλλά και στην ύπαιθρο και του αφιέρωσε ποίημά του και ο Βασίλης Μιχαηλίδης. Σύμφωνα με τον αθηναϊκό Τύπο, ανάμεσα στους άνδρες του Παύλου Μελά βρισκόταν και ένας Κύπριος, γεγονός που δεν επιβεβαιώθηκε από την έρευνά μας. Είναι βέβαιο, όμως, ότι στα πρώτα ελληνικά σώματα τα οποία έδρασαν στη Μακεδονία τον χειμώνα του 1904-1905 υπηρέτησε ο Αμμοχωστιανός Κώστας Λοΐζου Βραχίμης.
Ακολούθησαν και άλλοι Κύπριοι Μακεδονομάχοι, με πιο γνωστό στην Ελλάδα τον Γεώργιο Αργυρίου Κυπραίο από την Πέγεια, μόλις 17 χρόνων κατά την κατάταξή του (1906), που διακρίθηκε στην περιοχή Μοναστηρίου-Μοριχόβου. Από τους υπόλοιπους, αναφέρουμε τον Ευάγγελο Περιστιάνη, τους αδελφούς Βασίλη και Αντώνη Κωνσταντινίδη, από την Ασγάτα, και τον Αριστείδη Τζιάμαλη από το Μάσσαρι.
Παράλληλα, την περίοδο 1904-1908 πραγματοποιήθηκαν παγκύπριοι έρανοι για συμπαράσταση στους πρόσφυγες της Ανατολικής Ρωμυλίας, στις τοπικές εφημερίδες δημοσιεύθηκαν εκατοντάδες άρθρα και σχόλια για το Μακεδονικό ζήτημα, έγιναν διαλέξεις για τη Μακεδονία, με πιο ενδιαφέρουσα την επίσκεψη στην Κύπρο του Ρώσου φιλέλληνα Ιωάννη Πετρώφ, εκδότη του «Άτλαντος της Μακεδονίας» και συνέχισαν τα εκκλησιαστικά μνημόσυνα για πεσόντες Μακεδονομάχους.
Από τις πιο αξιοπρόσεκτες πτυχές των κυπρομακεδονικών σχέσεων αυτής της περιόδου, ήταν οι Μακεδόνες εκπαιδευτικοί που υπηρέτησαν στην Κύπρο.
Ο πρώτος γυμνασιάρχης του Παγκυπρίου Ιωάννης Δέλλιος (1893-1896) ήταν Σερραίος και πριν από τη Λευκωσία είχε διευθύνει τα Γυμνάσια στη γενέτειρά του και στη Θεσσαλονίκη. Μαζί του ήλθε και ο φιλόλογος Λεωνίδας Παπαπαύλου, από τη Σιάτιστα, που υπηρέτησε στο Παγκύπριο μέχρι το 1898 (ως γυμνασιάρχης στις Σέρρες, το 1913, σφαγιάστηκε από τον αποχωρούντα βουλγαρικό στρατό).
Τους ακολούθησαν οι φιλόλογοι Αθανάσιος Πίσυνος και Βασίλειος Σέρτσιος (και οι δυο τους νυμφεύτηκαν Κύπριες), ο Αθανάσιος Φυλακτός, ο οποίος απεβίωσε στη Λευκωσία, στη διάρκεια της δεύτερης γυμνασιαρχίας του στο Παγκύπριο (1924), κ.ά.
Στον αντίποδα, το φθινόπωρο του 1920, η κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου, λίγους μήνες πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου, προσκάλεσε στη Μακεδονία Κύπριους άνεργους δασκάλους για να καλύψουν τις μεγάλες διδακτικές ανάγκες στα εκπαιδευτήρια της υπαίθρου των Νέων Χωρών. Την πρόσκληση υποκίνησε ο τότε Μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης, ο από Κιτίου, ιδρυτής του Ιεροδιδασκαλείου Λάρνακος, στη λειτουργία του οποίου οφειλόταν, κατά κύριο λόγο, η διδασκαλική ανεργία στην Κύπρο αυτήν την περίοδο.
Οι Κύπριοι δάσκαλοι, 28 ή 73 συνολικά σύμφωνα με τις εντελώς διαφορετικές αναφορές δύο εξ αυτών, εργάστηκαν κατά το 1920-1922 σε χωριά της Χαλκιδικής, της Φλώρινας, της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και οι εντυπώσεις τους είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, παρότι απογοητεύτηκαν από τον βαρύτατο μακεδονικό χειμώνα…
Οι πόλεμοι της δεκαετίας του 1910 έφεραν χιλιάδες Κυπρίους στη Μακεδονία, τόσο το 1912-1913 όσο και το 1916-1920, στον ελληνικό και στον βρετανικό στρατό.
Μάλιστα, στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, οι βρετανικές Αρχές καλούσαν με προπαγανδιστικές αφίσες τους Κυπρίους να καταταχθούν στο «Μακεδονικό Μεταγωγικό Σώμα» για να «αγωνισθούν υπέρ των Μακεδόνων αδελφών των», εναντίον «των προαιωνίων αυτών εχθρών»…
Περισσότεροι από 100 Κύπριοι και των δύο στρατών άφησαν την τελευταία τους πνοή στη Βόρεια Ελλάδα στους ελληνικούς και τους δύο παγκοσμίους πολέμους (και στον ελληνικό Εμφύλιο), ένα φυσιολογικό αποτέλεσμα, καθώς η Μακεδονία ήταν ο γεωγραφικός χώρος όπου υπηρέτησε η πλειοψηφία των Κυπρίων (εθελοντών) στρατιωτών εκτός Κύπρου κατά τον 20ο αιώνα. Ιστορικοί δεσμοί που ενώνουν τις «άκρες των ακρών» του σύγχρονου Ελληνισμού.
Αναδημοσίευση: Φιλελεύθερος / Πέτρος Παπαπολύβιος, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.