Πολλοί είναι εκείνοι –μεταξύ αυτών και ο γράφων– που εναπέθεσαν ελπίδες στο ζήτημα της ανακάλυψης φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ για επίλυση του Κυπριακού. Αυτή η συλλογιστική στηρίχθηκε στη λογική ότι τα κοιτάσματα στην κυπριακή ΑΟΖ είναι στρατηγικά, και συνεπώς η διαμόρφωση μιας ορθολογικής υψηλής στρατηγικής με κεντρικό άξονα τους υδρογονάνθρακες θα βοηθούσε στην επίλυση του εθνικού μας προβλήματος.
Ωστόσο όπως φαίνεται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Το φυσικό αέριο ενισχύει τις υπάρχουσες διαφωνίες και εντάσεις στην περιοχή αντί να επενεργεί ως όχημα ειρήνης, σταθερότητας και συνεργασίας.
Από επιστημονικής σκοπιάς το θέμα της ενέργειας μπορεί να προσεγγιστεί από δύο οπτικές γωνίες. Η μία είναι η φιλελεύθερη θεωρία των διεθνών σχέσεων, η οποία θεωρεί ότι το θέμα των υδρογονανθράκων μπορεί να προκαλέσει ευρύτερες συνεργασίες μεταξύ των κρατών τα οποία στο τέλος της ημέρας θα νιώσουν ικανοποίηση από το διαμερισμό των μελλοντικών οικονομικών μερισμάτων. Αυτή η προσέγγιση όμως έχει περιορισμούς καθώς προσκρούει στον παράγοντα «τουρκικός ηγεμονισμός». Από την άλλη υπάρχει η ρεαλιστική σχολή σκέψης που υποδεικνύει ότι το όποιο οικονομικό όφελος από τους υδρογονάνθρακες επαυξάνει την οικονομική ισχύ ενός εκάστου των κρατών που προσπορίζονται το όφελος. Συνεπώς, κατ’ αυτή την άποψη, το φυσικό αέριο προστίθεται στη σωρευτική ισχύ των κρατών. Επιπρόσθετα, οι ρεαλιστές εντάσσουν τα ενεργειακά ζητήματα στα θέματα ενεργειακής ασφάλειας των κρατών.
Πρέπει εδώ να υπογραμμίσουμε ότι η ρεαλιστική σχολή σκέψης αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το επιχείρημα της νεοφιλελεύθερης για συνολική ικανοποίηση των δρώντων καθώς, όπως επισημαίνει, το όλο θέμα προσκρούει στο δίπολο σχετικά-απόλυτα κέρδη.
Με πιο απλά λόγια, τα κράτη δεν ενδιαφέρονται μόνο για πόσο θα κερδίσουν από μια ενδεχόμενη οικονομική συνεργασία σε απόλυτους όρους, αλλά πόσο θα κερδίσουν οι γείτονές τους.
Στην περίπτωση της Κύπρου το όλο ζήτημα καθίσταται ακόμη πιο περίπλοκο καθώς αφορά μια ενδεχόμενη συνεργασία μεταξύ δρώντων άνισης ισχύος. Συγκεκριμένα αφορά την Τουρκία, η οποία επιδεικνύει αναθεωρητικές τάσεις τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Κύπρο αλλά και στην ευρύτερη γειτονιά της, όπου επιδιώκει να καταστεί περιφερειακή ηγεμονική δύναμη.
Ένα άλλο θέμα που περιορίζει τη συνεργασία κρατικών δρώντων είναι ο φόβος της εξαπάτησης (cheating). Πώς μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) να εμπιστευτεί μια ενεργειακή συνεργασία με την Τουρκία π.χ. με τη διοχέτευση του κυπριακού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω αυτής, όταν η τελευταία επιδεικνύει την συγκεκριμένη στρατηγική συμπεριφορά;
Θωρούμε ότι στην περίπτωση της Κύπρου επιχειρήθηκε να υπάρξει ένας συγκερασμός μεταξύ των δύο προσεγγίσεων. Από τη μια πλευρά προτάχθηκε και προτάσσεται το επιχείρημα προς την Τουρκία ότι «αν δεν συνεργαστεί για επίλυση του Κυπριακού, θα έχει πολλά να χάσει». Από την άλλη, γίνεται μια προσπάθεια μέσω των εργαλείων του ρεαλισμού, δηλαδή της αποτροπής, η Κύπρος να χτίσει στην περιοχή περιφερειακές συμμαχίες οι οποίες θα αυξήσουν τη διαπραγματευτική ισχύ της, θα της επιτρέψουν να προβεί στις γεωτρήσεις και να διασφαλίσει τα ενεργειακά της συμφέροντα.
Ωστόσο, ο εκβιασμός της Άγκυρας στο Οικόπεδο 3 έδειξε ότι δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.
Η Τουρκία έδειξε ότι είναι διατεθειμένη να ασκήσει ένοπλη βία για να τερματίσει τις γεωτρήσεις, καθιστώντας το όλο ζήτημα αντικείμενο εκβιασμού για να επιβάλει τις δικές τις απόψεις τόσο στο Κυπριακό όσο και στο ευρύτερο ζήτημα της διαχείρισης του φυσικού αερίου.
Αν εστιάσουμε σε άλλες περιπτώσεις διμερών διαφορών όπου επιχειρήθηκε η ενέργεια να δράσει ως καταλύτης για επίλυση συγκρούσεων μεταξύ κρατών, τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά. Η πρόταση του Κλίντον για την κατασκευή αγωγού που θα μετέφερε αζερικό πετρέλαιο διαμέσου του Ναγκόρνο Καραμπάχ και της Αρμενίας στην Τουρκία, ναυάγησε. Την ίδια κατάληξη είχε η πρόταση για κατασκευή αγωγού φυσικού αερίου Ιράν-Πακιστάν-Ινδίας, αφού η Ινδία αρνήθηκε να συμμετάσχει επικαλούμενη ζητήματα ασφάλειας.
Σε κάθε περίπτωση πάντως δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι η ΚΔ αντιμετωπίζει πρόβλημα ασφάλειας λόγω της κατοχής του εδάφους της από το στρατό μιας χώρας με έντονες αναθεωρητικές τάσεις. Το κίνητρο της ΚΔ πρέπει είναι η ορθή επίλυση του Κυπριακού. Είναι και τα κέρδη από το φυσικό αέριο σημαντικά, ειδικά σε περίοδο δημοσιονομικής κρίσης, αλλά δεν είναι αυτό το μείζον. Το μείζον είναι η επίλυση του εθνικού μας προβλήματος και μακάρι το φυσικό αέριο να δράσει καταλυτικά προς αυτή την κατεύθυνση.