Όταν μιλάμε για εφαρμογή πολιτικών, πάντα υπάρχει κίνδυνος να μην εφαρμοσθούν οι σωστές, πολύ απλά γιατί οι πολιτικοί είναι άνθρωποι. Πάντα επομένως υπάρχει ο κίνδυνος, αλλά είναι προς το συμφέρον του ελληνικού λαού αυτό να μην συμβεί, και οι πολιτικοί να κάνουν το σωστό, λέει στο Liberal, από το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο πρώην επικεφαλής του EuroWorking Group, Τόμας Βίζερ. Σε ερώτηση αν εμπιστεύεται τους Έλληνες πολιτικούς και την ελληνική κυβέρνηση, απαντά με νόημα «ελπίζω να κάνουν αυτό που πρέπει».
Ο Τόμας Βίζερ εξηγεί ότι η Ελλάδα θα παραμείνει σε μια διαρκή ενισχυμένη επιτήρηση μετά το τέλος του μνημονίου.
Και επισημαίνει ότι η χώρα μπορεί να βγει από το πρόγραμμα με καθαρή έξοδο, αφού η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα ελέγχεται διαρκώς από τους δανειστές. Για τη ζημιά από τη διαπραγμάτευση της πρώτης περιόδου ΣΥΡΙΖΑ, απαντά ότι αναφέρθηκε σε ακόμη και πάνω από 200 δισ. ευρώ, αφού το ακριβές κόστος είναι αδύνατον να υπολογιστεί. Η απάντηση εξαρτάται από το ερώτημα, πόσο καιρό θα χρειαστεί η ελληνική οικονομία για να καλύψει τη ζημιά που υπέστη.
-Αναφέρατε ότι είναι συντηρητικοί οι υπολογισμοί πως η ζημιά από τη διαπραγμάτευση Βαρουφάκη, ανήλθε στα 200 δισ. ευρώ στην Ελλάδα. Στα πόσα έφτασε τελικά;
«Δεν υπάρχει ακριβής υπολογισμός για αυτά τα πράγματα. Αν μετά την κατάρρευση στα χρόνια της κρίσης και την απώλεια 25% του ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία επανέρχονταν την αμέσως επόμενη ημέρα στην κανονικότητα, θα λέγαμε ότι η απώλεια είναι 25%. Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτό είναι 50 δισ. ευρώ. Αλλά αν συνεχίζεις να σέρνεσαι, και να είσαι σε ύφεση, και την επόμενη χρονιά το ΑΕΠ της χώρας είναι 20% χαμηλότερο απ’ αυτό που θα έπρεπε να είναι, την μεθεπόμενη 18% χαμηλότερο, την αμέσως επόμενη 16%, τότε όλο αυτό αθροίζει ένα τεράστιο νούμερο. Αυτό εννοούσα μιλώντας για τη ζημιά της διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη. Είναι δύσκολο να παραθέσει κανείς ακριβή νούμερα για τη ζημιά, καθώς αυτό εξαρτάται από την απάντηση στο ερώτημα, πόσο καιρό θα χρειαστεί η ελληνική οικονομία για να καλύψει τη ζημιά που υπέστη».
-Πιστεύετε ότι θα ήταν πιο ασφαλή τα πράγματα για την Ελλάδα αν μετά το πέρας του μνημονίου είχε μια προληπτική πιστοληπτική γραμμή στήριξης;
«Είμαι πραγματιστής ως άνθρωπος. Πιστεύω ότι αυτό δεν θα συμβεί, δηλαδή η Ελλάδα δεν θα πάρει προληπτική γραμμή στήριξης, ακριβώς επειδή κανείς δεν θα τη ζητήσει, και άρα κανείς δεν θα την πάρει. Εξαρτάται από την ελληνική κυβέρνηση. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας θα συμφωνούσαν να της την δώσουν, ακόμη και αν εκείνη την ζητούσε. Πιστεύω ότι η Ελλάδα θα βγει από το Μνημόνιο δίχως μια προληπτική γραμμή στήριξης».
-Εδώ και καιρό πάντως, η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει να επιμένει στο σενάριο της λεγόμενης «καθαρής εξόδου». Πόσο ρεαλιστικό είναι αυτό;
«Αν δεν υπάρχει προληπτική πιστοληπτική γραμμή, τότε προφανέστατα μιλάμε για καθαρή έξοδο. Με ρωτάτε αν αυτό μπορεί να γίνει; Προφανώς μπορεί να γίνει. Αυτό σημαίνει άραγε ότι δεν θα ελέγχεται η ελληνική οικονομία από τις ευρωπαϊκές αρχές, ότι και δεν υπάρχει εποπτεία; Ασφαλώς και θα υπάρχει έλεγχος και ανάγκη πειθαρχίας. Αφενός θα υπάρχουν όλες εκείνες οι υποχρεώσεις που ισχύουν για κάθε χώρα-μέλος, αφετέρου θα υπάρχει η επιπλέον πειθαρχία του καθεστώτος επιτήρησης, το οποίο ισχύει για όλες τις χώρες, οι οποίες εξήλθαν κάποιου προγράμματος. Συνεπώς η Ελλάδα θα παραμείνει σε μια διαρκή ενισχυμένη επιτήρηση μέχρι να αποπληρώσει το 75% των οφειλών της προς τους δανειστές».
«Αναφορικά με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, για τα οποία είμαι σίγουρος ότι θα δοθούν στην Ελλάδα μέσα στο 2018, θα συνοδεύονται επίσης από ένα είδος υποχρεώσεων».
-Τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους της Ελλάδας; Θα είναι γενναία ή περιορισμένη;
«Θα είναι ακριβώς ότι έχει συμφωνηθεί από το 2016. Βραχυπρόθεσμα μέτρα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα. Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα έχουν ήδη ληφθεί, και έχουν μειώσει κατά 20% το λόγο χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας, και τα μεσοπρόθεσμα έχουν ήδη συγκεκριμενοποιηθεί».
-Είναι η κατάλληλη λύση το περίφημο «μαξιλάρι ασφαλείας» των 19 δις ευρώ, που επιδιώκει να συγκεντρώσει η κυβέρνηση για την κάλυψη των λήξεων του χρέους της, μετά την ολοκλήρωση του μνημονίου; Το ρωτώ καθώς εύκολα μπορεί να «εξατμιστεί» εφόσον χρησιμοποιηθεί…
«Και για αυτό ακριβώς υπάρχει η υποχρέωση της Ελλάδας να επιτυγχάνει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Έτσι δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσεις το μαξιλάρι».
-Η έκδοση ομολόγων και η σταδιακή έξοδος στις αγορές είναι απαραίτητες για να μπορέσει να σταθεί η Ελλάδα στα πόδια της. Αλλά οι αποδόσεις του ελληνικού δεκαετούς βρίσκονται ακόμη στο 4,3%…
«Είναι φυσιολογικό. Η Ελλάδα είχε χρόνια να εκδώσει ομόλογα. Είναι φυσιολογικό στην αρχή τα επιτόκια να είναι υψηλότερα απ’ ότι των άλλων χωρών της ευρωζώνης. Αυτό είναι ακριβώς το κόστος του να εφαρμόζει κανείς οικονομικές πολιτικές σαν αυτές της Ελλάδας. Η έκδοση χρέους είναι υψηλότερη απ’ ότι για παράδειγμα στην Ελβετία. Αν έχεις τις πολιτικές της Ελβετίας, τότε πληρώνεις σε τιμές Ελβετίας».
-Παρ’ όλα αυτά πιστεύετε ότι η Ελλάδα σε μήνες από τώρα θα είναι σε θέση να σταθεί στα πόδια της χωρίς στήριξη;
«Είναι ένας πιθανός στόχος. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ πιο πλεονεκτική θέση απ’ ότι βρίσκονταν η Ιρλανδία, η Ισπανία η Πορτογαλία και η Κύπρος, καθώς οι χώρες αυτές είχαν ελλείμματα, τα οποία και έπρεπε να χρηματοδοτηθούν από μαξιλάρια ασφαλείας. Αντίθετα η Ελλάδα έχει πλεονάσματα. Και ο μόνος λόγος που χρειάζεσαι τα πλεονάσματα είναι για να κατεβάσεις τα επίπεδα του χρέους σου σε ένα ακόμη χαμηλότερο επίπεδο. Δεν χρειάζεται να χρηματοδοτείς ελλείμματα. Άρα, εφαρμόζοντας τις σωστές πολιτικές, διατηρώντας τα πλεονάσματα, και μετατρέποντας την Ελλάδα σε μια πιο ανταγωνιστική χώρα, θα έχεις θετικές εξελίξεις, τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μεσοπρόθεσμα».
-Φοβάστε ότι η κυβέρνηση θα διακόψει το ρυθμό λήψης δύσκολων αποφάσεων, όπως για παράδειγμα μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις, προφανώς για πολιτικούς λόγους;
«Όταν μιλάμε για εφαρμογή πολιτικών, πάντα υπάρχει κίνδυνος να μην εφαρμοσθούν οι σωστές, πολύ απλά γιατί οι πολιτικοί είναι άνθρωποι. Πάντα επομένως υπάρχει ο κίνδυνος, αλλά είναι προς το συμφέρον του ελληνικού λαού αυτό να μην συμβεί, και οι πολιτικοί να κάνουν το σωστό. Πάντα κάνουν το σωστό; Όχι βέβαια».
-Εμπιστεύεστε τους Έλληνες πολιτικούς, και την ελληνική κυβέρνηση;
«Ελπίζω να κάνουν αυτό που πρέπει».
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα liberal.gr / Γιώργος Φιντικάκης.