Όπως η πρώτη έτσι και η δεύτερη θητεία του προέδρου Αναστασιάδη αρχίζει κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, αυτήν τη φορά εξαιτίας των επιθετικών ενεργειών της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ. Πέραν των δηλώσεων και των διακηρύξεων, εκείνο που τελικά θα επηρεάσει καθοριστικά το μέλλον της Κύπρου είναι ο τρόπος διαχείρισης των προβλημάτων και της αντιμετώπισης των προκλήσεων.
Πρώτα απ’ όλα επισημαίνεται ότι καλλιεργήθηκαν τεράστιες προσδοκίες για τον ενεργειακό πλούτο της Κύπρου.
Ότι θα ήταν ένας ισχυρός μοχλός οικονομικής μεγέθυνσης, ότι θα επηρέαζε καταλυτικά τις εξελίξεις που θα οδηγούσαν σε λύση του Κυπριακού και επιπρόσθετα ότι θα συνέβαλλε στη δημιουργία περιφερειακών συνεργασιών που θα θωράκιζαν την Κυπριακή Δημοκρατία. Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών με τις τουρκικές αμφισβητήσεις διά της πολιτικής των κανονιοφόρων αλλά και οι τοποθετήσεις της τουρκοκυπριακής ηγεσίας δημιουργούν νέα δεδομένα. Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι όσοι αντίκριζαν τις εξελίξεις χωρίς πραγματισμό υποχρεώθηκαν σε ανώμαλη προσγείωση.
Οι εμπειρίες των τελευταίων ημερών υπενθυμίζουν, μεταξύ άλλων, ότι οι πολιτικοί αξιωματούχοι αλλά και άλλοι παράγοντες που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη θα πρέπει να μιλούν λιγότερο και να σκέφτονται περισσότερο. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη η απρόσκοπτη αξιοποίηση του ενεργειακού πλούτου χωρίς την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Τουρκία, υπό την προϋπόθεση ασφαλώς ότι η Άγκυρα θα αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Αυτό όμως δεν συνεπάγεται ούτε προσαρμογή στις απαιτήσεις της Τουρκίας ούτε αποδοχή των τουρκικών θέσεων για λύση του Κυπριακού.
Η μεγάλη πρόκληση για τον πρόεδρο Αναστασιάδη είναι να χαράξει μια ολοκληρωμένη ορθολογιστική πολιτική η οποία να στηρίζεται στον διεκδικητικό πραγματισμό. Σε σχέση με το ύψιστο υπαρξιακό ζήτημα του Κυπριακού, οι τελευταίες εξελίξεις συνέβαλαν, μεταξύ άλλων, στην περαιτέρω αύξηση της δυσπιστίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι υπό τα σημερινά δεδομένα η επίτευξη λύσης διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, και ακόμα περισσότερο η επιτυχής εφαρμογή της, είναι εξαιρετικά δύσκολη μέχρι και αδύνατη.
Ως εκ τούτου για την επίτευξη μιας διαρκούς διευθέτησης του Κυπριακού απαιτείται επαναξιολόγηση όλων των ζητημάτων καθώς και η υιοθέτηση μιας εξελικτικής προσέγγισης.
Ούτως ή άλλως πρέπει να γίνει κατανοητή και η σημασία της διαχείρισης συγκρούσεων, ιδίως όταν η επίλυση είναι εξαιρετικά δύσκολη ή ακόμα όταν οι προδιαγραφές μιας λύσης θα επιδεινώσουν το status quo για την αδύνατη πλευρά. Επιπρόσθετα, πέραν από τη διακοινοτική διάσταση της διένεξης καθώς και τους ιμπεριαλιστικούς στόχους της Τουρκίας, η οποία δεν αναγνωρίζει δικαίωμα ύπαρξης της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι οι χριστιανικές κοινότητες στην ευρύτερη Μέση Ανατολή συρρικνώνονται επικίνδυνα τα τελευταία χρόνια. Ο αδιαπραγμάτευτος στόχος θα πρέπει να είναι η επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όλα αυτά τα δεδομένα υπαγορεύουν όχι μόνο την επαναξιολόγηση της εξωτερικής και της ενεργειακής μας πολιτικής, αλλά και νέες προσεγγίσεις εφ’ όλης της ύλης. Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζεται ότι θα ήταν προτιμότερο να είχε γίνει επιλογή εταιρειών για τα οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ όχι μόνο με οικονομικά αλλά και γεωπολιτικά κριτήρια.
Οι προκλήσεις για τη νέα κυβέρνηση δεν περιορίζονται στα ζητήματα που έχουμε θίξει. Η Κύπρος καλείται να ενεργήσει με τρόπο ούτως ώστε όχι μόνο να επιλύσει οικονομικά προβλήματα, αλλά επιτέλους να αποκτήσει ένα ολοκληρωμένο οικονομικό υπόδειγμα. Δεν είναι μόνο η επίλυση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων ούτε και η δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης καθώς και η επίτευξη ψηλών δεικτών οικονομικής μεγέθυνσης. Καθοριστικής σημασίας είναι και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων οι οποίες πέραν της οικονομικής διάστασης θα ενισχύουν τα πολιτικά ερείσματα της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα αποτελούν σημαντικούς πυλώνες αποτροπής. Με αυτόν τον τρόπο θα ενισχύεται και η προσπάθεια για εθνική επιβίωση.
Για μια τέτοια πορεία, η οποία αποτελεί στρατηγικό μονόδρομο, υπάρχουν απαραίτητες προϋποθέσεις.
Μεταξύ άλλων, είναι η δημιουργία ενός πραγματικά αποτελεσματικού κράτους με πυξίδα και αφήγημα, καθώς και η απαλλαγή από ιδεολογικές αγκυλώσεις και λανθασμένες πρακτικές του παρελθόντος σε όλα τα επίπεδα.
Ανδρέας Θεοφάνους
Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.