Μεσημέρι Κυριακής και το ημερολόγιο γράφει 8 Φεβρουαρίου 1942. Σχεδόν δέκα μήνες μετά την προέλαση των Γερμανών στην Αθήνα και την επίσημη έναρξη της Κατοχής στην πρωτεύουσα, στο κτήριο του Συλλόγου Ποντίων «Αργοναύται-Κομνηνοί» στην Καλλιθέα προετοιμάζονται για «εγκαίνια».
Επίσημοι προσκεκλημένοι είναι ο υπουργός Γεωργίας και Επισιτισμού στην κυβέρνηση Τσολάκογλου, Ιωάννης Καραμάνος, ο δήμαρχος Καλλιθέας και ο διοικητής του ΙΑ΄ Αστυνομικού Τμήματος.
Αυτή είναι η μέρα που ξεκινά επίσημα το παιδικό συσσίτιο του ποντιακού συλλόγου, με τον τότε πρόεδρο Ιωάννη Περβανίδη στον σύντομο λόγο του να επισημαίνει ότι το προσφυγικό στοιχείο της πρωτεύουσας χρειαζόταν άμεση στήριξη, μιας και 20 χρόνια μετά τον ξεριζωμό δοκιμαζόταν εκ νέου. «[…] η σκέψις μας εστράφη προς τα παιδία των οικογενειών που προέρχονται από την κοινήν μακρινήν γενέτειραν, τούτο αποδοτέον εις τον ιδιαίτερον ελληνικόν τρόπον εκδηλώσεως της αλληλεγγύης που αρχίζει φυσιολογικά και ανθρώπινα πάντοτε από τον κύκλον της οικογενείας και των οικειοτέρων ανθρώπων και κλιμακούμενη βαθμιαίως προχωρεί προς τα μεγάλα σύνολα», είχε επισημάνει.
Η ιδέα για τη στήριξη των παιδιών των Ποντίων ανήκε στον ταμία των «Αργοναυτών-Κομνηνών» Νίκο Ξηρόπουλο. Στις 21 Δεκεμβρίου 1941 στο σπίτι του προέδρου Ιωάννη Περβανίδη έγινε η πρώτη σύσκεψη, παρουσία σημαντικών και εύπορων μελών και φίλων του σωματείου. Ήδη μαζί με τον βαρύ χειμώνα είχαν κάνει την εμφάνισή τους η πείνα και οι μαυραγορίτες, και θεωρήθηκε ότι στην πληθωριστική αγορά ένα χρηματικό βοήθημα δεν θα ανακούφιζε τον πληθυσμό.
Έτσι, ξεκίνησαν να οργανώνουν το πώς θα έβρισκαν τους απαραίτητους πόρους και τα τρόφιμα για συσσίτιο σε άπορες ποντιακές οικογένειες της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων.
Στη σύσκεψη εκείνη αποφασίστηκε να γίνουν έρανοι και να ζητηθούν χρήματα από εύπορους Ποντίους, να γίνει καταγραφή όλων των απόρων της Καλλιθέας και να συγκροτηθούν υποεπιτροπές για τον καταμερισμό καθηκόντων. Ωστόσο, μέχρι να λειτουργήσουν τα πρώτα συσσίτια, και ενόψει των Χριστουγέννων, δόθηκε άμεσα ένα χρηματικό βοήθημα. Επιπλέον, η οργανωτική επιτροπή ενδιαφέρθηκε να βρει φάρμακα αλλά και να διευκολύνει όσους ήθελαν να φύγουν από την Αθήνα για την επαρχία.
Οι «Αργοναύται-Κομνηνοί» απευθύνθηκαν και στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό από τον οποίο ζήτησαν τρόφιμα, για να πάρουν όμως την απάντηση ότι χρειάζονταν πρώτα κατάλογοι με τα άπορα παιδιά και υπεύθυνη δήλωση ότι δεν σιτίζονταν αλλού. Επιστολές για οικονομική ενίσχυση εστάλησαν σε γνωστούς εργοστασιάρχες της εποχής, αίτηση υποβλήθηκε και στο υπουργείο Επισιτισμού προκειμένου να σταλούν τρόφιμα σε λογικές τιμές από τα αποθέματα της Αγροτικής Τράπεζας, ενώ μέχρι και οι Πόντιοι της Κατερίνης προσπάθησαν να στείλουν τρόφιμα που είχαν συγκεντρώσει.
Τελικά εκείνα τα δέματα δεν έφτασαν ποτέ και διατέθηκαν σε Πόντιους που μετακόμισαν από την Αθήνα στην Κατερίνη.
Την ευθύνη του συσσιτίου αρχικά ανέλαβαν οι γυναίκες του σωματείου. Πριν από την έναρξή του είχαν εγγραφεί στους καταλόγους και είχαν πάρει ατομικό δελτίο σίτισης 170 παιδιά από 5 έως 15 ετών. Με την έναρξη των συσσιτίων προσήλθαν άλλα 350 παιδιά, ωστόσο σε πρώτη φάση οι δυνατότητες σίτισης ήταν μέχρι 200 άτομα, και αυτά έπαιρναν γεύματα εκ περιτροπής.
Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός πρώτη φορά έδωσε τρόφιμα στα τέλη Μαρτίου του 1942, ωστόσο οι δωρεές ήταν πολλές και σημαντικές ακόμα και από Πόντιους εκτός Αθηνών, κυρίως από τη Θεσσαλονίκη. Όσο αυξάνονταν οι ανάγκες κρίθηκε απαραίτητο να προσληφθεί και έμμισθο προσωπικό, ενώ μετά από λίγο καιρό αποφασίστηκε να δημιουργηθεί συσσίτιο και στη Δραπετσώνα. Επειδή όμως ήταν ασύμφορο να γίνουν και εκεί εγκαταστάσεις και να αγοραστεί εξοπλισμός, το φαγητό ετοιμαζόταν στην Καλλιθέα και μεταφερόταν με δίτροχο καρότσι και στη συνέχεια με τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο.
Το συσσίτιο στη Δραπετσώνα για 120 παιδιά ξεκίνησε στις 5 Απριλίου 1942.
Για την αποφυγή του διπλοσιτισμού, ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός έκανε τη δική του απογραφή και περιόρισε σε 300 τα παιδιά στην Καλλιθέα και σε 100 τα παιδιά στη Δραπετσώνα. Πλέον το συσσίτιο ήταν για όλους καθημερινό – και τις Κυριακές.
Μάλιστα στα μέσα Μαΐου του 1942 οι «Αργοναύται-Κομνηνοί» συνέταξαν και τον Κανονισμό Λειτουργίας Παιδικών Συσσιτίων που περιέγραφε από τα καθήκοντα του 32μελούς προσωπικού μέχρι τους κανόνες παρασκευής και διανομής του φαγητού.
Με τη βοήθεια ιδιωτών, και λιγότερο των κρατικών φορέων, η λειτουργία του συσσιτίου συνεχίστηκε απρόσκοπτα μέχρι τα μέσα του 1943. Από το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, όμως, ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός άρχισε να διαπιστώνει σοβαρά προβλήματα, ιδίως στο κέντρο της Δραπετσώνας. Η έκθεση που συντάχθηκε και κοινοποιήθηκε και στον αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο έκανε λόγο για παρατυπίες, απειθαρχία και έντονη ασυνέπεια του προσωπικού. Τελικά τον Οκτώβριο του 1943 απαγορεύτηκε η χρήση του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου από το κοινό. Μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 1944 τα τρόφιμα έφταναν στη Δραπετσώνα και το συσσίτιο ετοιμαζόταν επιτόπου, ωστόσο οι βομβαρδισμοί στην περιοχή του Πειραιά είχαν σαν αποτέλεσμα την οριστική παύση του.
Και ενόσω συνέβαιναν αυτά στη Δραπετσώνα, στην Καλλιθέα συνεχιζόταν κανονικά η σίτιση 192 παιδιών από το επταμελές προσωπικό. Όμως οι πρώτες ελλείψεις σε είδη πρώτης ανάγκης και ξυλεία είχαν ήδη αρχίσει να είναι ορατές, ενώ ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός ζητούσε να διαγραφούν παιδιά από τις λίστες.
Τελικά το συσσίτιο των «Αργοναυτών-Κομνηνών» διακόπηκε οριστικά την 1η Οκτωβρίου 1944.
Στα χρόνια του Εμφυλίου το ζήτημα της σίτισης άπορων παιδιών επανήλθε, και από τις 18 Μαΐου 1947 καθιερώθηκαν τα κυριακάτικα συσσίτια (πατάτες, κρέας, ψωμί και φρούτα). Συνεχίστηκαν και το 1948, και διακόπηκαν οριστικά στις 8 Αυγούστου εκείνης της χρονιάς.
- Περισσότερες πληροφορίες για τη δράση του Συλλόγου Ποντίων «Αργοναύται-Κομνηνοί» στο επετειακό λεύκωμα που κυκλοφόρησε το 2010 με αφορμή τα 80 χρόνια λειτουργίας του ιστορικού σωματείου. Οι φωτογραφίες του άρθρου είναι μια ευγενική παραχώρηση.