Ο Σάββας Καλεντερίδης έκανε πρόσφατα μια εξαιρετική ανάλυση αναφορικά με τον ενεργειακό ανταγωνισμό στην Ανατολική Μεσόγειο παραλληλίζοντάς τον με την αρχή ενός «Μεγάλου Παιχνιδιού». Εύστοχος παραλληλισμός, ο οποίος έχει πολλές προεκτάσεις και μας βοηθά να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα από τα «γνήσια μεγάλα παιχνίδια» της περιμέτρου της Κασπίας.
Ο όρος «Μεγάλο Παιχνίδι» χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά για να περιγράψει τον ανταγωνισμό του 19ου αιώνα μεταξύ της τσαρικής Ρωσίας και του Ηνωμένου Βασιλείου για τον έλεγχο της καρδιάς της Ευρασίας.
Η απαρχή της ευρείας κατανάλωσης του μαύρου χρυσού, η οποία συνδέθηκε με την ύστερη περίοδο της Βιομηχανικής Επανάστασης, είχε εξωθήσει τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής στην αναζήτηση περιοχών παραγωγής πετρελαίου. Η Κασπία, και πιο συγκεκριμένα το Αζερμπαϊτζάν, κατείχαν κεντρική θέση στην εν λόγω εξίσωση.
Το «Δεύτερο Μεγάλο Παιχνίδι» ήρθε να περιγράψει έναν νέο γύρο ανταγωνισμού μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου και πάλι στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, με διακύβευμα και πάλι τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους. Η μεσολάβηση της κομουνιστικής περιόδου μεταξύ των δύο «Παιχνιδιών» δεν επέτρεψε την παρείσφρηση άλλων δρώντων στην περιοχή πλην της Μόσχας. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν εκείνη η οποία έδωσε το έναυσμα για το «Δεύτερο Μεγάλο Παιχνίδι».
Συμπαρομαρτούσα πτυχή της μεταψυχροπολεμικής αναδιάταξης συμφερόντων ήταν και η μετάβαση στο οικονομικό μοντέλο με την άρση του κολεκτιβοποιημένου καθεστώτος διαχείρισης των ενεργειακών πόρων και την υιοθέτηση των αρχών της «οικονομίας της αγοράς».
Η συγκεκριμένη μετάβαση ταυτίστηκε με την εμπέδωση της δυνατότητας σε άλλους κρατικούς δρώντες να εισέλθουν στην ενεργειακή αγορά της περιοχής μέσω διεθνών καθεστώτων, όπως consortia και πάσης φύσεως εταιρικά σχήματα.
Από το «Δεύτερο Μεγάλο Παιχνίδι» δεν απουσιάζει η Τουρκία, η οποία επί σειρά ετών αποτέλεσε την προμετωπίδα των Δυτικών συμφερόντων στην περιοχή και το «βασικό πιόνι» στην υλοποίηση μεγάλων ενεργειακών έργων, όπως ο πετρελαιαγωγός Μπακού-Τιφλίδας-Τσεϊχάν. Στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας η Ρωσία γρήγορα επανάκτησε τον έλεγχο δεσμεύοντας τις παραγωγικές δομές και τις διόδους μεταφοράς. Εξάλλου, τα εν λόγω κράτη είναι περίκλειστα και δεν διαθέτουν οικονομικούς πόρους υλοποίησης νέων υποδομών, με το γεγονός αυτό να τα έχει καταστήσει μονομερώς εξαρτημένα στη Μόσχα και να έχει εξοβελίσει τις όποιες προκείμενες τουρκικές αξιώσεις. Η περίπτωση του Τουρκμενιστάν, στην οποία είχαμε αναφερθεί ακριβώς έναν χρόνο πριν, είναι ενδεικτική. Στο Αζερμπαϊτζάν η επιτυχία της Ρωσίας δεν ήταν ανάλογη, αλλά και η επιτυχία της Τουρκίας ήταν σαφώς κατώτερη των προσδοκιών.
Ποιο είναι το βασικό μάθημα για την ελληνική ενεργειακή στρατηγική στην Ανατολική Μεσόγειο; Δεν έχω τη δυνατότητα να εισέλθω σε λεπτομέρειες στο πλαίσιο ενός μικρού άρθρου. Το έχω πράξει σε βιβλίο, το οποίο πρόκειται να εκδοθεί στους επόμενους μήνες. Προχωρώ μόνο σε μια απλή επισήμανση: Η Τουρκία απέτυχε στο «Δεύτερο Μεγάλο Παιχνίδι» γιατί δεν διέθετε συμμάχους των οποίων η συμμετοχή και η παρουσία θα καθιστούσε τους ενεργειακούς σχεδιασμούς της βιώσιμους.
Για παράδειγμα, ο αγωγός Μπακού-Τιφλίδας-Τσεϊχάν δεν απέφερε τα αρχικώς αναμενόμενα κέρδη, καθώς απετράπη με συγκεκριμένες μεθοδεύσεις από τη Ρωσία η συμμετοχή του Καζακστάν.
Ο αγωγός Κιρκούκ-Τσεϊχάν κατέστη πλήρως αποτυχημένος, καθώς η Άγκυρα δεν κατάφερε να προσεταιριστεί τις αντάρτικες κουρδικές και άλλες ομάδες της περιοχής. Άλλοι αγωγοί έμειναν «στα χαρτιά» επειδή δεν βρήκαν τις αναγκαίες αγορές, ήτοι συμμάχους διά της προσφοράς δυνατοτήτων κατανάλωσης.
Η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ, λοιπόν, πολύ καλά κάνουν και αναζητούν ασφαλείς διόδους μεταφοράς του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου προς τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης. Στην ενεργειακή εξίσωση, σύμμαχος είναι ο πελάτης και οι τρεις χώρες έχουν όλες τις δυνατότητες να έχουν έναν πελάτη, ο οποίος ορθολογικά έχει απορρίψει την τουρκική επιλογή. Η πολιτικοστρατηγική θωράκιση δεν συνιστά παρά το επιστέγασμα, και είναι βέβαιη εφόσον διαπλέκονται επιτυχώς τα συμφέροντα των μειζόνων παικτών του παιχνιδιού. Η μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα και την Κύπρο είναι η διάχυση των κερδών σε όλο το φάσμα των συμφερόντων τους, και κυρίως σε εκείνο της δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό και όχι απλώς η διασφάλιση των συμφερόντων των πατρόνων.