Η Ευρύτερη Μέση Ανατολή αλλάζει με πιο αργούς ρυθμούς από όσο αναμενόταν, αλλά αλλάζει. Αλλαγές στρατοπέδων και νέοι συσχετισμοί συγκεφαλαιώνουν μια σειρά τεκτονικών ανακατατάξεων με κορυφαία την πορεία προς την κουρδική κρατογένεση. Ωστόσο, οι ίδιες αυτές οι αλλαγές προδίδουν εν πολλοίς τις απαράλλακτες στρατηγικές προτεραιότητες των μεγάλων δυνάμεων και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα διακυβεύματα παραμένουν.
Τι αλλάζει και τι δεν αλλάζει, λοιπόν;
Είναι αλήθεια ότι το αμερικανικό στρατηγικό βάρος μετακυλίεται σταθερά προς τον Ειρηνικό χάριν την ανάγκης εξισορρόπησης της κινεζικής ανόδου. Μάλιστα, ο Αμερικανός πρώην υπουργός άμυνας Λέον Πανέτα έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι η αναλογία 50-50 όσον αφορά τις ναυτικές δυνάμεις στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό μεταλλάσσεται σταδιακά με τελικό στόχο την αναλογία 40-60. Επίσης, το έγγραφο περί «στρατηγικού οδικού χάρτη» του υπουργείου Άμυνας τον Ιανουάριο του 2012 αναφερόταν σε «αμερικανικά συμφέροντα σε επίπεδο οικονομίας και ασφάλειας», τα οποία είναι «αδιαμφισβήτητα ταυτισμένα με τις εξελίξεις σε μια περιοχή εκτεινόμενη από τον δυτικό Ειρηνικό και την ανατολική Ασία έως την περιοχή του Ινδικού Ωκεανού και τη νότια Ασία». Κατά τα λεγόμενα, μάλιστα, της πρώην υπουργού εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, «ενόσω [οι πόλεμοι στο Αφγανιστάν και στον Ιράκ] εκλείπουν, θα χρειαστούμε να επιταχύνουμε τις προσπάθειες να στραφούμε προς νέες παγκόσμιες πραγματικότητες».
Στην προηγούμενη περιγραφή των ανακατανομών ισχύος έρχεται να προστεθεί η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής, την οποία εναργώς έχει θέσει στη συζήτηση ο καθηγητής Ιωάννης Μάζης. Στο βιβλίο, το οποίο έχει συγγράψει από κοινού με τη Βιργινία Μπαλαφούτα, αναφέρεται εκτενώς στις αναφυόμενες προκλήσεις προς τα κλασικά αξιώματα των σερ Χάλφορντ Μακίντερ και Νίκολας Σπάικμαν από το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική. Σύμφωνα με την αδιάψευστη πραγματικότητα, όπως περιγράφεται από τον Ιωάννη Μάζη, το «άνοιγμα» των θαλάσσιων διόδων στην Αρκτική προσφέρει σταδιακά μια έξοδο στους ωκεανούς για τη Ρωσία, η οποία θα δύνατο να την απαλλάξει από το αδιέξοδο του αγγλοσαξονικού οικοδομήματος της περιμέτρου.
Η ανάσχεση της Ρωσίας –ή παλαιότερα της ΕΣΣΔ– από τα «θερμά νερά» αντιπροσωπεύει τη διαχρονική προτεραιότητα για τους Δυτικούς με την περιοχή από τα Δαρδανέλλια και τον Βόσπορο έως τον Περσικό Κόλπο και την Αραβική Θάλασσα να συνιστά για πολλούς λόγους το μείζον μέρος του αναχώματος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το άνοιγμα της Αρκτικής προσφέρει τεράστιες προκλήσεις, αλλά το ενδιαφέρον των μεγάλων δυνάμεων προς την Ευρύτερη Μέση Ανατολή δεν αναμένεται να μειωθεί.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν τη στρατηγική πρωτοκαθεδρία στο δυτικό ημισφαίριο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το ενδιαφέρον τους θα εκλείψει για τον υπόλοιπο πλανήτη – και ειδικά για τη γεωπολιτικά κρίσιμη περιφέρεια της Μέσης Ανατολής. Η κυριαρχία μίας αποκλειστικά δύναμης στη Μέση Ανατολή θα σήμαινε την αναβάθμισή της σε έναν περιφερειακό ηγεμόνα με δυνατότητα άσκησης πλανητικής πολιτικής και τεράστιους πόρους, και αυτό προφανώς ενδιαφέρει τις ΗΠΑ όσο το διεθνές σύστημα είναι άναρχο και η ισχύς καταμετράται σχετικά-συγκριτικά και όχι με απόλυτους όρους.
Συνεπώς, απαράλλακτη είναι η υψηλή στρατηγική των ΗΠΑ ως προς το ενδιαφέρον τους για τη Μέση Ανατολή, απαράλλακτη είναι και η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας, η οποία θέτει στο επίκεντρο την αύξηση των ερεισμάτων της στην περιοχή. Μεταλλάσσονται οι ενδοπεριφερειακοί συσχετισμοί, χωρίς όμως αυτό να επηρεάζει την ιεράρχηση των μεγάλων δυνάμεων επί της κλίμακας ισχύος.
Τι σημαίνει αυτό για κράτη όπως η Ελλάδα ή η Τουρκία; Ότι η υλοποίηση πελατειακών σχέσεων εκ μέρους τους εμπίπτει στις ίδιες προαιώνιες προκλήσεις.
Αν η Τουρκία, επί παραδείγματι, χαράσσει μια διαφορετική στρατηγική έναντι των μεγάλων δυνάμεων εκτιμώντας ότι έχουν αποσύρει το ενδιαφέρον τους για την περιοχή, θα βρεθεί σχετικά σύντομα προ εκπλήξεων. Αν η Ελλάδα φανεί αδύναμη και απροετοίμαστη να εκμεταλλευτεί τις συνεπαγόμενες ευκαιρίες, θα έχει καταδικάσει εαυτόν στη γνωστή κατάσταση του «παρακολουθήματος» για μερικές ακόμη δεκαετίες.