Το πρώτο καμπανάκι για την επανεμφάνιση κρουσμάτων ιλαράς και στην Ελλάδα έχει χτυπήσει εδώ καιρό, ενώ η είδηση ότι τουλάχιστον έξι γιατροί που εργάζονται σε δημόσια νοσοκομεία έχουν προσβληθεί από τη νόσο, είτε επειδή ήταν ατελώς εμβολιασμένοι είτε επειδή δεν τους είχε γίνει ποτέ το εμβόλιο, ήρθε να προκαλέσει νέα ανησυχία.
Η ιλαρά, μια «ξεχασμένη» για πολλά χρόνια νόσος, είναι υπεύθυνη για σοβαρές επιπλοκές σε βρέφη και ενήλικες.
Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος έχει ήδη ζητήσει από το ΚΕΕΛΠΝΟ και τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Υγείας να ενημερώσει τον κόσμο για τον εμβολιασμό, και παράλληλα προγραμματίζει τη δική του καμπάνια. Στην 67η Σύνοδο του ΠΟΥ, η οποία πραγματοποιήθηκε πριν από λίγο καιρό στη Βουδαπέστη, ανακοινώθηκε ότι την περίοδο 2016-2017 στην Ευρώπη καταγράφηκαν 14.000 επίσημα περιστατικά και 41 θάνατοι.
Στην Ελλάδα, που τα προηγούμενα χρόνια τα κρούσματα ήταν σε μονοψήφιο αριθμό, το τελευταίο τετράμηνο καταγράφηκαν περίπου 160 περιστατικά ιλαράς, εκ των οποίων τα 60 τις τελευταίες 17 μέρες. Η Γενική Γραμματεία Δημόσιας Υγείας ήδη έχει αποφασίσει να εντατικοποιήσει την ανοσοποίηση με το εμβόλιο ιλαράς-ερυθράς-παρωτίτιδας (εμβόλιο MMR) μέσω εκστρατειών μαζικού εμβολιασμού σε πρόσφυγες, μετανάστες και ομάδες πληθυσμού Ρομά.
Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, από τη μεριά της, με εγκύκλιό της συστήνει τον άμεσο εμβολιασμό παιδιών, εφήβων, και ενηλίκων που δεν έχουν ιστορικό νόσου, έχουν γεννηθεί μετά το 1970 και δεν τους έχουν γίνει όλες οι δόσεις. Το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών προβλέπει ότι το εμβόλιο MMR πρέπει να γίνεται σε δύο δόσεις: Η πρώτη στην ηλικία των 12 μηνών και η δεύτερη τρεις μήνες μετά, ή σε διαφορετική περίπτωση το συντομότερο δυνατό.
Σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου η δεύτερη δόση μπορεί να γίνει τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες μετά την πρώτη. Οι συστάσεις αυτές ισχύουν όσο διάστημα είναι σε εξέλιξη η επιδημική έξαρση της ιλαράς.