Δεξιοτέχνης της κεμεντζέ, με την οποία ασχολείται συστηματικά από τα πρώτα σχολικά του χρόνια· δάσκαλος μουσικής (απόφοιτος του Τμήματος Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου)· κατασκευαστής διαφόρων τύπων παραδοσιακών ποντιακών οργάνων, από τους ελάχιστους που έχουν απομείνει σήμερα στη χώρα· αναλυτής (με συγγραφή εργασιών) και υπέρμαχος της πλουσιότατης ποντιακής παράδοσης, έχοντας θέσει σκοπό της ζωής του να βάλει το δικό του λιθαράκι για τη διάσωσή της σε όλες της τις μορφές.
Αυτή είναι η πολυσχιδής προσωπικότητα του αρκετά νεαρού ακόμα σε ηλικία –είναι μόνο 33 ετών– Σεραφείμ Μαρμαρίδη.
Ενός ανθρώπου που απολαμβάνει περισσότερο από κάθε τι την παρέα ηλικιωμένων κυρίως μουσικών, από τους οποίους ικανοποιεί τη «δίψα» του για όσο το δυνατόν βαθύτερη γνώση της παράδοσης. Όπως χαρακτηριστικά λέει στο pontos-news.gr, «ιδιαίτερη αδυναμία μου είναι οι ηλικιωμένοι λυράρηδες, με τους οποίους απολαμβάνω να κάνω παρέα. Οι νέοι παίρνουν από τους παλιούς με τον άγραφο νόμο της παράδοσης. Όσο θα ζουν αυτοί οι άνθρωποι, θα θέλω να τους βλέπω και να παίρνω από αυτούς διάφορα πράγματα που γεμίζουν την ψυχή μου και δυναμώνουν τη γνώση μου για την παράδοση».
Σήμερα ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης, όπως λέει, βρίσκεται συχνά σε παρακάθια, αλλά και σε απλές συναντήσεις για συζήτηση με τον Μάντη Σαββίδη, τον Φιλάρετο Μαυρόπουλο, αλλά και άλλους ζωντανούς φορείς και μεταλαμπαδευτές της μουσικής παράδοσης του Πόντου.
Από 7 ετών στην κεμεντζέ, από τα 10 στο πατάρι
Στην Κωνσταντία Αριδαίας, ένα ποντιοχώρι του νομού Πέλλας, γεννήθηκε το 1984 ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης, ο οποίος έλκει την καταγωγή του από διάφορα μέρη της αλησμόνητης πατρίδας. Την Αργυρούπολη, την Ορντού, τη Γαύζα, το Τσορούμ και το Ακ Νταγ Ματέν.
Το γεγονός ότι η ποντιακή παράδοση βρισκόταν σχεδόν σε κάθε… πέτρα του χωριού του, αλλά και το ότι όλοι στο σόι του ήταν ιδιαίτερα μερακλήδες με την ποντιακή μουσική, μοιραία έκαναν τον Σεραφείμ από πολύ μικρή ηλικία πολύ εξοικειωμένο με διάφορες πτυχές της παράδοσης του Πόντου – και ιδίως με τη μουσική του.
Όταν ήταν μόλις 7 ετών, ο σύλλογος του χωριού του έφερε δάσκαλο λύρας. Ο πατέρας του ρώτησε τον Σεραφείμ αν ήθελε να μάθει, ο μικρός απάντησε καταφατικά, κι έτσι άρχισε να μυείται στα μυστικά τού κατεξοχήν παραδοσιακού μουσικού οργάνου του Πόντου, με πρώτο δάσκαλο τον Δημήτρη Κουγιουμτζίδη. Μάλιστα, ο μικρός αποδείχθηκε και πολύ επιμελής μαθητής, με αποτέλεσμα τρία χρόνια μετά, στα 10 του, να ανέβει με την κεμεντζέ του για πρώτη φορά στο πατάρι και να παίξει επί πληρωμή σε γάμο στο χωριό του. Το ίδιο έκανε και τα επόμενα χρόνια, αφού έπαιζε ως επαγγελματίας λυράρης –αν και ούτε καν έφηβος– σε γάμους, πανηγύρια, μουχαπέτια, μουσικοθεατρικές εκδηλώσεις κτλ.
Εξάλλου, στα 12-13 του χρόνια είχε παίξει αρκετές φορές και σε παρακάθια με γνωστούς Πόντιους καλλιτέχνες, όπως, για παράδειγμα, με τον Αχιλλέα Βασιλειάδη.
Όσο μεγάλωνε ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης τόσο βελτίωνε τις μουσικές του γνώσεις, αφού εκτός από τη λύρα σπούδασε πιάνο, ορθοφωνία και βυζαντινή μουσική. Στα 18 του εισήχθη στο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου, στο οποίο απέκτησε εξειδίκευση στο βιολί. Κι αυτό διότι τότε στη σχολή δεν μπορούσε να ειδικευτεί στην ποντιακή λύρα.
Πλέον, όπως λέει ο Σεραφείμ, μετά από τόσα χρόνια επαγγελματικής ενασχόλησης με την ποντιακή λύρα, έχει παίξει με όλους τους γνωστούς Πόντιους καλλιτέχνες σε διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ έχει συνεργαστεί και με καταξιωμένους στο είδος τους ξένους μουσικούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δύο συναυλίες που έδωσε στην Αθήνα με τον Βούλγαρο Στόγιαν Γιανγκούλοφ, ο οποίος είναι παγκοσμίως γνωστός μουσικός κρουστών. Ωστόσο ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης, όπως λέει, παραμένει πιστός στο μουσικό ύφος του, που είναι η απόδοση ποντιακής μουσικής με αυστηρά παραδοσιακά όργανα, χωρίς καμία πρόσμιξη σύγχρονων οργάνων.
Με την οργανοποιία διασώζει την παράδοση
Μπορεί να είναι καθηγητής μουσικής ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης, ωστόσο ποτέ δεν σκέφτηκε να καταθέσει δικαιολογητικά για να διοριστεί σε κάποιο σχολείο. Η αιτία είναι ότι η μεγάλη του αγάπη σήμερα είναι η οργανοποιία –χωρίς να έχει σταματήσει, βέβαια, το επαγγελματικό παίξιμο της λύρας–, με την οποία ασχολείται κυρίως για το βιοπορισμό του.
«Στα 17 μου χρόνια γνώρισα το αγγείο. Έμαθα να παίζω, αλλά και να το κατασκευάζω, κυρίως από ανάγκη, διότι δεν υπήρχε κανένας να επιδιορθώσει το δικό μου αγγείο αν εκείνο χαλούσε. Είναι τρομερά δύσκολη η κατασκευή αγγείου, και αυτό φαίνεται κι από το γεγονός ότι σήμερα στην Ελλάδα δεν υπάρχουν κατασκευαστές. Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα αγγεία που κυκλοφορούν τα έχω κατασκευάσει εγώ. Έκανα δώδεκα χρόνια να βγάλω άκρη με την κατασκευή του αγγείου».
Εκτός από αγγεία ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης κατασκευάζει ζουρνάδες, φλογέρες και νταούλια. Το κάνει, όπως λέει στο pontos-news.gr, για να μπορέσουν να διασωθούν, αφού αποτελούν παραδοσιακά όργανα της μουσικής του Πόντου.
«Το νταούλι είναι πολύ εύκολο στην κατασκευή του και γι’ αυτό, άλλωστε, ασχολούνται με αυτήν σήμερα περίπου εκατό άτομα σε όλη τη χώρα. Με το ζουρνά ασχολήθηκα διότι τείνει να εξαφανιστεί. Ελάχιστοι πλέον παίζουν ζουρνά. Σε ό,τι αφορά τη φλογέρα, την οποία μπορώ και να παίξω, δεν υπάρχει σήμερα κανείς κατασκευαστής της στον ποντιακό χώρο. Κατασκευάζω αγγεία, φλογέρες και ζουρνάδες για να διασωθούν. Με ενδιαφέρει η διάσωση της παράδοσης σε όλες τις μορφές της. Γι’ αυτό επιλέγω να παίζω μόνο αυστηρά παραδοσιακή ποντιακή μουσική».
Μελέτη της ποντιακής παράδοσης
Εκτός από οργανοποιός, οργανοπαίκτης και καθηγητής μουσικής, ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης ασχολείται εδώ και χρόνια με τη μελέτη της ποντιακής παράδοσης, καθώς και με τη συγγραφή εργασιών σχετικών με αυτήν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η πτυχιακή του εργασία «Παρατακτική τεχνοτροπία στη μουσική παράδοση του Πόντου» εκδόθηκε από την Επιτροπή Ποντιακών Μελετών στο Αρχείον Πόντου, ενώ ήδη ετοιμάζει την έκδοση άλλων τριών μελετών. Πρόκειται για μία μελέτη για το παρακάθ’, μία για τη μουσικογραφική ανάλυση της σέρρας και μία ακόμα για τους επιτραπέζιους μουσικούς σκοπούς. «Στην πτυχιακή μου εργασία ασχολήθηκα με την ανάλυση των παλαιών τρόπων παιξίματος ποντιακής μουσικής σε όλα τα όργανα. Την τεχνοτροπία που χρησιμοποιούσαν οι παλαιοί οργανοπαίκτες και η οποία τείνει να εξαφανιστεί στις μέρες μας. Χαρακτηριστικό της είναι η επανάληψη και η αναγέννηση μουσικών τμημάτων μέσα από τον ρυθμικό αυτοσχεδιασμό. Πιστεύω ότι χρειάζεται μια θεωρητική ανάλυση της παράδοσης, ιδίως σχετικά με τη μουσική, διότι έχουμε τεράστια έλλειψη πάνω στον τομέα αυτόν».
Εκείνο στο οποίο έχει ιδιαίτερη αδυναμία ο Σεραφείμ Μαρμαρίδης είναι να μελετάει τους λυράρηδες και τους άλλους μουσικούς της πρώτης γενιάς προσφύγων, γιατί, όπως λέει, το κυριότερα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής μουσικής είναι το χρώμα και το ύφος και όχι η δεξιοτεχνία. Για παράδειγμα μελετά τον Γώγο Πετρίδη, τον πατέρα του, Σταύρη, τον Νίκο Παπαβραμίδη, τον Χρήστο Αϊβαζίδη, τον Μήτια Ταυρίδη και άλλα ιερά τέρατα της παραδοσιακής ποντιακής μουσικής.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης
- Φωτογραφίες: Προσωπικό αρχείο Σεραφείμ Μαρμαρίδη.