Με μαεστρία και… διακριτικότητα, οι γλάροι πλησίαζαν το κατάστρωμα μόλις το καράβι έπιασε τα ανοιχτά της Ουρανούπολης, κι έπαιρναν από τα τεντωμένα χέρια ανθρώπων μπουκιές ψωμί ή κομμάτια κουλούρι. Ένα κοπάδι δελφίνια έπαιζε με τα κύματα κι έδινε τη δική του παράσταση με τα σάλτα του, ομορφαίνοντας το ταξίδι των προσκυνητών προς την Αθωνική Πολιτεία. Μετά από αρκετές μέρες συννεφιάς και χιονιού, ο ήλιος έκανε ντροπαλές εμφανίσεις κι έριχνε φευγαλέα το χρυσάφι του πάνω στον Άθω, που έμοιαζε από μακριά σαν γίγαντας με ολόλευκα μαλλιά. Κάθε οργιά που «κατάπινε» το καραβάκι μπορεί να μείωνε την απόσταση προς τη Δάφνη, το λιμάνι του Αγίου Όρους, αύξανε όμως την προσμονή για τις κατανυκτικές εκείνες στιγμές που η ψυχή του κάθε πιστού αφήνεται ήρεμη και λεύτερη στην αγκαλιά της Κυράς του τόπου, της Παναγίας.
«Το βλέπεις αυτό; Ο Θεός έκαψε το μοναστήρι για τιμωρία, επειδή ο ηγούμενος έβαλε κάποτε μέσα γυναίκα».
Με ύφος γεμάτο σιγουριά, ένας νεαρός, που φαινόταν μόλις να είχε κλείσει τη δεύτερη δεκαετία της ζωής του, απευθυνόταν σε δυο φίλους του που τον κοιτούσαν με βλέμμα απορημένο και ταυτόχρονα σπινθηροβόλο. Με πατρικό χαμόγελο τους παρατηρούσε ένας καλόγερος, με χιονάτη μακριά γενειάδα, που καθόταν παραδίπλα. Προφανώς είχε ακούσει κι άλλες φορές το μύθο για την καμένη σκήτη, η οποία αποτελεί το πρώτο κτίσμα που αντικρίζει από το καραβάκι ο προσκυνητής αφού περάσει τα όρια της Αθωνικής Πολιτείας, σε απόσταση περίπου μίας ώρας από την Ουρανούπολη.
Μονή Δοχιαρείου, με το επικλινές σχήμα και τα ψηλά της τείχη, Μονή Ξενοφώντος, με την κόκκινη εκκλησιά της, Μονή Αγίου Παντελεήμονος, το πλήρως ανακαινισμένο ρωσικό μοναστήρι με τους μεγαλοπρεπείς πράσινους τρούλους και τα ογκώδη κτίσματά του. Αγκομαχώντας, παλεύοντας με τα κύματα, το καράβι έπιανε τους αρσανάδες (λιμάνια) τους, αφήνοντας διψασμένους για Θεία Φώτιση επισκέπτες και παίρνοντας προσκυνητές με πρόσωπα ιλαρά και γαλήνια.
Μετά τη Δάφνη, και στο δρόμο προς τον Νότο, το τοπίο αρχίζει σιγά-σιγά να αγριεύει και να γίνεται περισσότερο πετρώδες.
Σε μια από αυτές τις απόκρημνες πέτρες, που εξέχει σαν μεγάλο μπαλκόνι, σε υψόμετρο περίπου 400 μ., στο «στέρνο» ενός σχεδόν κατακόρυφου βουνού, το βλέμμα του επισκέπτη μαγνητίζει ίσως η αρχαιότερη «πολυκατοικία» του κόσμου, η Μονή Σίμωνος Πέτρας. Χτίστηκε τον 13ο αιώνα από τον τότε ασκητή και μετέπειτα όσιο Σίμωνα. Για πολλούς επειδή άκουσε τη φωνή της Παναγίας να του υποδεικνύει το σημείο για να κατασκευαστεί το μοναστήρι, για κάποιους διότι είδε ένα φως να βγαίνει μέσα από το βράχο.
Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου
«Ευλόγησον γέροντα», «ο Κύριος». Κατά κόρον ηχούσε ευχάριστα στα αυτιά μου ο συγκεκριμένος χαιρετισμός μεταξύ κάποιου λαϊκού (προσκυνητή) και κάποιου καλόγηρου, από τη στιγμή που πιάσαμε στεριά στον αρσανά της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου. Του μοναστηριού που ορθώνεται πάνω σε έναν σμιλευμένο από τα κύματα βράχο και φαντάζει σαν κόσμημά του ένας πανύψηλος φοίνικας, που βρίσκεται στο εσωτερικό του.
Χτίστηκε τον 14ο αιώνα από τον Όσιο Γρηγόριο, και το καθολικό του (ο ναός του) τιμά τον Άγιο Νικόλαο. Το μοναστήρι ξεπέρασε κάθε δυσκολία στο πέρασμα των αιώνων υπό τη σκέπη και τις ευλογίες της προστάτιδάς του, της Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας. Η παράδοση λέει ότι ένα ζευγάρι ευσεβών Ρουμάνων είχε αγοράσει κάποτε τα οστά της, αλλά η Αγία Αναστασία η Ρωμαία παρουσιάστηκε και τους ζήτησε να τα μεταφέρουν στο μοναστήρι του Οσίου Γρηγορίου στο Άγιον Όρος.
Το ζευγάρι υπάκουσε και από τότε τα οστά φυλάσσονται εκεί, προστατεύοντας το μοναστήρι.
Γλυκά ανηφορικό είναι το περίπου 120 μέτρων πανέμορφο καλντερίμι που οδηγεί από το λιμάνι στην είσοδο του μοναστηριού, όπου βρίσκεται η εικόνα με τους τρεις προστάτες του. Την Αγία Αναστασία τη Ρωμαία, τον Άγιο Νικόλαο και τον Όσιο Γρηγόριο. Ευσεβείς, ευγενικοί καλόγεροι τριγυρνούν, κάνοντας τα διακονήματά τους (την καθημερινή τους ενασχόληση) στην εξωτερική αυλή, με την πέτρινη κρήνη και το μαρμάρινο κιόσκι με την κολυμπήθρα.
Ένας καλόγερος φτιάχνει κομποσκοίνια
Ένα ψηφιδωτό με τη μορφή του Οσίου Γρηγορίου πάνω από την εσωτερική πύλη της μονής καλωσορίζει τους προσκυνητές, μοιάζει να τους συνιστά να συμπεριφέρονται με ευσέβεια στον ιερό χώρο και να τους ζητά να ανοίξουν την ψυχή τους ώστε να γεμίσει με τη Χάρη του Ιησού Χριστού και την παρηγοριά που αυτή προσδίδει.
Με ζεστό χαμόγελο ο αρχοντάρης (ο επιφορτισμένος με τα καθήκοντα της φιλοξενίας των προσκυνητών) καλωσορίζει τους επισκέπτες της μονής στο Αρχονταρίκι (χώρος υποδοχής) και τους τακτοποιεί στα δωμάτια όπου θα ξεκουραστούν κατά τις νυχτερινές ώρες. Τις περίπου 3-4 ώρες που μεσολαβούν μέχρι τον Εσπερινό, κάποιοι από τους προσκυνητές επιλέγουν να περιηγηθούν στους χώρους του μοναστηριού και να θαυμάσουν τη γαλαζοπράσινη θάλασσα από τα ξύλινα μπαλκόνια του, άλλοι να διαβάσουν ένα βιβλίο στο Αρχονταρίκι, μερικοί να περπατήσουν μέχρι γειτονικές σκήτες και σπηλιές, όπου έζησαν άγιοι, και κάποιοι να συζητήσουν με γέροντες (καλόγερους) του μοναστηριού, ψάχνοντας απαντήσεις σε ερωτήματά τους ή θέλοντας να δυναμώσουν την πίστη τους από τις φωτισμένες από τη Χάρη της Παναγίας απαντήσεις.
Σημείο για ξεκούραση και θέα έξω από το μοναστήρι
Μετά τον Εσπερινό και την Τράπεζα (χώρος όπου τρώνε με ευσέβεια γέροντες και λαϊκοί, ακούγοντας την ανάγνωση κάποιου βίου Αγίου από μοναχό), η νύχτα αγκαλιάζει την Αθωνική Πολιτεία. Για όλους είναι η ώρα ξεκούρασης, περισυλλογής και προσευχής.
Είναι η ώρα που οι προσκυνητές, κάτοικοι των μεγαλουπόλεων, μπορούν να ικανοποιήσουν την ακόρεστη δίψα τους για ησυχία και ηρεμία. Είναι η ώρα που οι αράδες κάποιου πνευματικού βιβλίου αποτυπώνονται σαν σε λευκό χαρτί στην ψύχη του ευσεβούς επισκέπτη.
Ο ρυθμικός ήχος του τάλαντου σκίζει τη σιγαλιά της νύχτας, παρόλο που αυτή ακόμα κερδίζει κατά κράτος τη μάχη της με το φως. Είναι η ενημέρωση για εγερτήριο, η αναγγελία ότι σε λίγο αρχίζει ο Όρθρος, η Θεία Λειτουργία. Η ώρα πλησιάζει 4:00 τα ξημερώματα με το κοσμικό ρολόι, και το κρύο είναι τσουχτερό. Άσπρες νιφάδες χιονιού φωτίζουν το δρόμο από τον ξενώνα μέχρι την εκκλησία.
Το μεγάλο ξύλινο τάλαντο
Πίσω από την ξύλινη πόρτα της εισόδου της, μελωδικές φωνές υμνούν τον Κύριο. Μέσα στο ναό η ατμόσφαιρα μοιάζει απόκοσμη. Το ελάχιστο φως προέρχεται μόνο από τα λιγοστά καντήλια και τα ακόμα λιγότερα κεράκια. Η ευσέβεια και η κατάνυξη πλημμυρίζουν την ψυχή του κάθε πιστού. Το σώμα κουρνιάζει στο λιτό ξύλινο στασίδι, και τα μάτια καρφώνονται στο μαρμάρινο δάπεδο ή στα γλυκά πρόσωπα του Ιησού, της Παναγίας και των αγίων. Είναι η ώρα της παράδοσης στην αγάπη και τη δύναμη του παντοδύναμου Θεού. Εσωτερικοί λυγμοί ζητούν συγχώρεση. Το αίσθημα της μετάνοιας ανυψώνει τις καρδιές. Ένας καινός δρόμος γεννιέται μέσα στην ψυχή και το μυαλό. Μια νέα θεώρηση της ίδιας της ζωής, της καθημερινότητας και των δυσκολιών της, απελευθερώνει τις ψυχές που ψάχνουν παρηγοριά.
Αγιορείτες μοναχοί λένε ότι πριν από αρκετές δεκαετίες, σε μια συνάντηση του Δαλάι Λάμα με κάποιον ηγούμενο, ο βουδιστής θρησκευτικός ηγέτης είπε ότι «οι ορθόδοξοι χριστιανοί είστε τυχεροί που έχετε το Άγιον Όρος».
Ελάχιστη σημασία έχει αν αυτή η ιστορία είναι θρύλος ή πραγματικότητα. Το Άγιον Όρος στη χιλιόχρονη ιστορία του δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί την «Κιβωτό της Ορθοδοξίας», ακόμα κι αν πότισαν τη γη του Άθω με το αίμα τους μάρτυρες στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας ή παλαιότερα κατά τις επιδρομές Σαρακηνών κουρσάρων. Είναι το «Περιβόλι της Παναγιάς», η οποία ακάματα πρεσβεύει στον Υιό της να βοηθήσει τις ψυχές που αναζητούν την Αλήθεια Του.
Κείμενο, φωτογραφίες: Ρωμανός Κοντογιαννίδης.