Για την Ελλάδα υπήρξε το 2012 η μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους στην ιστορία, επισημαίνει σε συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα Der Standard o Κλάους Ρέγκλινγκ. O επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας απέκλεισε απομείωση του χρέους, που, όπως παρατηρεί, «δεν ζητείται ούτε από τους Έλληνες».
«Πολλοί έχουν ξεχάσει πως η Ελλάδα είχε λάβει το 2012 τη μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους στην ιστορία του κόσμου. Ιδιώτες δανειστές παραιτήθηκαν από 100 δισ. ευρώ και οι δημόσιοι πιστωτές βελτίωσαν σαφώς τους όρους δανεισμού. Αυτό σημαίνει μία ελάφρυνση χρέους για τον προϋπολογισμό της Ελλάδας από τους δημόσιους δανειστές, κατά πάνω από οκτώ δισεκατομμύρια τον χρόνο. Αυτή είναι η αλληλεγγύη της Ευρωζώνης με την Ελλάδα» σημειώνει ο Κ. Ρέγκλινγκ.
Η συνέντευξη του επικεφαλής του ESM στην ηλεκτρονική έκδοση της Der Standard
Και προσθέτει ότι «για αυτό πρέπει να αντέξει κανείς τα σκληρά μέτρα προσαρμογής. Για αυτό η Ελλάδα δεν έχει αυτή τη στιγμή προβλήματα με την εξυπηρέτηση του χρέους. Ωστόσο κάποτε θα αυξηθούν οι αποπληρωμές. Όταν το 2018 τελειώσει το πρόγραμμα θα αναλυθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Εάν υπάρξει ανάγκη θα δράσουμε.
»Όμως μία μείωση του χρέους αποκλείεται και δεν ζητείται ούτε από τους Έλληνες. Εάν τελικά χρειασθεί θα βελτιωθούν ακόμη μία φορά οι όροι, για παράδειγμα ο χρόνος αποπληρωμής. Δεν ευσταθεί ότι το ΔΝΤ βλέπει τα πράγματα διαφορετικά. Η διαφορά έγκειται στο ότι το ΔΝΤ θα ήθελε να αποφασιστούν ήδη τώρα ελαφρύνσεις στο χρέος, αλλά μία διαγραφή χρέους δεν ζητά ούτε το ΔΝΤ».
Απαντώντας στο ερώτημα εάν η Ελλάδα οικονομικά έχει ξεπεράσει τον «πάτο», ο επικεφαλής του ESM υποστηρίζει: «Θα έλεγα ότι η Ελλάδα είναι και πάλι στον “πάτο”. Εκεί ήμασταν ήδη το 2014, όταν είχε καταγραφεί ανάπτυξη και η ανεργία είχε μειωθεί κατά δύο μονάδες. Τότε το κράτος ήταν και πάλι σε θέση να δανειστεί στις αγορές. Αυτές ήταν σαφείς ενδείξεις ότι με την Ελλάδα υπήρχε πάλι ανοδική πορεία. Μετά είχαμε την υποτροπή το πρώτο εξάμηνο του 2015 με μία νέα κυβέρνηση.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ με τον Γιάνη Βαρουφάκη (φωτ.: ΕΡΑ)
»Με έναν υπουργό Οικονομικών, ο οποίος προσπάθησε να ακολουθήσει μία τελείως άλλη στρατηγική, η οποία υπήρξε πολύ ακριβή για την Ελλάδα. Πολλές μεταρρυθμίσεις υποχώρησαν και για το λόγο αυτό η Ελλάδα περιήλθε πάλι σε ύφεση. Αυτό οδήγησε κατόπιν στο τρίτο πρόγραμμα βοήθειας. Τώρα είμαστε για δεύτερη φορά στον “πάτο”. Εάν η Ελλάδα είχε παραμείνει το 2015 σε πορεία μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσαμε να έχουμε εξοικονομήσει πολύ χρόνο και χρήματα».
Αναφορικά με το πόσο ευχαριστημένος είναι με την εφαρμογή του προγράμματος, σημειώνει πως «το πρόγραμμα εφαρμόζεται μεν αργά και συχνά με καθυστέρηση, ωστόσο, εάν οι μεταρρυθμίσεις συνεχιστούν με συνέπεια η Ελλάδα έχει μία καλή πιθανότητα να εξέλθει από την κρίση. Υπάρχει ήδη ένα πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό, η ανταγωνιστικότητα, χάριν της εσωτερικής υποτίμησης με τη μείωση μισθών και συντάξεων, έχει αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό. Ωστόσο δεν παύουν να είναι απαραίτητες περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας όπως επίσης και οι ιδιωτικοποιήσεις».
Σύμφωνα με τον ίδιο, στην παρούσα φάση η ανάπτυξη και τα σχέδια προϋπολογισμού είναι καλύτερα από ό,τι προβλεπόταν στο πρόγραμμα και αυτό είναι ευχάριστο.
Όμως, υπάρχουν αρκετά σημεία όπου πρέπει να γίνουν βελτιώσεις, και χωρίς να θέλει να δραματοποιήσει την κατάσταση όπως λέει, εκτιμά ότι υπάρχει ακόμη ανάγκη προσαρμογής στα σχέδια προϋπολογισμού.