Την εν πολλοίς άγνωστη ιστορία της σύλληψης ενός ελληνικού ατμόπλοιου από τουρκική κανονιοφόρο του Κεμάλ στα νερά του Εύξεινου Πόντου, κατά την περίοδο της τελευταίας φάσης του Μικρασιατικού Πολέμου, φέρνει στο φως έρευνα του υποπλοιάρχου Παναγιώτη Γέροντα (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού) και του ιστορικού-ερευνητή και μέλους της Ένωσης Ποντίων Σουρμένων Αλέξανδρου Αποστολίδη, που δημοσιεύτηκε στη Ναυτική Επιθεώρηση της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού.
Η υπόθεση του «Ένωσις» –αυτό ήταν το όνομα του ατμόπλοιου– έχει τα χαρακτηριστικά ενός θρίλερ. Δεν είναι μόνον αυτή καθαυτή η σύλληψή του, στις 13/26 Απριλίου 1922, που από τους Τούρκους παρουσιάζεται ως νίκη αλλά από τους Έλληνες υποβαθμίζεται όπως προκύπτει από τις πηγές, αλλά και το γεγονός ότι μετέφερε «θησαυρό» από χρυσό και ασήμι, του οποίου η αξία υπολογίζεται στο τεράστιο ποσό των 760.000 λιρών! Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, η αξία του «Ένωσις» αποτιμάτο στις 60.000 λίρες.
Το πλοίο, που είχε προορισμό την Κωνσταντινούπολη, κατελήφθη, μεταφέρθηκε στη Ριζούντα και έπειτα στην Τραπεζούντα και «μεταμορφώθηκε» από τους ανθρώπους του Μουσταφά Κεμάλ. Πλήρωμα και επιβαίνοντες αιχμαλωτίστηκαν, με κάποιες εξαιρέσεις, και μεταφέρθηκαν αρχικά στην περιοχή του Όφεως.
Η σύλληψη του «Ένωσις», που εξιστορείται από τους συγγραφείς με παραπομπή σε πηγές και τεκμηρίωση, και με παράλληλη σκιαγράφηση του ιστορικού πλαισίου της εποχής, γεννά πολλά ερωτηματικά.
Μεταξύ άλλων, αν το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό συνέλαβε στη συνέχεια το τουρκικό «Ινέμπολις» ως αντίποινα για το «Ένωσις», και πολύ περισσότερο αν ο βομβαρδισμός της Σαμψούντας στις 7 Ιουνίου 1922 έγινε για τον ίδιο λόγο.
Το pontos-news.gr αναδημοσιεύει το πόνημα από το τεύχος 595 της Ναυτικής Επιθεώρησης της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού, σε τρεις συνέχειες.
Το θέατρο των γεγονότων, ο μαρτυρικός Πόντος
[Υπόμνημα: 1. Νοβοροσίσκ, 2. Γκελεντζίκ, 3. Ριζούντα, 4. Τραπεζούντα • πηγή: Google maps]
Η κατάληψη του Ατμόπλοιου Ένωσις από τους Τούρκους
Οι συγγραφείς του παρόντος άρθρου θα ήθελαν να ευχαριστήσουν την Ένωση Ποντίων Σουρμένων για την υλική και πνευματική βοήθεια, καθώς και για την ελεύθερη πρόσβαση στο αρχείο που διαθέτει. Επίσης θα ήθελαν ευχαριστήσουν τους Zeynep Tekin και Ibrahim Arik για τις μεταφράσεις των τουρκικών κειμένων, όπως και την Καρίνα Κοκκινασίδου για τις μεταφράσεις των ρωσικών κειμένων.
Γενικά
Το παρόν πόνημα ασχολείται με την περιπέτεια ενός ελληνικών συμφερόντων ατμόπλοιου, του «Ένωσις», το οποίο συνελήφθη από δύο τουρκικές κανονιοφόρους έξω από το Νοβοροσίσκ. Το όλο γεγονός εντάσσεται στις παράπλευρες απώλειες του Μικρασιατικού πολέμου. Οι καταλήψεις εμπορικών και επιτάκτων πλοίων είναι συνήθεις και ταυτόχρονα σημαντικές επιχειρήσεις, οι οποίες επιφέρουν σημαντικές απώλειες για αυτόν που τις υφίσταται. Εμπορεύματα, τρόφιμα, υλικά, ακόμη και πολεμοφόδια δεν έχουν τη δυνατότητα να «φθάσουν στο στόχο τους» με αποτέλεσμα την παρακώλυση της πολεμικής προσπάθειας.
Τι είναι αυτό όμως που κάνει το «Ένωσις» να διαφέρει από τις άλλες περιπτώσεις; Κατά κύριο λόγο το εμπόρευμα. Τι μετέφερε αυτό το πλοίο; Γιατί οι Τούρκοι το θεώρησαν σημαντική λεία; Εν συνεχεία οι συνέπειες. Ποιες ήταν οι αντιδράσεις της ελληνικής και της τουρκικής πλευράς μετά την κατάληψη του εν λόγω ατμόπλοιου; Ποιος ο διεθνής αλλά και ο τοπικός αντίκτυπος; Τέλος, ποια ήταν η έκταση που πήρε το επεισόδιο στον Τύπο, και επιπρόσθετα ποια θέση κατέχει στην ιστοριογραφία;
Η έρευνα, προσπαθώντας να απαντήσει στα προηγούμενα ερωτήματα, κινήθηκε πολύπλευρα: ερευνήθηκαν αρχεία, όπως το ιστορικό αρχείο της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού και αυτό του υπουργείου Εξωτερικών. Παράλληλα αναζητήθηκε το γεγονός και οι συνέπειές του στον Τύπο (ελληνικό και ξένο) της εποχής. Η έρευνα τέλος δεν περιορίστηκε μόνο σε ελληνικές πηγές, αλλά επεκτάθηκε σε ρωσικές και τουρκικές.
Η παρούσα εργασία θα προσπαθήσει να απαντήσει όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένα στα παραπάνω ερωτήματα.
Το ατμόπλοιο «Ένωσις» ως «Trabzon» στην υπηρεσία των κεμαλικών.
Τα χαρακτηριστικά και το ιστορικό του πλοίου
Το ατμόπλοιο «Ένωσις» καθελκύστηκε το 1891 από την Kockums MV στο Malmö της Σουηδίας. Το 1891 το πλοίο μετά από επιτυχείς δοκιμές τέθηκε στην υπηρεσία της εταιρείας Franz Trelleborg Ångfartygs Ny. AB. Το 1918 τέθηκε στην υπηρεσία της εταιρείας Franz Rederi A/B Baltaic – France, Göteborg. Το 1920 αγοράστηκε από τον εφοπλιστή Γεώργιο Δρακούλη (G. A. Drakoulis). Στις 26 Απριλίου του 1922 κατελήφθη από την τουρκική κανονιοφόρο Νο1 και αφού έκανε μια στάση στη Ριζούντα, μεταφέρθηκε στην Τραπεζούντα. Εκεί, ως κεμαλικό πλοίο πλέον, έλαβε την ονομασία «Trabzon». Το 1924 τέθηκε εκτός υπηρεσίας και οδηγήθηκε στο Gölcük. Το 1934 πουλήθηκε για διάλυση.1
Τα χαρακτηριστικά του πλοίου είναι τα ακόλουθα:
Εκτόπισμα | 632gt, 369nt, 1.200tdw |
Διαστάσεις | L 52.3m, B 8.1m., D 3.9m |
Υλικό σκάφους | Σίδηρος |
Μηχανή | 1 triple 3 cyl,_ihp, Kockums |
Λέβητας | 1 Scotch, Kockums |
Ταχύτητα | (1922) 8kts |
Οπλισμός | Ουδείς2 |
Το πλαίσιο
Η στρατιωτική και διπλωματική θέση της Ελλάδας τον Απρίλιο του 1922 ήταν δυσχερής. Η προέλαση του Ελληνικού Στρατού τον Αύγουστο του 1921 είχε αποτύχει. Η Άγκυρα δεν είχε καταληφθεί. Επικρατούσε στρατιωτική στασιμότητα που ευνοούσε τον Κεμάλ, καθώς η Ελλάδα είχε οδηγηθεί σε πλήρη διπλωματική απομόνωση. Η Γαλλία είχε μεταστραφεί πλήρως, η Μ. Βρετανία ακολουθούσε επαμφοτερίζουσα στάση, η Ιταλία ήταν σαφώς εχθρική, ενώ τέλος η Σοβιετική Ένωση είχε υπογράψει με το κεμαλικό καθεστώς Σύμφωνο Φιλίας (Μάρτιος 1920), το οποίο διακανόνιζε το καθεστώς των Στενών χωρίς να λαμβάνει υπόψη τους Δυτικούς, προσφέροντας παράλληλα στον Κεμάλ υλικοτεχνική βοήθεια.3
Η επάνοδος του βασιλέα Κωνσταντίνου έδωσε την κατάλληλη αφορμή στη Γαλλία να στραφεί ανοικτά υπέρ του Κεμάλ. Σε αυτό συνέβαλε και ο οικονομικός ανταγωνισμός της χώρας αυτής με τη Μ. Βρετανία στο χώρο της «Εγγύς Ανατολής».
Στα μάτια των Γάλλων, ο Ελληνικός Στρατός στην περιοχή εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των Βρετανών. Για να εξασφαλίσει τα οικονομικά της συμφέροντα υπέγραψε με τον Κεμάλ το Σύμφωνο της Άγκυρας (Οκτώβριος 1921), με το οποίο παραχωρούσε στον Κεμάλ την Κιλικία με αντάλλαγμα οικονομικές παραχωρήσεις στα εδάφη της Τουρκίας.4 Μέσα σε αυτήν την κατάσταση, οικονομικοί παράγοντες του Λονδίνου άρχισαν να ανησυχούν για τυχόν παραμερισμό τους από αυτήν τη νέα «μοιρασιά».5
Η Οργάνωση του Τουρκικού «Ανατολικού Στόλου»6 και οι κεμαλικές κανονιοφόροι»
Η ανασυγκρότηση των τουρκικών δυνάμεων υπό τον Κεμάλ άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά το 1920. Στις 10 Ιουλίου του 1920 η Διεύθυνση Αμυντικών Θεμάτων (Umûr-ı Bahriye Μüdürlüğü) ιδρύθηκε από το υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Την 1η Μαρτίου του 1921 ο οργανισμός μετονομάστηκε σε Ναυτική Διεύθυνση.7 Αυτή, έχοντας τεράστιες αρμοδιότητες, στεγαζόταν σε ένα πέτρινο κτήριο στην περιοχή Samanpazarı στην Άγκυρα. Η δράση της ήταν επιτυχής οργανώνοντας την τοπική άμυνα, τη διάθεση των εθελοντών αλλά και τη δημιουργία ενός δικτύου πληροφοριών για τις κινήσεις των εχθρικών πλοίων.
Αυτό το τελευταίο ήταν εξόχως σημαντικό διότι ο Ελληνικός Στόλος εκείνη την περίοδο είχε την απόλυτη υπεροπλία. Διευθυντής της μέχρι τον Ιούνιο του 1923 ήταν ο υποπλοίαρχος Ahmet Şevket.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου ιδρύθηκαν ναυτικές διοικήσεις υπαγόμενες στην παραπάνω διεύθυνση. Αυτές ήταν η Ναυτική Αποστολή στην Τραπεζούντα, το Ναυτικό Απόσπασμα στη Σαμψούντα, η Ναυτική Διοίκηση Αμάσρας, το Ναυτικό Απόσπασμα στο Ερεκλί8 (Ereğli), η Ναυτική Διοίκηση του Ισμίτ9 (Izmit), η Ναυτική Εφεδρεία στο Φετίγιε10 (Fethiye) και το Ναυτικό Απόσπασμα στο Εγκιρντίρ11 (Eğirdir). Παράλληλα ιδρύθηκαν λιμεναρχεία και παράκτιοι σταθμοί επιτήρησης για την υποστήριξη των στρατηγικών ναυτικών μεταφορών.
Σημαντικός παράγοντας της ενίσχυσης των κεμαλικών υπήρξε και η υποστήριξη της Σοβιετικής Ενώσεως. Ήδη τον Ιούλιο του 1920 ο Κεμάλ έστειλε αποστολή στη Μόσχα για να εγκαταστήσει σχέσεις. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τότε το κίνημα του Κεμάλ δεν είχε πάρει τον μετέπειτα χαρακτήρα του. Τότε φαινόταν ότι και τα δύο καθεστώτα αγωνίζονταν εναντίον της δυτικής ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Από τον Σεπτέμβριο του 1920 ξεκίνησαν οι μεταφορές πολεμοφοδίων και χρημάτων από τα ρωσικά λιμάνια στην Τραπεζούντα. Κάτω από αυτήν την εξέλιξη το Ναυτικό Απόσπασμα στην Τραπεζούντα μετονομάστηκε σε Διοίκηση Ναυτικών Μεταφορών.
Με το Σύμφωνο του Μαρτίου του 1921 σχεδόν κάθε είδος οπλισμού και πολεμοφοδίων μεταφέρθηκαν στην Τουρκία.
Η τουρκική ναυτική δύναμη όμως παρέμενε ανεπαρκής. Στον Ανατολικό Στόλο δεν υπήρχαν άλλα πολεμικά πλοία εκτός από τις κανονιοφόρους «Preveze» και «Aydinreys», αριθμώντας συνολικά 37 πλοία (26 στην Μαύρη Θάλασσα, 11 στη θάλασσα του Μαρμαρά και στο Αιγαίο). Ο υπόλοιπος στόλος αποτελούνταν από ρυμουλκά, ατμόπλοια και μεταφορικά. Τα περισσότερα από αυτά ήταν γηραιά και χαμηλής ταχύτητας, ενώ ουσιαστικά στερούνταν την απαραίτητη υποστήριξη βάσης. Σε πολλά από αυτά τα πλοία το πλήρωμα αποτελούνταν από ιδιώτες ή από παροπλισμένους αξιωματικούς.
Μόνο οι δύο παραπάνω αναφερόμενες κανονιοφόροι είχαν κανονικό ναυτικό πλήρωμα, χωρίς ιδιώτες.
Οι κεμαλικές κανονιοφόροι υπ’ αριθμόν 1 και 2
Atabey F., «Turkish Sailors in the period of national struggle», στο International Journal of Social Studies, No31, Winter II, 2015
Οι μηχανοκίνητες κανονιοφόροι υπ’ αριθμόν 1 και 2 αποκτήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση στις 24 Σεπτεμβρίου του 1921 αλλά αναγκάστηκαν να πλεύσουν και πάλι προς το Νοβοροσίσκ λόγω τεχνικών προβλημάτων. Μετά από τέσσερις μήνες επισκευών, στις 5 Απριλίου του 1922, οι κυβερνήτες και των δύο πλοίων ανέφεραν ότι ήταν έτοιμοι για κάθε είδους αποστολή.12 Η Διοίκηση Ναυτικών Μεταφορών στην Τραπεζούντα τούς ανέθεσε ως αποστολή τη σύλληψη του υπό ελληνική σημαία ατμόπλοιου «Ένωσις», το οποίο θα απέπλεε από το Νοβοροσίσκ για την Κωνσταντινούπολη. (Συνεχίζεται)
____
1. Langensiepen B. – Güleryüz. A., Ottoman Steam Navy, 1828- 1923, Conway Maritime Press.
2. Όπ.π.
3. Στην θέση της Σοβιετικής Ένωσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο και η συμμετοχή της Ελλάδος στην επέμβαση των Δυτικών στην Κριμαία με σκοπό την ανατροπή των κομμουνιστών.
4. «Οι Γάλλοι με τον Κλεμανσώ στην εξουσία και με τον Ελευθέριο Βενιζέλο στην Ελλάδα, δεν ήταν δυσμενώς προδιατεθειμένοι. Εν τούτοις η γαλλική επιρροή στην Τουρκίαν είχεν αφήσει ζωηρά τα κατάλοιπά της, τα οποία έκαμνον πολλούς Γάλλους να εξακολουθούν να είναι τουρκόφιλοι. Εις τούτο συνέτεινε και ο οικονομικός παράγων, διότι τα 60% περίπου του οθωμανικού χρέους ευρίσκοντο εις γαλλικάς χείρας, καθώς και πέραν του ημίσεος των εις την Τουρκίαν ξένων επενδύσεων ανήκεν εις γαλλικά συμφέροντα. Αλλ’ όταν ο Κλεμανσώ, φθίνοντος του Ιανουαρίου του 1920, απώλεσε την εξουσίαν και ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Millerand, οι φιλότουρκοι ενισχύθησαν. Και όταν τον Νοέμβριον του ιδίου έτους ο Ελευθέριος Βενιζέλος απώλεσε την εξουσίαν και ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος επανήλθεν εις τον θρόνον, οι φιλότουρκοι εύρον πλέον ουρανόπεμπτον πρόφασιν ίνα βαθμηδόν μεταβληθούν ις μισέλληνας», Μαρκεζίνης Σπ., Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, τόμος Δ΄, σ. 274, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1968.
5. Η Ελλάδα δεν είχε την στήριξη της Μ. Βρετανίας αλλά του Λόυντ Τζωρτζ και του κύκλου του, οι οποίοι θεωρούσαν την Ελλάδα έναν ικανό δορυφόρο για τα βρετανικά συμφέροντα. Όπ.π., σ. 274.
6. Atabey F., «Turkish Sailors in the period of national struggle», στο International Journal of Social Studies, No31, p. 99-112, Winter II, 2015.
7. Ελληνική απόδοση του Naval Department Directorate.
8. Η ελληνική πόλη Ηράκλεια.
9. Η Νικομήδεια.
10. Η αρχαία ελληνική πόλη Τελμησσός.
11. Η ελληνική πόλη Ακρωτήρι.
12. Turkish General Staff Military History Archive, Box Nu. 1030, File Nu.78, Document Nu., 151-1, Paper Nu:40.