«Μαζί με τους χιλιάδες Ποντίους που εγκατέλειψαν τα άγια πάτρια εδάφη και ήρθαν ως πρόσφυγες στην μητέρα Ελλάδα, υπήρχαν και πολλές οικογένειες με το όνομα “Γαβράς”, απόγονοι του Αγίου Θεόδωρου Γαβρά» όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του Όμηρου Μαυρίδη Τ’ εμέτερον η γενεά, τ’ εμέτερον το σόι. Στην ιστορική αυτή βυζαντινή και ποντιακή οικογένεια των Γαβράδων βρήκε την έμπνευσή του ο Πόντιος διδάκτωρ φιλοσοφίας και συγγραφέας και αποφάσισε να την εξυμνήσει αλλά και να δείξει πόσο σημαντικό είναι να έχει κανείς επίγνωση της σπουδαίας καταγωγής του.
Στον Νίκο Γαβρά, απόγονο της οικογένειας των Γαβράδων, αφιέρωσε το βιβλίο του ο Όμηρος Μαυρίδης, η παρουσίαση του οποίου έγινε από τις εκδόσεις «Ινφογνώμων» στις 23 Σεπτεμβρίου στο Polis Art Café.
Για την ιστορία των Γαβράδων και τη σημασία της μίλησε ο πρόεδρος της Αδελφότητας των Απανταχού Γαβράδων «Ο άγιος Θεόδωρος Γαβράς» Νίκος Γαβράς, ο οποίος ήταν ένας από τους βασικούς ομιλητές της εκδήλωσης. «Το πιο σημαντικό για τη συγγραφή οποιουδήποτε έργου είναι η έμπνευση, δηλαδή το ερέθισμα του κάθε δημιουργού. Πετυχημένος δημιουργός είναι αυτός που έχει ενδιαφέρουσα έμπνευση όπως στην παρούσα περίπτωση από τη δράση μιας προσωπικότητας ή μιας γενιάς.
»Οι Γαβράδες είναι μία επιφανής βυζαντινή οικογένεια ποντιακής καταγωγής με μια μεγάλη ιστορία. Πρωτοξεκίνησε στο Βυζάντιο το 977 μ.Χ..
»Είναι η αρχαιότερη καταγεγραμμένη στην ιστορία οικογένεια του Πόντου καθώς εμφανίστηκε και στην στρατιωτική αριστοκρατία του Πόντου και παρουσιάζει συνεχή και αδιάλειπτη παρουσία μέχρι τις ημέρες μας χωρίς καμιά διακοπή.
»Το όνομα Γαβράς προέρχεται ετυμολογικά από την αρχαία χαλδαϊκή ρίζα γαβρ- που σημαίνει ο δυνατός και τη βυζαντινή κατάληξη -ας.
»Οι Γαβράδες υπήρχαν στην περιοχή της Αργυρούπολης του Πόντου, στη Ματσούκα και συγκεκριμένα στο χωριό Χαψίκιοϊ και στην Επτάκωμη Σάντα και συγκεκριμένα στην ενορία Πιστοφάντων. Ήρθαν στη Μακεδονία της Ελλάδας ανταλλάξιμοι. Οι Γαβράδες ήταν παρόντες σε κάθε σημαντική φάση του ελληνισμού. Έφτασαν κάποια στιγμή ακόμα και μέχρι την αυλή του τσάρου της Μοσχοβίας», είπε ο Νίκος Γαβράς.
Ο Νίκος Γαβράς μίλησε με περηφάνια για την ιστορία της οικογένειάς του
Το έργο του Όμηρου Μαυρίδη επαίνεσε ο δημοσιογράφος Κώστας Κούσης: «Ο Όμηρος Μαυρίδης είναι εδώ για να μας θυμίζει βιώματα, αναμνήσεις από τον Πόντο, ίσως όχι άγνωστα σε μας αλλά σίγουρα ξεχασμένα. Αυτά τα βιώματα άλλοτε μας συγκινούν, άλλοτε μας ενθουσιάζουν αλλά προσωπικά εμένα τις περισσότερες φορές με προβληματίζουν. Και η δική μου οικογένεια ήρθε εδώ το 1922.
»Οι Γαβράδες λεηλατημένοι και σε περιουσία και σε ψυχές αναγκάστηκαν μαζί με τον άλλο πληθυσμό να διασκορπιστούν στα πέρατα της οικουμένης.
»Ο Όμηρος Μαυρίδης, ο συγγραφέας μας, παρουσιάζει στο βιβλίο του γεγονότα φανταστικά σαν να είναι αληθινά. Η φαντασία και η πραγματικότητα, συνδεδεμένες στενά, συνεργάζονται αρμονικά και αλληλοσυμπληρώνοντας η μια την άλλη παρουσιάζουν ένα δημιουργικό αποτέλεσμα, το οποίο χαιρόμαστε όλοι μας.
Ο δημοσιογράφος Κώστας Κούσης παρουσίασε την αξία του έργου του Όμηρου Μαυρίδη
»Θα ήθελα βέβαια να εκφράσω και ένα προσωπικό σχόλιο. Σήμερα αγαπητοί φίλοι κανείς δε μιλάει για τον Μουσταφά Κεμάλ ως Ατατούρκ, γιατί Ατατούρκ σημαίνει πατέρας των Τούρκων. Δεν είναι δυνατό εμείς οι Έλληνες, οι μικρασιατικής και ποντιακής καταγωγής που έχουμε ζήσει στο πετσί των γονιών μας, των παππούδων μας τη λεπίδα και το θάνατο να αποκαλούμε Μουσταφά Κεμάλ “πατέρα”. Άλλοι ας τον λένε όπως θέλουν. Εμείς δεν πρέπει ποτέ να τον λέμε Ατατούρκ».
Ο συγγραφέας του βιβλίου συγκινημένος από τα επαινετικά σχόλια των συνομιλητών εξομολογήθηκε τον λόγο για τον οποίο άρχισε να γράφει βιβλία και μάλιστα για τον ποντιακό πολιτισμό. «Έζησα στη Γερμανία 42 ολόκληρα χρόνια και δεν είχα σκεφτεί ποτέ να γράψω. Όμως, εκεί μιλούσα μόνο τη γερμανική γλώσσα επειδή δίδασκα σε γερμανικό πανεπιστήμιο και έτσι είχα λησμονήσει τελείως την ελληνική γλώσσα. Γι’ αυτό αποφάσισα να γράφω στα ελληνικά μόνο και μόνο για να μην ξεχάσω τελείως την ελληνική γλώσσα. Τώρα, όμως, που ήρθα στην Ελλάδα και άρχισα να ασχολούμαι με την ελληνική γλώσσα, άρχισα να ξεχνάω τη γερμανική. Ένα δράμα δηλαδή.
»Αποφάσισα να γράψω για τους Ποντίους γιατί ο παππούς μου ήταν καθαρά Πόντιος, γιος ενός ιερέα Ποντίου, από την Οινόη της Σαμψούντας.
»Τρία σημεία θα ήθελα ιδιαίτερα να τονίσω. Πρώτον, ότι δεν υπάρχει λίγη αγάπη. Δεν γίνεται να αγαπάς λίγο ή πολύ. Η αγάπη είναι ολική. Επίσης, θα ήθελα ιδιαίτερα να τονίσω το θέμα της Γενοκτονίας.
»Γενοκτονία δεν είναι μόνο οι σφαγές των 353.000 Ποντίων, αλλά και το αναίμακτο αλλά ταυτόχρονα βίαιο για πολλούς ξερίζωμα της ψυχής από τους τόπους των προγόνων τους.
»Τέλος, θα ήθελα να θίξω το ζήτημα της πάλης μεταξύ μνήμης και λήθης. Δε θα πρέπει να αφήσουμε να νικήσει η λήθη και να ξεχάσουμε την ιστορία μας».
Η Χριστίνα Χαφουσίδου επαίνεσε το συγγραφικό έργο του Όμηρου Μαυρίδη
Και η διευθύντρια των Εκδόσεων «Ινφογνώμων» Χριστίνα Χαφουσίδου, η οποία συντόνιζε την εκδήλωση, είχε να πει τα καλύτερα λόγια για τον συγγραφέα του βιβλίου: «Ο Όμηρος Μαυρίδης έχει ανεξάντλητες πηγές έμπνευσης, μας δημιουργεί χιλιάδες εικόνες στο μυαλό μας και μετά ξαφνικά μας αφήνει στη σιωπή, για να συλλογιστούμε να αναλύσουμε και να φιλοσοφήσουμε. Απόλαυσα το βιβλίο Τ’ εμέτερον η γενεά, τ’ εμέτερον το σόι διότι αισθανόμουν ότι μιλάει ο παππούς μου, δηλαδή αυτός που βίωσε όλες αυτές τις δύσκολες καταστάσεις».
Ο εκδότης-συγγραφέας Σάββας Καλεντερίδης τόνισε το πολύτιμο πνευματικό έργο του Πόντιου συγγραφέα
Παρών στην παρουσίαση του βιβλίου του Όμηρου Μαυρίδη ήταν και ο εκδότης-συγγραφέας Σάββας Καλεντερίδης ο οποίος μίλησε με λόγια ειλικρινά για τον συμπατριώτη του: «Ευχαριστώ τον Νίκο Γαβρά και τον Κώστα Κούση που πλαισίωσαν την Χριστίνα Χαφουσίδου και τον Όμηρο Μαυρίδη στην παρουσίαση του βιβλίου σήμερα. Άτομα, πνευματικοί γίγαντες σαν τον Όμηρο Μαυρίδη, χωρίς κανένα σημείο υπερβολής, τα χρειάζεται η πατρίδα μας τώρα περισσότερο από ποτέ. Το πνευματικό του έργο είναι πραγματικό πολύτιμο».
Κείμενο, φωτογραφίες: Κώστας Τσενκελίδης.
- Ο συγγραφέας Όμηρος Μαυρίδης, πανεπιστημιακός καθηγητής, δρ. Φιλοσοφίας, γεννήθηκε το 1939 στα Κασσιτερά Σαπών (Θράκη) από Πόντιο πατέρα και Θρακιώτισσα μητέρα. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος σε πολλούς συλλόγους (επιστημονικούς, γερμανο-ελληνικούς, φιλανθρωπικούς, πολιτιστικούς). Επίσης δίδαξε παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς σε Έλληνες και Γερμανούς. Τον Φεβρουάριο του 2011 βραβεύθηκε το λογοτεχνικό του έργο από τον Σύνδεσμο Εκδοτών Β. Ελλάδος.