Όπως σε όλα, υπάρχει στη χώρα μας, μια σύγχυση για το ρόλο του δημοσιογράφου. Θέλουμε αποκαλυπτική δημοσιογραφία αλλά με τρόπο που δεν θα υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Γίνεται αυτό;
Κανείς δεν μπορεί να αποδεχθεί, και για κανέναν, ρόλους στην κοινωνία που ξεπερνούν τα νομικά και ηθικά παραδεδεγμένα και, μάλιστα, να τα νομιμοποιήσει με τη δημόσια υποστήριξή τους.
Θα ήθελα να θέσω, όμως, ένα ερώτημα: υπάρχει, έστω μία, από τις παγκόσμιες υποθέσεις που αποκαλύφθηκαν, και η αποκάλυψή τους ωφέλησε την ανθρωπότητα, στις οποίες να μη χρησιμοποιήθηκαν ανορθόδοξες μέθοδοι;
Για να μη ζούμε με ψευδαισθήσεις, στη δημοσιογραφία μετρά το αποτέλεσμα.
Βεβαίως, θα γίνουν σεβαστές αρχέγονες παραδοχές της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, αλλά τα νομικά κατασκευάσματα πολλές φορές διαρρηγνύονται.
Η κάθε μορφής εξουσία, προσπαθεί να περιχαρακώσει τον χώρο της. Να τον κρατήσει αλώβητο και μακριά από τα μάτια αυτών που, αν τον αποκαλύψουν, θα την εκθέσουν. Διαμορφώνει, λοιπόν, ένα πλέγμα, νομικό, ηθικό, πολιτικό, κομματικό γύρω της ώστε όποιος την αγγίξει να υποστεί τις συνέπειες. Και πολλές φορές επιτυγχάνει.
(Φωτ. αρχείου: ΑΠΕ-ΜΠΕ)
Εμφανίζονται, όμως, πολλές φορές άνθρωποι που θέλουν, ίσως από ρομαντισμό, να υπηρετήσουν την κοινωνία και αυτοθυσιάζονται. Νοιώθουν ηθική ικανοποίηση όταν υπερβαίνουν τα καθιερωμένα πλαίσια που διαμόρφωσε η εξουσία και αποκαλύπτουν τις παθογένειές της. Για όσους επέλεξαν τη δημοσιογραφία ως λειτούργημα και όχι, απλώς, ως βιοποριστικό επάγγελμα, αυτός είναι ο απόλυτος στόχος. Κακά τα ψέματα. Θα πληρώσουν για να φθάσουν στο μέτωπο, και θα κάνουν ένα σωρό άλλες ενέργειες που, αν αποκαλυφθούν μόνες τους, μπορούν να επισύρουν ακόμη και την κοινωνική κατακραυγή. Αν δεν γίνονταν, όμως, η υπόθεση θα παρέμενε στο σκοτάδι. Και, τότε, ίσως, βιώναμε χειρότερες, από τις σημερινές, καταστάσεις. Το αποτέλεσμα των ενεργειών τους είναι θετικό για την κοινωνία αλλά οι μέθοδοι που, ίσως, χρησιμοποίησαν, συζητήσιμες.
Με λίγα λόγια επανέρχεται το διαχρονικό φιλοσοφικό ερώτημα: ο σκοπός αγιάζει τα μέσα;
Δεν έχω απάντηση, διότι το ερώτημα με βασανίζει χρόνια. Αυτή, όμως, που περιγράφω, είναι η δημοσιογραφία του πεζοδρομίου σε αντίθεση με τη δημοσιογραφία του γραφείου. Δύσκολο να υποστηριχθεί, διότι, μερικές φορές οι κινήσεις της μπορεί να περιέχουν εκτός από νομική, και μια ηθική απαξία. Την χρειαζόμαστε, όμως, ως παγκόσμια κοινωνία; Δεν θα έπρεπε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό;
Και για να καταλήξω με τα καθ’ ημάς. Πάγια τακτική της κυβερνητικής εξουσίας στην Ελλάδα, από τη μεταπολίτευση ως σήμερα, είναι η διαφθορά. Και απαίτηση της κοινωνίας η αποκάλυψή της. Τι νομίζετε; Η αποκάλυψη γίνεται με την επίσκεψη ενός δημοσιογράφου στον διεφθαρμένο λειτουργό και το ερώτημα «καλημέρα σας. Είμαι δημοσιογράφος. Μήπως είστε διεφθαρμένος;»
Η δημοσιογραφία βρίσκεται σε διαρκή, και μετωπική, σύγκρουση με την εξουσία. Γι αυτό και τα κομματικά όργανα δεν είναι δημοσιογραφικά. Είναι κομματικά δελτία. Όπως και οποιοδήποτε ΜΜΕ δίνει καθημερινά διαπιστευτήρια στην κυβερνητική ή όποια άλλη εξουσία.
Το θέμα είναι τεράστιο. Αλλά, όπως ισχύει για όλα, έτσι και με τη δημοσιογραφία: κάθε κοινωνία είναι άξια της δημοσιογραφίας που έχει.