Η πόλη Ντιγιάρμπακιρ στη νοτιοανατολική Τουρκία είναι η πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, μίας εκ των 81 της χώρας. Έχει πληθυσμό που αγγίζει τις 940.000 κατοίκους και είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του γεωγραφικού διαμερίσματος της Νοτιοανατολίας. Πρώτη είναι το Γκαζίαντεπ. Το Ντιγιάρμπακιρ αποτελείται από κουρδικό πληθυσμό. Παλαιότερα, μέχρι και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατοικούσαν στην πόλη και χριστιανικοί πληθυσμοί, αρμενικοί και συριακοί, οι οποίοι όμως κατά τη διάρκεια του λεγόμενου και «Μεγάλου Πολέμου» εκτοπίσθηκαν με σχέδιο και κατά σύστημα από τους γενοκτόνους.
Στην Αρχαιότητα η πόλη ονομαζόταν Άμιδα και ήταν μέρος της Ελληνικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως, όπως μαρτυρούν και τα τείχη του Κωνσταντίου Β΄.
Κείται στις όχθες του Τίγρη και βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή της Μεσοποταμίας.
Το Ντιγιάρμπακιρ σήμερα είναι η ανεπίσημη πρωτεύουσα του τουρκοκρατούμενου Κουρδιστάν, και για το λόγο αυτόν, οι κάτοικοί του υποφέρουν από τις βάρβαρες τακτικές του τουρκικού κράτους. Η συνοικία Σουρ κοντεύει να εξαϋλωθεί από τους βομβαρδισμούς τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών στο ακαθόριστο και αόριστο πλαίσιο του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας» που έχει εξαπολύσει το τουρκικό κράτος εναντίον οτιδήποτε κουρδικού.
Εικόνα του Σουρ (φωτ.: EPA)
Από το θέρος του 2015, που το φιλοκουρδικό κόμμα HDP εξασφάλισε την είσοδό του στην Μεγάλη Εθνοσυνέλευση, την τουρκική Βουλή, το κυβερνών AKP άλλαξε την πολιτική του κατευνασμού και της προσέγγισης και άνοιξε εκ νέου το εσωτερικό μέτωπο κατά των Κούρδων. Περίπου 300.000 άνθρωποι έχουν εξαναγκασθεί σε εκτοπισμό λόγω της βιαιότητας των τουρκικών βομβαρδισμών, και οι παραμένοντες βιώνουν καθημερινά τον κίνδυνο του θανάτου από πολεμικά όπλα του ίδιου τους του κράτους.
Σχηματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι σαν να απογειώνονται μαχητικά αεροσκάφη από την Αγχίαλο για να βομβαρδίσουν την Κρήτη!
Σε αυτόν τον ιστορικό χρόνο και με γεγονότα βίας και θανάτου να επισκιάζουν τα προστατευόμενα από την UNESCO τείχη του Κωνσταντίου Β΄ και την ασυριακή Εκκλησία της Παναγίας, ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ έκανε προ ημερών μια επίθεση «φιλίας» στην περιοχή.
Την Κυριακή 4/9/2016 επισκέφθηκε κυβερνητική αντιπροσωπεία το Ντιγιάρμπακιρ με προεξάρχοντα τον πρωθυπουργό και συμμετέχοντες δεκατέσσερις υπουργούς. Ένεκα της επίσκεψης των Τούρκων αξιωματούχων στην περιοχή είχαν ληφθεί πρωτόγνωρα μέτρα ασφαλείας, με τα στελέχη των δυνάμεων ασφαλείας να αριθμούν περί τις 8.500. Ο πρωθυπουργός Γιλντιρίμ επισκέφθηκε την πόλη για πρώτη φορά από τότε που ανέλαβε τον πρωθυπουργικό θώκο, και αφότου η επιβληθείσα για έναν χρόνο απαγόρευση κυκλοφορίας ήρθη. Εκεί, λοιπόν, προέβη σε κάποιες πολιτικές εξαγγελίες.
Καταρχάς, ανακοίνωσε τη βούληση της κυβέρνησης να διαθέσει 10 δισ. τουρκικές λίρες, δηλαδή, 3,4 δισ. δολάρια στις περιοχές που επλήγησαν από τις πολεμικές τακτικές του επισήμου τουρκικού κράτους. Μόνο στη συνοικία Σουρ υποσχέθηκε τη δαπάνη 1,9 δισ. τουρκικών λιρών για την ανοικοδόμησή της. Επιπλέον, ανήγγειλε την εφαρμογή ενός περιεκτικού οικονομικού πακέτου, που θα δίνει προοπτική ανάπτυξης στην περιοχή και θα μειώνει, υποτίθεται, την ανεργία που μαστίζει τους κουρδικούς πληθυσμούς.
Σημειωτέον, ότι σύμφωνα με την κρατική ερμηνεία, οι Κούρδοι γίνονται μέλη του ένοπλου αγώνα τους επειδή είναι άνεργοι!
Με βάση αυτήν την κοντόφθαλμη ερμηνεία, αν βρεθούν δουλειές για τους νεαρούς Κούρδους, αυτοί θα κλείσουν τα μάτια στην τουρκική βαρβαρότητα και θα αδιαφορήσουν για την εθνική τους ανεξαρτησία.
Σουρ. Η απόγνωση (φωτ.: EPA)
Κατ’ εφαρμογή ενός σχεδιασμού που αποσκοπεί στον «αποκουρδισμό» της περιοχής, οι κρατικοί αξιωματούχοι και οι δημοσιογράφοι φιλοκυβερνητικών εφημερίδων, ως «προεκτάσεις» των πρώτων, επιχειρούν την αποσύνδεση των κουρδικών πληθυσμών από τον εθνικοαπελευθερωτικό τους αγώνα, επιφέροντας πλήγμα στην εθνική τους συνείδηση, και από την πατρώα τους θρησκεία, επιφέροντας πλήγμα στην θρησκευτική τους συνείδηση. Σε περίπτωση επιτυχίας αυτής της διττής στόχευσης της Άγκυρας ο αγώνας για εθνική ανεξαρτησία θα τελευτήσει άδοξα, και το όνειρο των λαών της περιοχής για εκδημοκρατισμό του τουρκικού κράτους, με μοχλό τους Κούρδους, θα λάβει τέλος.
Όλοι βλέπουν το προφανές, ότι η Τουρκία εναλλάσσει την επίθεση με όπλα με επιθέσεις «φιλίας». Ωστόσο, σε αυτήν τη χαρακτηριστική περίπτωση επιβολής του δικαίου του ισχυροτέρου εκ μέρους της Τουρκίας, είναι πραγματικά απορίας άξια η αδράνεια του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να προστατεύσει τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα εθνών της περιοχής.
Άλλοι διεθνείς οργανισμοί και μη κυβερνητικές οργανώσεις ομοίως σιωπούν, και αυτό ρίχνει νερό στο μύλο της τουρκικής αδιαλλαξίας. Η σιγή τους τους καθιστά συνυπαίτιους.
Παναγιώτης Μπαλακτάρης
Δικηγόρος