Ο Γιάννης Τσανασίδης είναι μόλις 26 ετών, μουσικός, λυράρης, με καταγωγή από τη Ράχη της Βέροιας και τον Τετράλοφο Κοζάνης που ζει στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και δεν πάει ένας χρόνος που κυκλοφόρησε ένα δικό του CD με τον τίτλο Το μεκατίρι μ’ (Η αξία μου).
Μια δουλειά που την αφιερώνει στον παππού του, ο οποίος απεβίωσε πριν από μερικούς μήνες, και τη γιαγιά του.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του κατάφερε να δείξει τις ικανότητές του στη μουσική σύνθεση και το παίξιμο της λύρας, συνεργαζόμενος μάλιστα με σπουδαίους καλλιτέχνες παλαιότερων γενεών.
Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία αλλά φαίνεται ότι η μουσική τον οδηγεί, μια και σπουδάζει ξανά, για δεύτερο πτυχίο στη μουσικολογία. Είναι παράλληλα δάσκαλος σε μικρούς επίδοξους λυράρηδες.
Μιλώντας στο pontos-news.gr, ο Γιάννης Τσανασίδης δείχνει μέσα από τις απαντήσεις του πόσο συγκροτημένος είναι γεννώντας ελπίδες για το μέλλον της παράδοσης μέσα από το μυαλό, την καρδιά και τα χέρια νέων ανθρώπων.
Είσαι ένα νέο παιδί και επιλέγεις να φτιάξεις ένα δικό σου μουσικό δημιούργημα. Τι σε προέτρεψε να το κάνεις;
Αυτό το οποίο με ώθησε στη δημιουργία του συγκεκριμένου CD είναι κατά κύριο λόγο οι ίδιοι οι συμμετέχοντες που τραγουδούν, οι οποίοι με ενέπνευσαν και από την πρώτη στιγμή ανταποκρίθηκαν θετικά στην όλη σκέψη μου. Το χρωστούσα στους ίδιους γιατί αποτελούν το μεγαλύτερο κομμάτι της βιωματικής σχέσης μου με την ποντιακή παράδοση, αλλά κυρίως το χρωστούσα στον ίδιο μου τον εαυτό. Αυτό με εκφράζει σαν μουσικό και σαν άνθρωπο, με ολοκληρώνει και σαν Γιάννη.
Στάθηκα τυχερός καθώς μου δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσω τη δεύτερη προσφυγική γενιά, ανθρώπους στην ηλικία του παππού μου, και ακόμα να μπορέσω να συμμετάσχω στον τρόπο διασκέδασης, ερμηνείας και παρέας όπως αυτά εννοούνται στην κλειστή κοινωνία ενός χωριού.
Νιώθω τυχερός για τις ευκαιρίες που μου δόθηκαν και θεωρώ ότι τις αξιοποίησα όσο πιο δημιουργικά μπόρεσα μέσω αυτού του εγχειρήματος· ευκαιρίες που έχουν χαθεί πλέον στα αστικά περιβάλλοντα και είναι λογικό να χάνεται και η συνέχεια με το παρελθόν και την κοσμοθεωρία των συγκεκριμένων ανθρώπων.
Πώς προέκυψε ο τίτλος του CD;
O τίτλος απεικονίζει τις σκέψεις και τα συναισθήματα που μου δημιουργήθηκαν από τα παιδικά μου κιόλας χρόνια, μέχρι την ολοκλήρωση της συγκεκριμένης δουλειάς. Μεκατίρ’ θα πει αξία. Πρόκειται κυρίως για ηθικές αξίες, το γενικότερο ποιόν του ανθρώπου.
Κάποιος από τους συμμετέχοντες μου είπε κάποτε στην πορεία των ηχογραφήσεων «Γιάννε, εγώ εξέρω το μεκατίρι σ’ ποίον έν’». Αυτή ήταν και η αφορμή και η καταλληλότερη λέξη, πιστεύω, που θα μπορούσε να εκφράσει όλα όσα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου να πω στον κάθε συμμετέχοντα ξεχωριστά.
Βλέποντας την εξέλιξη της τεχνολογίας, σε προβληματίζει το γεγονός ότι μπορεί και η ποντιακή μουσική να «εξελιχθεί»;
Η μουσική από τη δημιουργία της έχει φτιαχτεί ώστε να εξελίσσεται, και αυτό είναι το ομορφότερο στοιχείο της. Όσον αφορά την παραδοσιακή μουσική, όμως, πρέπει να κρατά τα τυπικά προσχήματα και να μη χάνει το νήμα που την συνδέει στενά με το ίδιο της το παρελθόν. Θεωρώ ότι για να δημιουργήσει κάποιος πάνω στο ποντιακό ιδίωμα πρέπει να λάβει υπόψη του τον τόσο πλούσιο μουσικό πολιτισμό που χάνεται στο βάθος των χρόνων, και με αφετηρία το παρόν να πάει τα πράγματα ένα βήμα μπροστά. Βέβαια είναι σχετικό το τελευταίο, καθώς οι τρόποι αντίληψης της λέξης «εξέλιξη» ποικίλλουν σήμερα και αυτό ίσως είναι και το καλύτερο.
Προσωπική μου γνώμη είναι ότι η ποντιακή μουσική μπορεί να σταθεί αντάξια στο σήμερα χωρίς άλλες προσμίξεις, και να δημιουργήσει ένα μέλλον όπου η λέξη εξέλιξη θα χαρακτηρίζεται από τη συστηματική μελέτη και μουσική καταγραφή των προγόνων μας.
Στη συνέχεια το δημιουργικό στοιχείο του σύγχρονου μουσικού θα μπορέσει να δώσει την ταυτότητά του στο τώρα, κινούμενος πάντα σε αυτά που διδάχτηκε και έμαθε σε όλη την πορεία του, σεβόμενος τις επόμενες γενιές και πάνω απ’ όλα την ίδια την ιστορία της μουσικής μας παράδοσης.
Μίλησέ μας λίγο για τα παιδικά σου χρόνια, τις ασχολίες σου, τις οικογενειακές σου στιγμές και συναθροίσεις, τον τόπο καταγωγής σου, και πώς αυτά σε επηρέασαν ως καλλιτέχνη.
Κατάγομαι από τη Ράχη Βεροίας και τον Τετράλοφο Κοζάνης. Κύριο κίνητρο για να ασχοληθώ με τη λύρα ήταν ο παππούς μου Ιωάννης Τσακλίδης, ο οποίος έπαιζε και ο ίδιος. Δίνω μεγάλη βάση στο οικογενειακό περιβάλλον· εκεί όπου ζεις, παίζεις, διαμορφώνεσαι, εξελίσσεσαι… Είχα την ευκαιρία και την τύχη να μεγαλώσω στο κατάλληλο περιβάλλον.
Η οικογένεια δεν διαμορφώνει μόνο το χαρακτήρα σου, αλλά και τις ιδέες που θα κουβαλάς για μια ζωή μετά. Το κύριο στάδιο από το οποίο πρέπει να περάσει κάποιος που παίζει λύρα είναι το γνωστό σε όλους μας μουχαπέτ’. Πέρασαν χρόνια πριν καταλάβω την αξία των τόσων ωρών που αφιέρωσα.
Η παρέα, ειδικά με μεγαλύτερους ανθρώπους, σε ωριμάζει μουσικά πολύ γρήγορα και οτιδήποτε άλλο μετά σου φαίνεται ότι υστερεί ή ότι δεν έχει καμία ουσία. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που μπόρεσα να εκκολαφτώ σε ένα τόσο πρόσφορο περιβάλλον – αν και αυτό και μόνο δεν φτάνει.
Τα ερεθίσματα από ένα σημείο και μετά πρέπει να τα δημιουργούμε, και κυρίως να μη σταματάμε να ψάχνουμε το κάτι παραπάνω.
Ποιοι άνθρωποι σε έχουν εμπνεύσει από το ποντιακό καλλιτεχνικό στερέωμα;
Γιάννης Κουρτίδης, Αλέξης Παρχαρίδης, Πόλιος Παπαγιαννίδης, Γιώργος Σοφιανίδης… Αυτούς τους θεωρώ πυλώνες πλέον.
Ποιοι είναι οι στόχοι σου από εδώ και στο εξής;
Θέλω να τελειώσω τη σχολή μου και να ασχοληθώ με τη μουσική, όχι αποκλειστικά με τα ποντιακά. Να πάω ένα βήμα παραπέρα.
Έχεις πάει στον Πόντο; Ποια είναι τα συναισθήματά σου;
Έχω επισκεφτεί τον Πόντο δύο φορές και τα συναισθήματα είναι τόσο παράξενα που δυστυχώς δεν θα μπορέσω να τα περιγράψω. Το μόνο που θα άξιζε να αναφέρω είναι ότι όταν έπαιξα πρώτη φορά στο σπίτι όπου κατοικούσε ο προπάππος μου, στο Χαψίκιοϊ της Ματσούκας, μπόρεσα αβίαστα να συνδέσω τη μουσική με την ιστορία της και γενικότερα με την ιστορία του λαού μας.
Το παίξιμό μου από τότε άλλαξε εντελώς. Ξεκίνησα να παίζω και να νιώθω στο έπακρο αυτό που παίζω, πράγμα που θεωρώ απαραίτητο για έναν λυράρη.
Μόνον όταν νιώσεις αυτό που παίζεις θα καταλάβεις πραγματικά τι παίζεις, έλεγε κάποιος…
Βασίλης Καρυοφυλλίδης