Περπάτησε σπιθαμή προς σπιθαμή τα χώματα όπου για αιώνες μεγαλούργησαν οι ελληνικές κοινότητες της Σοβιετικής Ένωσης. Ξόδεψε χρόνια ερευνώντας τα σημαντικότερα αυτοκρατορικά αρχεία της αχανούς χώρας για να συνθέσει το παζλ του ελληνισμού της. Συνέγραψε τρία βιβλία στην τεράστια κομμουνιστική χώρα και δεκαεπτά στην Ελλάδα, για να αναδείξει την ιστορία, τον πολιτισμό και την καθημερινότητά των Ελλήνων της περιοχής· τα ήθη και τα έθιμά τους, τις παραδόσεις τους, τις εκκλησιές τους, τα σχολεία τους…
Κανένας, ίσως, δεν γνωρίζει καλύτερα τον ελληνισμό της πρώην ΕΣΣΔ από τον Σωκράτη Αγγελίδη, έναν Πόντιο με καταγωγή από την Αργυρούπολη, που γεννήθηκε πριν από 70 χρόνια στο χωριό Χαντό της Τσάλκας.
Η οικογένεια του προπάππου του, Θόδωρου Αγγέλου, διευθυντή των μεταλλείων Αργυρούπολης, μετοίκησε στη Γεωργία με την έναρξη του Κριμαϊκού Πολέμου το 1853. Από το 1993 ο Σωκράτης Αγγελίδης ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου και τον συναντήσαμε για να μας διηγηθεί τη συναρπαστική ιστορία της ζωής του.
Μπορεί να άφησε στη Γεωργία μια τακτοποιημένη ζωή και έδρα ακαδημαϊκού –δίδασκε Ιστορία και Ασιολογία σε δύο πανεπιστήμια της χώρας– για να ξεκινήσει από το μηδέν ως νεοπρόσφυγας στην Ελλάδα, ούτε μια στιγμή όμως δεν μετάνιωσε για την επιλογή του. Δεν χρειάστηκε να αφιερώσει πολύ χρόνο για να πάρει την απόφασή του πριν από δύο δεκαετίες και να έρθει στην Ελλάδα, αφού, όπως λέει, ο πατριωτισμός και η αγάπη του για τη μητέρα πατρίδα αποτελούσαν αδιαμφισβήτητα κίνητρα και υψηλότερα ιδανικά από καθετί άλλο.
«Από οικονομικής άποψης ζούσα καλά στη Γεωργία και ίσως σήμερα να ήμουν καλύτερα από ό,τι είμαι εδώ, αλλά δεν μετάνιωσα ούτε στιγμή που ήρθα, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισα. Ο πατριωτισμός και η αγάπη μου για την Ελλάδα ήταν οι μοναδικές αιτίες που ήρθα εδώ και αυτά εξακολουθώ να τα διατηρώ και να τα μεταλαμπαδεύω στα παιδιά μου».
Έξι χρόνια έρευνας
Οι περίπου 15 (!) γλώσσες που μιλά ο Σωκράτης Αγγελίδης (ρωσικά, γεωργιανά, αρμενικά, τουρκικά, αζέρικα, περσικά, σχεδόν όλες τις σλαβικές γλώσσες κτλ.), αλλά και η άριστη γνώση Ιστορίας τον βοήθησαν σημαντικά στην ενδελεχή του έρευνα για τον ελληνισμό της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Διάλεξε μάλιστα ένα εξαιρετικά δύσκολο πεδίο, δεδομένης της απουσίας έγγραφων πρωτογενών πηγών.
Από το 1987 έως το 1993 συγκέντρωνε συνεχώς στοιχεία από το Αυτοκρατορικό Αρχείο της Ρωσίας και την Αυτοκρατορική Κρατική Βιβλιοθήκη της Αγίας Πετρούπολης, από το Κεντρικό Κρατικό Αρχείο της Περιφέρειας, από το Ιστορικό Αρχείο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και το Κεντρικό Λογοτεχνικό Αρχείο της Μόσχας, από το Κεντρικό Αρχείο Τιφλίδας, από το Κεντρικό Αρχείο Βατούμ και από αρχεία στα Ουράλια όρη και στη Σιβηρία.
Σωκράτης Αγγελίδης: Στα αρχεία βρήκα έναν απίστευτο, σχεδόν ανεξερεύνητο θησαυρό εκατομμυρίων εγγράφων που αναφέρονται στην Ελλάδα και στον ελληνισμό.
«Εκατομμύρια βιβλία και έγγραφα της πρώην ΕΣΣΔ πέρασαν από τα χέρια μου, και αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση είναι ότι σε κανένα δεν υπάρχει ούτε μία λέξη εναντίον του ελληνισμού. Σε όλα οι Έλληνες χαρακτηρίζονται ως λαός εργατικός, πολιτισμένος και πολύ καθαρός από πλευράς υγιεινής! Σε ολόκληρη τη Σοβιετική Ένωση δεν υπήρχε άλλος λαός που να φτάνει τον Έλληνα σε πολιτιστικό επίπεδο».
Στα αμέτρητα ταξίδια που έκανε στις ελληνικές περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είδε παντού να διατηρούνται τα ελληνικά ήθη και έθιμα, η γλώσσα και η θρησκεία, οι χοροί και τα τραγούδια μας. Επίσης, παντού οι άνθρωποι διακατέχονταν από το ίδιο υψηλό αίσθημα φιλοξενίας και ήταν χαμογελαστοί και κοινωνικοί. Όπως χαρακτηριστικά λέει, αν και στην πρώην Σοβιετική Ένωση απαγορεύονταν οι εκδηλώσεις στις θρησκευτικές εορτές, αυτή η απαγόρευση έμοιαζε να μην ισχύει για τους Έλληνες. Παντού χτυπούσαν οι καμπάνες, ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους και γιόρταζε στα πανηγύρια!
Χαραγμένα στο μυαλό του παραμένουν, επίσης, ο άριστος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και τα πανέμορφα πέτρινα σπιτάκια στο ελληνικό χωριό Αυριανή της Τσάλκας, και βέβαια η απαραίτητη αναφώνηση «Ζήτω η πατρίδα» στην πρόποση οποιουδήποτε γάμου ή κηδείας.
Τα βιβλία του
Αν και ήταν επικίνδυνο να ασχολείται κάποιος με εθνικά θέματα στην πρώην ΕΣΣΔ, ο Σωκράτης Αγγελίδης συνέγραψε τρία βιβλία για τον ελληνισμό στη χώρα. Μάλιστα, αυτό που αναφερόταν στον ελληνισμό της Γεωργίας αποτελεί ακόμα και σήμερα… βίβλο για πολλούς Έλληνες της περιοχής.
Σήμερα βρίσκεται στη διαδικασία συγγραφής ενός λεξικού, το οποίο θα περιλαμβάνει τις συνολικά 1.700 αραβικές και περσικές λέξεις που χρησιμοποιούνται στη διάλεκτο των κατοίκων της Τσάλκας. Επίσης, γράφει κι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, το οποίο αναφέρεται στον Πόντο και στους Έλληνες που μετεγκαταστάθηκαν από εκεί στη Σοβιετική Ένωση.
«Αν και –όπως ο κάθε συγγραφέας– μου είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο από τα βιβλία μου, κατά τη γνώμη μου περισσότερα επιστημονικά στοιχεία έχει η Σύντομη Ιστορία των Ελλήνων της Γεωργίας. Επίσης, πολλά ιστορικά στοιχεία έχει η Ιστορία του ελληνικού τάγματος πεζικού της Μπαλακλάβας της Κριμαίας, ενώ μεγαλύτερη απήχηση τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και την Αυστραλία, είχε η Ιστορία των ελληνικών εκκλησιών και των σχολείων της νότιας και δυτικής Γεωργίας και της Ατζαρίας», λέει στο pontos-news.gr ο Σωκράτης Αγγελίδης.
Εκτός από συγγραφέας είναι και μανιώδης συλλέκτης αρχειακού υλικού, δηλαδή εγγράφων που αναφέρονται στον Πόντο και στον ελληνισμό της περιοχής. Έχει στην κατοχή του περισσότερα από 40.000 έγγραφα στην ελληνική, τη ρωσική, την οθωμανική και τη γεωργιανή γλώσσα. Το παλαιότερο ανάγεται στο 1700, είναι έξι σελίδων και αναφέρεται σε μια σύμβαση μεταξύ Ελλήνων μεταλλωρύχων του Πόντου και του τσάρου της Γεωργίας.
Σήμερα, μας λέει, υπάρχουν περίπου 250.000 Έλληνες στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, ενώ πριν διαλυθεί η αχανής χώρα, ο αριθμός τους ξεπερνούσε τα 2,5 εκατομμύρια. Για το κομμουνιστικό κράτος πάντως, επίσημα, ο αριθμός τους ανερχόταν σε 358.000.
«Βρήκα τάφους των προγόνων μου»
Με ιδιαίτερη συγκίνηση και χαρά ο Σωκράτης Αγγελίδης λέει στο pontos-news.gr ότι σε ένα από τα πολλά (πάνω από 15) ταξίδια του στον Πόντο κατάφερε να βρει τάφους των προγόνων του. Δύσκολα, άλλωστε, θα μπορούσε να ξεφύγει κάτι τέτοιο από έναν ερευνητή της Ιστορίας.
Ο Σ. Αγγελίδης, μετά τη εγκατάστασή του στην Ελλάδα, πήγαινε σχεδόν κάθε χρόνο στον Πόντο με τη δουλειά του, αρχικά ως συντηρητής και μεταφραστής οθωμανικών και περσικών ευρημάτων επί Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στο Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης και αργότερα ως επί 19 χρόνια υπεύθυνος βιβλιοθήκης και αρχείου στο Κέντρο Μελέτης και Ανάπτυξης του Ελληνικού Πολιτισμού της Μαύρης Θάλασσας.
Κάθε φορά έμενε από δέκα ημέρες έως έναν μήνα· μάλιστα αποτέλεσε έναν από τους βασικούς συντελεστές ταινίας για την κατάσταση σήμερα στον Πόντο, όπου, όπως λέει, υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες.
Δεν θα ξεχάσει ποτέ τον νεαρό που τον πλησίασε σε μουσείο της Σαμψούντας και τον ρώτησε «αν καλατσεύει ρωμέικα», με τον οποίον φυσικά άρχισαν να μιλούν ποντιακά. Αξιομνημόνευτη και η περίπτωση ενός ιδιοκτήτη καφενείου, ο οποίος του είπε, επίσης στα ποντιακά, ότι είναι πολλοί οι ελληνόφωνοι στην περιοχή αλλά επειδή φοβούνται, προσέχουν σε ποιον μιλάνε ρωμέικα…
Ρωμανός Κοντογιαννίδης