Είναι γνωστό ότι τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας των δυνάμεων εκείνων που εξυπηρετώντας τα δικά τους γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα δημιούργησαν την κρίση σε χώρες όπως η Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν κ.ά., εκατομμύρια άμαχοι, στην προσπάθειά τους να σωθούν, υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν εκτός από τους χιλιάδες νεκρούς συγγενείς και φίλους τους, και ό,τι για δεκαετίες δημιούργησαν, και να κατευθυνθούν κάτω από δύσκολες συνθήκες ως πρόσφυγες στις ανεπτυγμένες –όσο και πολιτισμένες, όπως πιστεύουν– χώρες της Ευρώπης, μέσω της γειτονικής Τουρκίας.
Η Τουρκία αρχικά με τη στάση της, όπως προκύπτει από στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, εκτός από τη συνέχιση των βομβαρδισμών κατοικούμενων από Κούρδους περιοχών σε συριακά εδάφη, ουσιαστικά στήριξε τη γιγάντωση του ΙSIS και αποτέλεσε τη χώρα υποδοχής του παράνομου, αλλά φτηνού γι’ αυτήν, πετρελαίου των περιοχών του χαλιφάτου.
Στη συνέχεια, μέσω των μυστικών της υπηρεσιών αλλά και του παρακράτους, με το οποίο από όσο φαίνεται συνεχίζει να συνεργάζεται, και εκτός από το να δολοφονεί και να φιμώνει κάθε διαφορετική φωνή στο εσωτερικό της, διοχέτευσε προς τα ελληνικά νησιά χιλιάδες πρόσφυγες κερδοσκοπώντας και πλουτίζοντας σε βάρος τους, αδιαφορώντας για τις εκατοντάδες ανθρώπινες ζωές που χάνονται καθημερινά στα Αιγαίο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του ελληνικού Λιμενικού και των κατοίκων των νησιών.
Τέλος, ακολουθώντας τη γνωστή πολιτική του παζαριού, εκβιάζοντας ουσιαστικά τους ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών που φοβούνται την είσοδο στις χώρες τους χιλιάδων μουσουλμάνων προσφύγων, επιχειρεί να εισπράξει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη:
Κατάργηση της βίζας εισόδου σε αυτές, περαιτέρω οικονομική ενίσχυση, συνέχιση των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων, χωρίς όμως να έχει συμμορφωθεί στις δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει και απορρέουν από συμφωνίες και το κοινοτικό κεκτημένο και χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα εφαρμόσει και τις όποιες νέες συμφωνίες προκύψουν, για επαναπροώθηση προσφύγων στην Τουρκία.
Την ώρα που οι πρωθυπουργοί Ελλάδας και Τουρκίας, Αλέξης Τσίπρας και Αχμέτ Νταβούτογλου βρίσκονται στις Βρυξέλλες, μαζί με τους 28 άλλους ηγέτες της ΕΕ για τη Σύνοδο Κορυφής, με αφορμή το προσφυγικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ολόκληρη η Ευρώπη, το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας καταφέρεται κατά της Ελλάδας με αφορμή δηλώσεις των κ.κ. Παυλόπουλου και Τσίπρα που έκαναν στις συναντήσεις τους με τον πρόεδρο της Αρμενικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη Γενοκτονία που υπέστησαν οι λαοί των χωρών τους την περίοδο 1914-1923 από τους Νεότουρκους και τους κεμαλιστές, και επιχειρεί να δυναμιτίσει και άλλο τις ήδη τεταμένες σχέσεις.
Συγκεκριμένα, χαρακτηρίζει τις δηλώσεις αυτές «προϊόν μιας αξιοθρήνητης νοοτροπίας, δηλαδή την κοινή έχθρα Αρμενίας-Ελλάδας κατά της τουρκικής ταυτότητας, αλλά και της ίδιας της Τουρκίας», δηλώνοντας «πως δεν πρόκειται ποτέ η Τουρκία να προβεί στην αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων [και πόσο μάλλον των Ελλήνων του Πόντου], αφού θεωρεί αυτήν τη γραμμή μονομερή, εμμονική και παράνομη».
Περιμένουμε από την ελληνική κυβέρνηση να φέρει το θέμα στο τραπέζι των συνομιλιών με την Τουρκία στην ΕΕ.
Εμείς παράλληλα, ως Έλληνες ποντιακής καταγωγής δεύτερης και τρίτης γενιάς, που στις μνήμες μας παραμένουν ακόμη ζωντανές οι διηγήσεις των γονιών και των παππούδων μας για τους συγγενείς και τους συγχωριανούς τους που έπεσαν θύματα άγριων θηριωδιών, βιασμών, μεθοδευμένης εξολόθρευσης στα τάγματα εργασίας από τους Νεότουρκους και τους κεμαλιστές, με 353.000 χιλιάδες αθώα θύματα και κάτω από ποιες συνθήκες βρέθηκαν και οι ίδιοι πριν από εκατό περίπου χρόνια πρόσφυγες στην Ελλάδα, δηλώνουμε ότι θεωρούμε απαράδεκτες όσο και προκλητικές τις όποιες πρόσφατες δηλώσεις του ΥΠΕΞ της Τουρκίας. Και παρά τις όποιες αντίθετες προσπάθειες, κρατώντας ζωντανή τη μνήμη, συνεχίζουμε τον αγώνα μας.
Γι’ αυτό εκπρόσωποι ΜΜΕ, ιστορικοί ποντιακών, αρμενικών και ασσυριακών φορέων από όλο τον κόσμο θα είμαστε τον επόμενο μήνα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διεκδικώντας από τους εταίρους μας τη διεθνή αναγνώριση των Γενοκτονιών που υπέστησαν οι προγονοί μας και τον ορισμό της 19ης Μαΐου ως Ευρωπαϊκής Ημέρας Μνήμης των θυμάτων του κεμαλισμού.
Στέφανος Π. Τανιμανίδης,
Επίτιμος Πρόεδρος της ΠΟΠΣ