«Ρωγμές» στην κυρίαρχη ιστορική αφήγηση στην Τουρκία δημιουργεί η αναγέννηση που γνωρίζει η ποντιακή λύρα στην Τραπεζούντα, υποστηρίζει ο διδάκτωρ Ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου Princeton των ΗΠΑ, Νίκος Μιχαηλίδης.
Ο Ν. Μιχαηλίδης έκανε διετή επιτόπια έρευνα κοντά στους λυράρηδες της Τραπεζούντας και τους ακροατές τους στις κωμοπόλεις και στα χωριά των Σουρμένων, της Ματσούκας, της Τόνυας, του Κατωχωρίου, καθώς επίσης και στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα.
Όπως δήλωσε ο ίδιος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με αφορμή την υποστήριξη της διατριβής του με θέμα «Ηχοτοπία της Τραπεζούντας: Μουσική, μνήμη και πολιτική εξουσία στην Τουρκία», η λύρα βγαίνει τα τελευταία χρόνια από το περιθώριο. Tο ελληνικό γλωσσικό ιδίωμα της σημερινής Τραπεζούντας (ρωμαίικα) άρχισε δειλά-δειλά να χρησιμοποιείται δημόσια στα τραγούδια, και η αλλαγή αυτή ενισχύει την ανάδειξη του κοινωνικού πλουραλισμού που είναι απαραίτητος για τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της Τουρκίας.
Η λύρα… όργανο ελέγχου των ανθρώπων του Πόντου
Μετά τον εξισλαμισμό τμήματος του ελληνικού πληθυσμού της Τραπεζούντας, τον 16ο και τον 17ο αιώνα, η ποντιακή λύρα στιγματίστηκε από τοπικούς θρησκευτικούς ηγέτες ως όργανο των «απίστων» και παλιά χριστιανική συνήθεια.
«Θεωρούνταν αμαρτία από πολλούς πιστούς μουσουλμάνους να ακούς και να παίζεις λύρα σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του ’80 και του ’90» υπογράμμισε ο Ν. Μιχαηλίδης, και πρόσθεσε ότι δεν ήταν λίγοι οι οργανοπαίχτες που «έβγαζαν τη λύρα από το σπίτι τους τυλιγμένη σε χαρτιά από εφημερίδες και κρυμμένη κάτω από τη ζακέτα, προκειμένου να αποφύγουν την κριτική και τον στιγματισμό».
Η διατριβή του Νίκου Μιχαηλίδη
Ένας Τραπεζούντιος λυράρης που συμμετείχε στην έρευνα δήλωσε στον Νίκο Μιχαηλίδη για τον έλεγχο της συνείδησης μέσα από την μουσική: «Αν δεν υπήρχε πίεση από την κοινωνία για την ποντιακή λύρα και τη μουσική της, οι άνθρωποι θα εκδήλωναν τα συναισθήματά τους ευκολότερα. Όταν όμως τους λένε να μην ακούν λύρα, να μην χορεύουν, να μην ηχογραφούν τραγούδια με λύρα, οι άνθρωποι φοβούνται και αρχίζουν να απομακρύνονται από αυτή την μουσική. Έτσι καταφέρνουν να ελέγχουν και την μνήμη των ανθρώπων. Ίσως αυτός να είναι ένας τρόπος που το κράτος κρατάει τους ανθρώπους υπό συνεχή έλεγχο».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης με λυράρηδες στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά
«Αυτός ο φόβος και η απομάκρυνση από τη λύρα δημιουργούν ένα ρήγμα με το παρελθόν και παράλληλα διαμορφώνουν άλλου τύπου προσδοκίες για το μέλλον. Η προσωπικότητά μας διαμορφώνεται από την τραπεζουντιακή λύρα. Όταν λοιπόν μας λένε ορισμένοι ιμάμηδες να μην παίζουμε και να μην ακούμε αυτό το όργανο γιατί δήθεν συνιστά αμαρτία, τότε προσπαθούν να ελέγξουν τη σκέψη, τη μνήμη και την προσωπικότητά μας. Έτσι οι άνθρωποι αλλάζουν και αφομοιώνονται» επισήμανε λυράρης, ο οποίος δεν θέλησε να δημοσιοποιηθεί το όνομα του, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Επιπλέον, στο πλαίσιο συγκρότησης τουρκικής εθνικής συνείδησης και εθνικού κράτους η κυβέρνηση του Μουσταφά Κεμάλ, αλλά και άλλες, ακολούθησαν πολιτικές για τον «εκτουρκισμό» του τραγουδιού, που αφορούσαν όχι μόνο το ελληνικό ιδίωμα της Τραπεζούντας, αλλά και τις άλλες γλώσσες της Μικράς Ασίας (κουρδικά, αρμενικά, αραβικά, λαζικά, γεωργιανικά, τσερκεζικά κ.ά.).
«Όλοι έπρεπε να τραγουδούν στα τουρκικά» τόνισε ο Νίκος Μιχαηλίδης (φωτο πάνω).
«Προκειμένου να δημιουργηθεί τουρκικό εθνικό μουσικό ρεπερτόριο, σε πολλά τραγούδια που τραγουδιούνταν στις μητρικές γλώσσες γράφτηκε και επιβλήθηκε εκ των υστέρων τουρκικός στίχος.
»Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν σήμερα κοινές μελωδίες που τραγουδιούνται στα ποντιακά στην Ελλάδα και στα τουρκικά στη σημερινή Τραπεζούντα, όπως υπάρχουν κοινές μελωδίες με τουρκικούς και αρμενικούς στίχους, με τουρκικούς και κουρδικούς κτλ.».
Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται η περίπτωση του περίφημου Κούρδου τραγουδιστή Αχμέτ Καγιά, ο οποίος εξορίστηκε από την Τουρκία επειδή επέμενε να τραγουδά στη γλώσσα του. Ο Καγιά απεβίωσε στο Παρίσι, και μετά το θάνατό του αναγνωρίστηκε από το τουρκικό κράτος και «άνοιξε» το δρόμο στη χρήση της κουρδικής γλώσσας εντός των ορίων της χώρας.
Στην ίδια λογική των Τούρκων προκρίθηκε ο μπαγλαμάς (σαζ) ως το εθνικό τουρκικό όργανο, και έτσι σήμερα ορισμένοι μουσικοί τραγουδούν ακόμα και στα ποντιακά χρησιμοποιώντας αυτό το όργανο.
Ο κεμεντζετζής Χαϊρί Γιασάρ Καραγκιουλέ σε γιορτή στον Πόντο
«Δεν τουρκοποιήθηκε λοιπόν μόνον ο στίχος, αλλά επιχειρήθηκε να ομογενοποιηθούν και τα ηχοχρώματα μέσω της περιθωριοποίησης της λύρας και της ανάδειξης του μπαγλαμά ως εθνικού λαϊκού, φολκ, οργάνου για ολόκληρο τον πληθυσμό».
Η νεαρή Αϊσέ από τη Ματσούκα της Τραπεζούντας, ύστερα από χρόνια… περιπλάνησης στη ροκ και την τζαζ, ανακάλυψε εκ νέου και επέστρεψε και στους ήχους της λύρας. Πρόσφατα ασπάστηκε το χριστιανισμό και βαπτίσθηκε ορθόδοξη. Μιλώντας στον Νίκο Μιχαηλίδη για τη λύρα και τη σημασία της για τους ανθρώπους στο χωριό της και αλλού, επισήμανε: «Η λύρα είναι η μουσική μας παράδοση, μια παράδοση αιώνων που κυλάει στο αίμα μας. Εμείς στα χωριά μας δεν παίζαμε και δεν ακούγαμε μπαγλαμά. Μόνο λύρα.
»Πιστεύω ότι σκόπιμα προσπάθησαν να αλλοιώσουν τον ήχο της λύρας, για να αμαυρώσουν τη φήμη του οργάνου και της μουσικής του και να απομακρύνουν τους ανθρώπους της Τραπεζούντας από αυτήν.
»Κάθε φορά που ακούω λύρα, το μυαλό μου ταξιδεύει στο παρελθόν και στη γιαγιά μου που μιλούσε ρωμαίικα στο χωριό, και σκέφτομαι πώς θα ήταν να ζεις πριν από εκατό χρόνια πάνω στα παρχάρια.
»Η λύρα είναι τρόπος ζωής· και παρά την περιθωριοποίησή της τις τελευταίες δεκαετίες από το κράτος, οι άνθρωποι δεν την ξέχασαν και δεν εγκατέλειψαν τη μουσική της».
Η κατάσταση αλλάζει δειλά από τη δεκαετία του ’90. Νέα παιδιά τραγουδούν στα ποντιακά και παίζουν σε εκδηλώσεις. Κάποιοι, λέει ο Ν. Μιχαηλίδης, συνεργάζονται με δισκογραφικές εταιρίες, αλλά πολλοί κινούνται έξω από το πλαίσιο της μουσικής βιομηχανίας και δηλώνουν το μουσικό «παρών» μέσα από τα social media. Εκατοντάδες νέοι από την Ελλάδα και από και την Τραπεζούντα συνομιλούν διαδικτυακά, ανταλλάσσουν τραγούδια και χτίζουν γέφυρες φιλίας.
Και ποιο είναι το συμπέρασμα;
Ένα από τα συμπεράσματα της διδακτορικής έρευνας του Νίκου Μιχαηλίδη είναι ότι μέσα από τη μουσική ακρόαση αλλάζει ο τρόπος που οι ελληνόφωνοι της Τραπεζούντας αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και μπαίνουν στη διαδικασία να αναπλάθουν το παρελθόν και την αντίληψή τους για την ιστορία. Με αυτό τον τρόπο «δημιουργούνται ρωγμές στην κυρίαρχη ιστορική αφήγηση». Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με άλλες εθνοτικές ομάδες στην σημερινή Τουρκία.
Λυράρης στα μέρη της Τραπεζούντας
«Ο ρόλος των μουσικών στις κοινωνικές διεργασίες είναι ιδιαίτερα σημαντικός στη σημερινή Ανατολία. Οι λυράρηδες δημιουργούν γέφυρες φιλίας, συνεργασίας και κοινωνικής αλλαγής συμβάλλοντας έτσι στον ευρύτερο εκδημοκρατισμό της χώρας, επαναφέροντας παράλληλα τον πλουραλισμό της μνήμης».
- Ο Νίκος Μιχαηλίδης παίζει και ο ίδιος λύρα. Μπορείτε να τον δείτε εδώ σε παρακάθ’.