Σάββατο πρωί, η καθιερωμένη βόλτα στην «αγορά». Όπου «αγορά»: Αιόλου, Αθηνάς, Ευριπίδου και τα συναφή. Αυτήν τη φορά με πέρασμα από Βαρβάκειο – για χάζεμα περισσότερο, και όχι για ψώνια.
Χαζεύω στα ψαράδικα σκεπτόμενη «την επόμενη φορά να έρθω με κάμερα, να φωτογραφίσω… Ωραία μοντέλα οι γαρίδες, οι τσιπούρες, τα μυλοκόπια, σε λίγους μήνες ξανάρχεται και η Σαρακοστή, όλο και κάπου θα χρειαστούν για εικονογράφηση!».
Και ξαφνικά, μεταξύ σολομού και αθερίνας, νά σου κάτι πατσές και ποδαράκια! Στο ναδίρ η παρατηρητικότητα (έχω έρθει άπειρες φορές στην ψαραγορά, ποτέ πριν δεν είχα προσέξει το παράδοξον), στο ζενίθ η κοινωνικότητα! Πλησιάζω τον άνθρωπο στον πάγκο και τον ρωτάω: «Τι γυρεύουν οι πατσές και τα ποδαράκια ανάμεσα στα ψάρια;».
Ήταν λες και πάτησα το Play! Συμπαθέστατος, ομιλητικότατος, μου είπε όλη την ιστορία του χώρου ξεκινώντας από τη δοκιμασία «Τι γράφει η ταμπέλα;».
Η ταμπέλα γράφει «Ακροπωλείον»!
Ομολογώ ότι δεν είχα ξαναδεί τη λέξη, αλλά κάτι η κοινή λογική, κάτι το εμπόρευμα, δεν δυσκολεύτηκα να την αποκρυπτογραφήσω… Κι από κει και μετά όλα ήταν ιστορία (της στοάς):
Παλιά, λέει, όλη αυτή η πτέρυγα της σημερινής ψαραγοράς φιλοξενούσε ακροπωλεία. Τουτέστιν πάγκους με ποδαράκια (μοσχαρίσια, αρνίσια), πατσές, και εντόσθια. Σιγά-σιγά, με την πάροδο του χρόνου, οι πάγκοι άρχισαν να λιγοστεύουν και να αντικαθιστώνται από ψαράδικα. Ήρθαν και οι Οδηγίες της ΕΕ που απαγορεύουν τη χρήση εντοσθίων (όχι ότι μας πτόησαν αλλά λέμε τώρα…), και η ζημιά ολοκληρώθηκε.
Ο κύριος Κώστας μού μιλάει και για τα φαγητά, τα παραδοσιακά, που χάνονται γιατί κανένας πια δεν τα μαγειρεύει όπως θα ’πρεπε (ακόμα και το παστίτσιο, λέει, άλλοι το κάνουν πιο «ελαφρύ» οπότε του αλλάζουν τη γεύση, άλλοι του προσθέτουν διάφορα για να το κάνουν πιο «γκουρμέ»), λέει ότι γι’ αυτό θα ξεχαστεί και ο πατσάς, κι ότι αυτός είναι ο τελευταίος ακροπώλης της πτέρυγας, κι ότι όταν φύγει κάποιος ψαράς θα πάρει τη θέση του, κι έτσι θα χαθεί το επάγγελμα.
Για καλή τύχη των πατσαδολάγνων, ο συμπαθέστατος κύριος Κώστας υπερβάλλει.
Έχοντας δει τον πρώτο, συνεχίζοντας τη βόλτα μου είδα άλλους 3-4 ακροπώλες! Αλλά κανένας δεν μου φάνηκε τόσο συμπαθητικός ώστε να στήσω πηγαδάκι εν μέσω του σαββατιάτικου χαμού και να του σφίξω το χέρι.
Υ.Γ.1 Παρότι δεν έχω μαγειρέψει ποτέ μέχρι σήμερα πατσά, αγόρασα τα υλικά για να δοκιμάσω. Ένιωσα κάπως υποχρεωμένη απέναντι στον πρώτο ακροπώλη που γνώρισα, και θέλησα να το ανταποδώσω (τα αποτελέσματα –αν είναι καλά– θα δημοσιευτούν κάπου εδώ κοντά).
Υ.Γ.2 Αν ισχύουν (που σε κάποιο βαθμό σίγουρα ισχύουν) όσα λέει, μόλις έζησα live ένα επεισόδιο της σειράς «Επαγγέλματα που χάνονται»…
Κείμενο-φωτογραφίες: Χριστίνα Κωνσταντάκη.