Ένα νοητό τόξο, το οποίο μοιάζει σαν να τον προστατεύει, δημιουργούν γύρω από τον κόλπο της Χειμάρρας η βόρεια Κέρκυρα και τα δύο από τα τρία μεγάλα Διαπόντια νησιά, το Μαθράκι και η Ερεικούσα. Δίπλα από την Ερεικούσα βουτά καθημερινά στο Ιόνιο πέλαγος ο πορφυρός δίσκος του ήλιου, δίνοντας ένα όμορφα απόκοσμο χρώμα στα σπίτια της Χειμάρρας, στην αμμουδερή παραλία της και στα εμποτισμένα με το αίμα Ελλήνων στρατιωτών άγρια βουνά που την στεφανώνουν.
Προπύργιο του ελληνισμού στη Βόρεια Ήπειρο θεωρείται η Χειμάρρα, μια πόλη που διατήρησε αναλλοίωτο το φρόνημά της στα πολύ δύσκολα χρόνια του κομμουνιστικού καθεστώτος στη γειτονική χώρα.
Αυτό το διακρίνει κανείς ξεκάθαρα από την ελληνική γλώσσα με τη δωρική προφορά των Χειμαρριωτών –που παραπέμπει στο κρητικό γλωσσικό ιδίωμα–, η οποία ακούγεται σε κάθε γωνιά της· από τη σημαία και τα σύμβολα του ελληνισμού στο εσωτερικό και τους εξωτερικούς τοίχους των σπιτιών, ακόμα και από τις δύο λέξεις που είναι γραμμένες με μπλε σπρέι στον άσπρο αυλόγυρο του νεκροταφείου της: «Ακόμα σκλάβοι»!
Αν και η Χειμάρρα δεν είναι χαρακτηρισμένη επίσημα από την αλβανική κυβέρνηση ως ελληνική μειονοτική περιοχή, περισσότεροι από εφτά στους δέκα κατοίκους της σήμερα είναι Έλληνες, οι οποίοι φυλάττουν στην περιοχή τις δικές τους Θερμοπύλες.
Είναι αυτοί που εκκλησιάζονται στον ιερό ναό των Αγίων Πάντων και στους μικρότερους της Αγίας Μαρίνας και των Αγίων Θεοδώρων, και σε κάθε ευκαιρία υψώνουν την ελληνική σημαία στο κέντρο της πόλης.
Είναι οι απόγονοι αυτών που στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 περιέθαλψαν και τάισαν στα σπίτια τους λαβωμένους και πεινασμένους Έλληνες στρατιώτες. Άλλωστε η Χειμάρρα, το ύψωμα Σκουταράς που βρίσκεται μερικές εκατοντάδες μέτρα από την άκρη της, αποτέλεσε το ακρότατο σημείο της παραθαλάσσιας προέλασης του ελληνικού στρατού στη Βόρειο Ήπειρο στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως λένε μάλιστα οι ντόπιοι, σε κάποιο σημείο λίγο κάτω από έναν βράχο που «σαν αετοφωλιά εξογκώνεται από τα σπλάχνα» του βουνού, υπάρχουν εδώ και 75 χρόνια θαμμένα οστά Ελλήνων στρατιωτών.
Ο Χειμαρριώτης Νότης Κολίλας μάς δείχνει το ύψωμα Σκουταράς και τον τάφο των Ελλήνων στρατιωτών
Όμορφη και τουριστική
Το πράσινο του βουνού και το γαλάζιο της θάλασσας συνδυάζει η Χειμάρρα. Τόσο η πόλη όσο και οι πολλές «δαντελωτές» ακτές –άλλες αξιοποιημένες και άλλες αναξιοποίητες– που βρίσκονται γύρω από αυτήν, συγκεντρώνουν κάθε καλοκαίρι πολύ μεγάλο αριθμό τουριστών κυρίως από την Αλβανία αλλά και από χώρες του εξωτερικού. Σήμερα η Χειμάρρα και η γύρω παραλιακή ζώνη θεωρείται το «φιλέτο» της Αλβανίας.
Τους θερμούς μήνες του χρόνου χιλιάδες άτομα περπατούν και ρεμβάζουν στο όμορφο πλακόστρωτο στο κέντρο της πόλης, το οποίο ξεκινάει από το λιμανάκι με τα ψαροκάικα και καταλήγει στα Σπήλια, στα οποία, σύμφωνα με τη μυθολογία, ξαπόστασε ο Οδυσσέας πριν καταλήξει στο απέναντι νησί των Φαιάκων.
Ο κόλπος της Χειμάρρας – Στο βάθος φαίνεται η Κέρκυρα
Οι χριστιανοί τουρίστες προσκυνούν στον μικρό ναό του Αγίου Κοσμά, ο οποίος χτίστηκε μεταγενέστερα στο σημείο. Το 1779 ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός μίλησε στους κατοίκους της Χειμάρρας και ίδρυσε ένα σχολείο. Εκεί στεγάζεται σήμερα το εννεατάξιο σχολείο Χειμάρρας «Ο Όμηρος».
Πόλο έλξης για τους τουρίστες αποτελεί και η γραφική παλιά Χειμάρρα, η οποία μοιάζει σαν κορώνα στην κορυφή ενός βράχου και έχει σαν στολίδι το κάστρο της, το οποίο χτίστηκε κατά πάσα πιθανότητα από Ενετούς, «γνώρισε» θυσίες πολεμιστών και σήμερα χρησιμοποιείται ως καφετέρια.
Ο κίνδυνος της εγκατάλειψης
Περίπου 3.000 χρόνια ζουν Έλληνες στη Χειμάρρα αλλά και στην υπόλοιπη Βόρειο Ήπειρο. Δημιούργησαν, μεγαλούργησαν, πέρασαν απίστευτες δυσκολίες από τους κατακτητές –με πιο πρόσφατες αυτές από το Κομμουνιστικό Κόμμα του Ενβέρ Χότζα–, αλλά πάντοτε διαφύλαξαν τις πατρογονικές εστίες τους.
Ό,τι, όμως δεν μπόρεσαν να κάνουν με το μαχαίρι οι εκάστοτε κατακτητές, να αφελληνίσουν τη βόρεια Ήπειρο, κινδυνεύει να γίνει σήμερα από μόνο του.
Μετά το θάνατο του Χότζα, την αλλαγή στο καθεστώς και το άνοιγμα των συνόρων στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η συντριπτική πλειοψηφία των Βορειοηπειρωτών ήρθε για εργασία στην Ελλάδα. Μάλιστα, έφυγε από τη Βόρειο Ήπειρο το πιο δυναμικό κομμάτι, οι νέοι, και έμειναν οι ηλικιωμένοι.
Σε περίπου 350.000 υπολογιζόταν ο ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου πριν από το άνοιγμα των συνόρων. Η αλβανική κυβέρνηση, βέβαια, δεχόταν και εξακολουθεί να δέχεται ως επίσημη ελληνική μειονότητα μόνο αυτούς που κατοικούν σε 99 χωριά δύο περιοχών, της Φοινίκης και της Δρόπολης, αφήνοντας έξω τους πολλούς Έλληνες των Αγίων Σαράντα, του Αργυροκάστρου, της Χειμάρρας και της Κορυτσάς.
Ελληνικές επιγραφές σε σπίτια της Χειμάρρας
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και την έναρξη της φυγής των Βορειοηπειρωτών προς την Ελλάδα, συνεχώς μειώνεται ο πληθυσμός τους που κατοικεί μόνιμα στην Αλβανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες η ελληνική κυβέρνηση έδωσε κάρτα ομογενούς σε περίπου 250.000 άτομα από την Αλβανία.
Σήμερα επισήμως από το αλβανικό κράτος η ελληνική μειονότητα υπολογίζεται σε περίπου 19.500 άτομα, ωστόσο εκτιμάται ότι συνολικά σε ολόκληρη την Αλβανία εξακολουθούν να ζουν περίπου 100.000 Έλληνες. Ελληνικής συνείδησης θεωρούνται και αρκετοί (χωρίς, όμως, να μπορεί να διευκρινιστεί ο αριθμός τους) από τους περίπου 300.000 βλάχους που κατοικούν στην Αλβανία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από το κύμα της μετανάστευσης στη Χειμάρρα κατοικούσαν 7.000 Έλληνες, και σήμερα έχουν απομείνει περίπου 2.000. Κι αν συμβαίνει αυτό στην τουριστική Χειμάρρα, μπορεί να φανταστεί κανείς ότι ακόμα χειρότερη είναι η κατάσταση στα ελληνικά χωριά της Βορείου Ηπείρου.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στο pontos-news.gr 32χρονη Βορειοηπειρώτισσα που ζει πλέον στην Ελλάδα, στο μειονοτικό χωριό της –το Αλύκο της περιοχής της Φοινίκης, λίγο έξω από τους Αγίους Σαράντα– η τάξη της είχε 31 μαθητές, από τους οποίους στην περιοχή εξακολουθεί να διαμένει μόνο ένας!
Βέβαια, πολλοί από τους μετανάστες στην Ελλάδα Βορειοηπειρώτες εξακολουθούν να διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με τις ιδιαίτερες πατρίδες τους, να τις επισκέπτονται και να ψηφίζουν στις εκλογές της γειτονικής χώρας, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που σκέπτονται να γράψουν τα παιδιά τους στα δημοτολόγια της περιοχής.
Η εκκλησία των Αγίων Πάντων
Παράλληλα, μετά την οικονομική κρίση έχει επιστρέψει στη Βόρειο Ήπειρο ένα ποσοστό των Ελλήνων, όμως αυτό κινείται σε χαμηλά επίπεδα. Για παράδειγμα, στην τουριστική Χειμάρρα το ποσοστό επιστροφής είναι περίπου 15% αυτών που έφυγαν.
Στον «αέρα» οι περιουσίες τους
Ζήτημα, το οποίο θα συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στο ενδεχόμενο επιστροφής των Βορειοηπειρωτών στις πατρογονικές εστίες τους, είναι το θέμα των ακίνητων περιουσιών τους, οι οποίες βρίσκονται στον «αέρα» από το 1941, όταν τις κρατικοποίησε το κομμουνιστικό καθεστώς.
Με το νόμο 7504 του 1992 η αλβανική κυβέρνηση διένειμε περιουσίες στους πολίτες της χώρας, όμως η διανομή έγινε με προχειρότητα και με πολλές αδικίες σε βάρος Βορειοηπειρωτών και υπέρ των Αλβανών, με αποτέλεσμα η ελληνική μειονοτική οργάνωση «Ομόνοια» να ζητά νέα και πιο δίκαιη διανομή.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης