Όταν ξεπεράσεις το πρώτο σοκ που προκαλεί η φωνή της –καθώς αγγίζει κάθε χορδή της ψυχής σου– και αρχίσεις να παρατηρείς πώς κινείται στο πάλκο, δεν υπάρχει περίπτωση να μην εισπράξεις το σεβασμό που νιώθει για τον καθέναν ξεχωριστά. Πρώτα για τους μουσικούς που την συνοδεύουν, αλλά και για τον κόσμο που την ακολουθεί πιστά χρόνια τώρα, όπου κι αν εμφανίζεται.
Η Φωτεινή Βελεσιώτου, αυτή η υπέροχη ερμηνεύτρια της οποίας δεν ξέρεις τι να πρωτοαγαπήσεις (τη φωνή ή τον ωραίο λόγο), πρώτα συστήνει στους φίλους της τους μουσικούς-συνεργάτες της και μετά τραγουδάει.
Προβάλλει πρώτα εκείνους και μετά τη δουλειά της, γιατί όπως λέει στη συνέντευξη που παραχώρησε στο pontosnews.gr, αυτοί οι άνθρωποι έχουν κοπιάσει πολύ για να μάθουν μουσική.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καρδίτσα αλλά σήμερα ζει 18 χλμ. έξω από τη Θεσσαλονίκη, στο Πλαγιάρι, σε ένα σπίτι που έχτισε με τον πατέρα των παιδιών της τούβλο-τούβλο. Τρελαίνεται για το τσιγάρο, πίνει καφέ, της αρέσουν το καλό φαγητό, τα γλυκά κουταλιού και τα σιροπιαστά. Είναι πρωινός τύπος. Σιχαίνεται το καθισιό και πάντα βρίσκει κάτι να κάνει.
Της αρέσει να ασχολείται με τον κήπο. Δεν είναι της τεχνολογίας, αλλά καμιά φορά σερφάρει στο ίντερνετ για να ενημερώνεται, χωρίς να έχει σχέση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Και στο μέλλον; Στο μέλλον βλέπει τον εαυτό της να τραγουδάει και δεν την ενοχλεί καθόλου να γίνει μια κλασσική γιαγιά. Αυτό που υπόσχεται όμως ότι δεν θα συμβεί είναι να γεράσει μέσα της. Ποτέ!
Κυρία Βελεσιώτου, νομίζω ότι είστε πολλά πρόσωπα σε ένα. Εσείς όμως πώς συστήνεστε; Με ποιαν έχω την τιμή να μιλάω;
Φωτεινή Βελεσιώτου, πρώην δασκάλα, νυν τραγουδίστρια. Αν και ο τίτλος της δασκάλας δεν φεύγει ποτέ.
Κι αν σας έλεγα να διαλέξετε, τι θα προτιμούσατε;
Νομίζω ότι τα 24 χρόνια που εργάστηκα ως δασκάλα με καθόρισαν ως άνθρωπο. Όμως μου αρέσει να τραγουδάω. Προσπαθώ ό,τι κάνω, να το κάνω με σοβαρότητα και υπευθυνότητα. Οργανωμένα, όσο είναι δυνατό.
Στο δημοτικό είχατε μικρές ή μεγάλες τάξεις;
Ξεκίνησα από την έκτη. Ήμουν 20 χρονών όταν πήρα πτυχίο και μου έδωσαν την έκτη. Δηλαδή είχα οκτώ χρόνια διαφορά με τους μαθητές μου. Ήταν εμπειρία για μένα. Σε ένα υπέροχο χωριό, όπου έμεινα έξι χρόνια. Στη Χρυσαυγή Λαγκαδά.
Παρακολουθώντας σας ξανά φέτος, νομίζω ότι είστε πιο παιδί από πέρυσι.
[γέλια] Πιο παιδί ε; Ξεμωραινόμαστε λες όσο περνούν τα χρόνια;
Όχι! Επικοινωνείτε καλύτερα με τον κόσμο, τους μουσικούς, τους συναδέλφους σας. Μοιράζεστε πραγματικά τη σκηνή με όποιον είναι εκεί. Κι όλα αυτά με σεμνότητα. Είστε αλήθεια αυτό που φαίνεστε;
Αλήθεια είναι αυτό. Έχω μεγαλύτερη άνεση πια στην επικοινωνία μου με τον κόσμο. Και εννοείται ότι μοιράζομαι τη σκηνή. Είναι αυτονόητο για μένα. Είμαι αυτό που φαίνομαι!
Όλοι πρέπει να είμαστε έτσι. Σε ό,τι κάνουμε. Να υπερβάλλουμε και να δείχνουμε πράγματα που δεν τα ’χουμε, που δεν τα ’χουμε φτάσει, δεν λέει τίποτα.
Φτάνει κάπου ο άνθρωπος δηλαδή;
Πάντα έχεις στόχους. Πρέπει να έχεις στόχους. Και το ιδεατό είναι να τους πετυχαίνεις. Σε μένα δόθηκαν πολλά πράγματα στη ζωή. Θα έλεγα απλόχερα. Δεν είχα καμία σχέση με το τραγούδι. Μου προέκυψε εντελώς τυχαία.
Τι εννοείτε τυχαία; Πώς ξεκίνησαν όλα;
Αυτό ακριβώς. Με άκουσαν φίλοι φίλων να γρατζουνάω μια κιθάρα σε ένα πάρτι που είχα οργανώσει στο σπίτι μου, το 1983 εάν θυμάμαι καλά. Ουσιαστικά έπαιζα δέκα τραγούδια σε μια κιθάρα. Δεν ήξερα άλλα. Μου είπαν ότι ψάχνουν κάτι φίλοι τους τραγουδίστρια για ρεμπέτικα. Τότε ήμουν κολλημένη με τα ρεμπέτικα. Ήταν το είδος που δεν το είχα, και προσπαθούσα να το μάθω. Γυρνούσα κάθε βράδυ από ταβερνάκι σε ταβερνάκι για να ακούω διάφορα σχήματα. Όχι όμως ότι είχα την τάση να τραγουδήσω.
Όλα λοιπόν συνέβησαν χωρίς να έχετε σχέση με τη μουσική;
Μα δεν ξέρω μουσική! Ξέρω μόνο 3-4 ακόρντα στην κιθάρα. Βέβαια, με την κιθάρα που ΔΕΝ παίζω φθάσαμε με φίλους να κάνουμε πανηγύρι σε χωριό. Ο ένας ήξερε λίγο να παίζει ακορντεόν και ο άλλος μπαγλαμά και τουμπερλέκι. Ήταν μια τρέλα. Χωρίς λεφτά το κάναμε. Έτσι για πλάκα!
Αρχίσατε λοιπόν να τραγουδάτε…
Ναι, σε ένα καφωδείο, τα «Χνάρια», στη Θεσσαλονίκη. Έμεινα τρία χρόνια εκεί. Πέρασα πολύ ωραία. Δέθηκα με τους μουσικούς και με τους ανθρώπους που είχαν το χώρο, με τους οποίους κάνω ακόμα παρέα.
Δένεστε εύκολα με τους ανθρώπους;
Πάντα. Δεν μπορώ αλλιώς. Όταν μάλιστα έχω να κάνω και με μουσικούς… Είναι άλλη πάστα ανθρώπων. Έχουν κοπιάσει πολύ για να φτάσουν εκεί που είναι. Ο Άκης Πάνου τους έβγαλε μπροστά και εγώ είμαι φανατική οπαδός.
Αλλάζετε όμως τόσο συχνά χώρους όπου τραγουδάτε… Δεν σας ενοχλεί ότι τη μια μέρα είστε εδώ και την άλλη κάπου αλλού; Ότι αλλάζετε συνέχεια ορχήστρα;
Δεν αλλάζω συνέχεια μουσικούς. Ειδικά όταν αγαπηθούμε δεν αλλάζω τίποτα. Μπορεί όμως σε κάθε χώρο να δουλεύω σταθερά με μια συγκεκριμένη ορχήστρα. Εξάλλου θέλω να περνάω καλά. Διαφορετικά, τραγουδάω και στο… μπάνιο μου.
Δεν με αφορά να τραγουδάω και να μην περνάω καλά. Μου αρέσει να πειράζω τους συναδέλφους μου. Να γίνεται ιστορία. Ο γιος μου λέει «έχεις μποφόρ μαμά!», εννοώντας ότι έχω πολλή τρέλα.
Πόσο χρονών είναι τα παιδιά σας;
Ο γιος μου είναι 27 και η κόρη μου 24 ετών. Έχω δυο υπέροχα παιδιά. Είμαστε φίλοι. Πραγματικά. Δεν έχουμε αυτή την κλασική σχέση μάνας-γιου, μάνας-κόρης. Τα παιδιά με θέλουν στην παρέα τους. Και με παιδιά κάνω καλύτερη παρέα. Γιατί με τους μεγάλους μιλάμε συνέχεια για γιατρούς και για φάρμακα [γέλια].
Μουσικά σας παρακολουθούν; Ακούνε Φωτεινή Βελεσιώτου;
Με ακούνε. Ο γιος μου παίζει χέβι μέταλ, αλλά ξέρει και όλα τα δικά μου τραγούδια και πολλά έντεχνα. Ο γιος μου σπουδάζει στη Γεωπονική και η κόρη μου στο Νηπιαγωγών. Παράλληλα όμως ασχολούνται με τη μουσική. Παίζει κιθάρα ο γιος, ακορντεόν η κόρη, τραγουδάνε και οι δυο. Είναι φοβερά παιδιά!
Τελικά βοηθάει η Θεσσαλονίκη τους νέους καλλιτέχνες να αναπτυχθούν…
Δεν θα το έλεγα τώρα πια. Η Θεσσαλονίκη όσο πάει φθίνει. Δυστυχώς. Και στερεύει. Η πόλη έχει περάσει κρίση δύο φορές. Τη μία πιο μπροστά, όταν έκλεισαν οι βιοτεχνίες που τροφοδοτούσαν όλη την Ελλάδα και ερήμωσε η περιοχή όπου βρίσκονται αυτές οι μονάδες. Έφυγαν όλα έξω. Ακολούθησε και αυτή που βιώνει όλη η Ελλάδα.
Έχει τελειώσει η Θεσσαλονίκη, δυστυχώς. Και δεν το βάζω σε επίπεδο ανθρώπων γιατί Έλληνες καλοί υπάρχουν παντού. Είναι η ψυχολογία μας αυτή. Διερωτώνται οι ξένοι πώς είναι δυνατό να χορεύουμε με τραγούδια θλιβερά.
Κι όμως. Οι Έλληνες διασκεδάζουμε με τέτοιου τύπου τραγούδια. Αν και έχει μειωθεί πλέον το πόσο συχνά βγαίνουν, όταν βγουν θα βγουν. Θα κόψουν από κάτι άλλο και θα διασκεδάσουν.
Ο Έλληνας δεν είναι κακομοίρης. Και στα δύσκολα θα αντλήσει δύναμη και θα ανέβει.
Γκρινιάρηδες είμαστε όμως…
Ναι, αλλά πλέον νομίζω ότι έχουμε μπει και στο στόχαστρο των Ευρωπαίων εταίρων. Ίσως γιατί ζηλεύουν αυτό που είμαστε σαν λαός και που έχουμε σαν χώρα. Ο ήλιος και η θάλασσα είναι τα βαριά χαρτιά της Ελλάδας. Ο κάμπος θα έπρεπε να είναι ο πιο παραγωγικός της Ευρώπης. Θα μπορούσαμε να είμαστε χώρα πρότυπο για όλες τις άλλες. Δυστυχώς όμως ήμασταν άτυχοι στις κυβερνήσεις μας.
Μου αρέσει που ανοίγεστε πολιτικά. Παλιότερα οι καλλιτέχνες δεν το έκαναν, όπως δεν έλεγαν ότι είναι και παντρεμένοι. Είναι θέμα χαρακτήρα ή έχει αλλάξει το λεγόμενο σταρ σύστεμ;
Δεν κρύβω τις απόψεις μου. Είμαι έντονα πολιτικοποιημένο άτομο. Εκφράζω και δημόσια την αντίθεσή μου.
Να σας ρωτήσω λοιπόν εάν θεωρείτε χαμένους τους τελευταίους τέσσερις μήνες. Πιστεύετε ότι γίνεται διαπραγμάτευση; Φοβάστε; Ελπίζετε;
Όχι, δεν θεωρώ ότι είναι χαμένος χρόνος. Ναι, φοβάμαι, αλλά πιστεύω πως ήδη υπάρχουν θετικές αλλαγές. Βλέπω ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο στη σημερινή κυβέρνηση. Θα προτιμούσα ο ΣΥΡΙΖΑ να είχε κάνει συνεργασία με άλλο κόμμα και όχι τους Ανεξάρτητους Έλληνες, αλλά δυστυχώς τα κόμματα της Αριστεράς δεν έβαλαν στην άκρη ούτε και σε αυτή τη δύσκολη στιγμή τα αρχηγιλίκια για το καλό της χώρας.
Είμαι εναντίον εκείνων που κάθονται στην απ’ έξω και μόνο κριτικάρουν. Να μπεις μπροστά, να φας όλη τη χλαπάτσα. Δεν μπορείς να κουνάς το δάχτυλο μόνο, από τα κάτω έδρανα της Βουλής.
Νομίζω ότι γίνεται διαπραγμάτευση. Δεν πιστεύω ότι μας κοροϊδεύουν.
Και μετά… ήρθαν οι «Μέλισσες». Το τραγούδι αυτό σας έκανε γνωστή στο ευρύ κοινό. Σας ξεχώρισε από έναν δίσκο με βαριά ονόματα. Και τα «Διόδια» σας άνοιξαν την πόρτα σε ένα πιο νεαρό κοινό. Άλλαξε κάτι στη ζωή σας;
Αλήθεια είναι και τα δύο. Και ναι, αυτά τα τραγούδια άλλαξαν πολλά πράγματα. Μέχρι το 2008 που κυκλοφόρησαν οι «Μέλισσες» τραγουδούσα σε μικρά ταβερνάκια, με ήξεραν οι φίλοι μου που με παρακολουθούσαν. Η παρέα μου θα έλεγα. Συνήθως τραγουδούσα και χωρίς μικρόφωνο.
Η αλήθεια είναι πως μετά το 2000 άρχισα να πηγαίνω και σε λίγο μεγαλύτερους χώρους. Κάποιες φορές είχα και μικρόφωνο. Το 2007 άρχισα να συνεργάζομαι με τον Γιώργο Καζαντζή και το 2008 βγήκαν οι «Μέλισσες». Εκεί έχασα λίγο την ησυχία μου. Τα παιδιά ήταν ακόμα μικρά και με χρειάζονταν. Αλλά πάντα κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Το τραγούδι είναι κατάθεση ψυχής.
Με τις δημόσιες σχέσεις δεν τα πάτε καλά, ε;
Όχι και τόσο. Με τους ανθρώπους τα πάω μια χαρά. Με τα άλλα, τα πιο επίσημα, όμως, δυσκολεύομαι. Οι άνθρωποι καλύτερα να με ακούνε παρά να με βλέπουν. Προτιμώ να ξέρουν τη φωνή αλλά όχι το πρόσωπό μου. Μπαίνω στον ηλεκτρικό και νιώθω καλά. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες έχουν αγοραφοβία, δεν μπαίνουν σε μέσα μαζικής μεταφοράς. Εξάλλου εγώ δεν ανήκω στο σταρ σύστεμ. Με το κομμάτι όμως αυτό [των δημοσίων σχέσεων] ασχολούνται συνεργάτες μου.
Μια και λέμε για συνεργάτες, είστε ενθουσιασμένη με την καινούρια σας δουλειά;
Πολύ! Μόλις κυκλοφόρησε ο τέταρτος προσωπικός μου δίσκος από τη MINOS EMI με τίτλο Είδα του τρελού τα κλάματα σε στίχους της Ελένης Φωτάκη και μουσική του Μίνωα Μάτσα. Πρόκειται για δίσκο που έχει πολύ ωραίο λόγο και πάρα πολύ ωραία μουσική.
Σε τι διαφέρει από τους προηγούμενους δίσκους;
Είναι ίσως η άλλη μου φωνή. Η εσωτερική μου φωνή – στα πιο πολλά τραγούδια. Να, όλοι λένε «η φωνή σου μοιάζει με της Μπέλλου». Εγώ θεωρώ ότι απλά επειδή τραγουδάμε από τον ίδιο τόνο με την υπέροχη Σωτηρία Μπέλλου, ένας απλός ακροατής δεν μπορεί να το καταλάβει. Λέει ότι «αφού λες τον “Απόκληρο” ή το “Δε λες κουβέντα” είναι ίδιες οι φωνές σας». Εάν ακούσουν αυτό το δίσκο θα καταλάβουν ότι δεν είναι ίδιες οι φωνές.
Να σας πω την αλήθεια, εγώ σας είχα πάντα στο μυαλό μου σαν ρεμπέτισσα. Σας τοποθετούσα μουσικά στην ίδια οικογένεια με την Μπέλλου.
Η φωνή της είναι μοναδική… Απλώς η ενασχόλησή μου με το ρεμπέτικο τραγούδι μου έδωσε πολλά. Το ρεμπέτικο τραγούδι γράφτηκε σε πολύ δύσκολες εποχές, κάτω από απίθανες συνθήκες. Όχι όπως σήμερα, που μπαίνεις στο στούντιο και λες έναν στίχο, γράφεται και ξαναγράφεται μέχρι να επιτευχθεί το ιδανικό. Τότε έμπαιναν και έγραφαν απνευστί τα κομμάτια. Κανείς δεν μπορεί να το φτάσει αυτό σήμερα. Δεν υπήρχε αυτό το κόψε-ράψε. Σήμερα εμείς δεν είμαστε τραγουδιστάδες, είμαστε προϊόντα των ηχοληπτών.
Θα λέγατε ότι υπηρετείτε το έντεχνο;
Έχω ευρύ φάσμα μουσικών ακουσμάτων. Ξεκίνησα να έχω ακούσματα βυζαντινής και κλασικής μουσικής, λόγω του πατέρα μου που ασχολούνταν με την εκκλησία, ήταν βοηθός ψάλτη. Φεύγοντας από τη Θεσσαλονίκη, είχα άλλα ακούσματα. Άκουσα ρεμπέτικα, λαϊκά, ροκ μουσική γιατί είχα την τύχη τα αδέρφια μου να ασχολούνται με το είδος, ήταν συνδρομητές στα περιοδικά Ποπ & Ροκ και Ήχος. Η αδερφή μου με τα πρώτα χρήματα που έβγαλε αγόρασε ένα πικάπ και συνέχεια μαζεύαμε χρήματα για να πάρουμε δίσκους.
Στην ερώτηση όμως δεν θέλω να απαντήσω βάζοντας ταμπέλα.
Πριν από λίγα χρόνια είχατε κάνει και μια συνεργασία με τον Νίκο Ορδουλίδη. Τραγουδήσατε Τσιτσάνη. Σας έχω ακούσει να τραγουδάτε Μάλαμα και Θανάση Παπακωνσταντίνου. Έχετε μια άνεση να πιάνετε το συναίσθημα. Είμαι σίγουρη ότι μπορείτε να πείτε τα πάντα…
Ο Νίκος είναι ένας εξαιρετικός μουσικός και πολύ καλό παιδί. Έχει κάνει διδακτορικό στο έργο του Τσιτσάνη. Με τον Νίκο ως ενορχηστρωτή πήγαμε στην Ισλανδία, στο Μέγαρο Μουσικής του Ρέικγιαβικ και παίξαμε Τσιτσάνη, αφού προηγουμένως η δική τους συμφωνική ορχήστρα είχε παίξει Σκαλκώτα. Έγινε μια τρομερή σύνθεση!
Ήταν πραγματική εμπειρία. Φύγαμε από τη Θεσσαλονίκη εννιά άτομα, τρεις τραγουδιστές και έξι μουσικοί, και πήγαμε στην Ισλανδία για έξι μέρες. Ήταν εμπειρία. Ο Νίκος είναι μεγάλος μουσικός. Έχει προσεγγίσει τον Τσιτσάνη όπως ακριβώς πρέπει. Έχει καταγράψει σε παρτιτούρες όλες τις πρώτες εκτελέσεις του Τσιτσάνη. Θα πάει πολύ μπροστά αυτό το παιδί. Και του εύχομαι τα καλύτερα.
Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας, να πω ότι δεν είναι έτσι. Δεν μπορώ να πω τα πάντα. Και νομίζω ότι είναι καλύτερα κάποιος να μη λέει τα πάντα. Για παράδειγμα, με τα παραδοσιακά δεν τα πάω καλά. Κατά καιρούς έχω πει δυο-τρία τραγούδια, το «Τζιβαέρι», της «Πικροδάφνης τον ανθό» ή την «Κανελλόριζα», αλλά μέχρι εκεί. Υπάρχουν άλλοι που τραγουδούν θαυμάσια τα παραδοσιακά. Γιατί να τα ακουμπήσω εγώ; Οι φωνές τους μου αρέσουν περισσότερο σε αυτό το είδος. Ποιος μπορεί να συγκριθεί με τον Χρόνη Αηδονίδη και τη Δόμνα Σαμίου; Μόνο που λέω τα ονόματά τους ανατριχιάζω! Ευτυχώς που οι άνθρωποι αυτοί κατέγραψαν τα παραδοσιακά τραγούδια και τα διέσωσαν.
Υπάρχουν συνεργασίες που ποθείτε να κάνετε, αλλά δεν έχουν προκύψει;
Πολλές!
Για παράδειγμα θα μου άρεσε πολύ να ερμηνεύσω τραγούδια του Σωκράτη Μάλαμα, του Θανάση Παπακωνσταντίνου… Θεωρώ ότι είναι εξαιρετικοί μουσικοί και οι δύο.
Έχουν ξαναχτίσει το λαϊκό τραγούδι – γιατί πιστεύω πως γράφουν λαϊκά τραγούδια. Νομίζω ότι είναι ό,τι καλύτερο έχει να παρουσιάσει σήμερα το ελληνικό τραγούδι. Ναι, προϋπήρξε ο Σαββόπουλος, ο Παπάζογλου, αλλά σήμερα έχουμε την τύχη να είναι αυτοί.
Και να πούμε ότι οι άνθρωποι αυτοί γεμίζουν στάδια. Και τα στάδια γεμίζουν με πολλούς νέους ανθρώπους.
Πώς περνάτε τις μέρες που δεν εργάζεστε; Διαβάζετε; Γράφετε;
Ακούω πολλή μουσική – όχι τον εαυτό μου. Εάν τύχει να με ακούσω στο ραδιόφωνο, αλλάζω αμέσως σταθμό. Περισσότερο ακούω ξένη και κλασική μουσική.
Διαβάζω, μαγειρεύω, ράβω, κάνω τα πάντα. Δεν γράφω. Δεν θέλω να γράψω. Γιατί εάν γράψω, συνήθως είναι πράγματα που μου έχουν κάνει εντύπωση, που με έχουν πικράνει, και τα οποία δεν τα κρατάω, τα πετάω μετά. Δεν αντέχω το ψέμα.
Πάθη έχετε;
Καπνίζω ασυστόλως· προσπάθησα, αλλά απέτυχα να το κόψω. Το έκανα μόνο μια φορά για έξι μήνες και κόντεψα να σκοτώσω κόσμο. Ξυπνάω για να καπνίσω!
Επίσης ερωτεύομαι. Τα πάντα όμως. Από ένα ποίημα, κάποιο αντικείμενο, ένα λουλούδι – και βέβαια ανθρώπους. Δεν έχω όμως καταστροφικά πάθη.
Εμφανίσεις έχετε προγραμματίσει;
Πάρα πολλές, σε όλη την Ελλάδα. Δεν θα κάνω διακοπές (παρόλο που πέρασα έναν δύσκολο χειμώνα με προβλήματα υγείας, έκανα και αφωνία το Πάσχα), κι έτσι είμαι έτοιμη να συναντηθώ με τους φίλους που θα μου κάνουν την τιμή να τραγουδήσουμε παρέα.
Υπάρχουν άνθρωποι στους οποίους θέλετε να πείτε κάτι;
Πάρα πολλοί. Δεν θέλω να αναφέρω κάποιον συγκεκριμένα, αλλά να ευχαριστήσω όλους αυτούς που μου εμπιστεύτηκαν την ψυχή τους. Και είναι πολλοί αυτοί. Τα παιδιά μου που μου δίνουν δύναμη με την υπέροχη ψυχή τους, και τους ανθρώπους οι οποίοι είναι πάντα δίπλα μου.
- Απόψε το βράδυ στις 22:00 η Φωτεινή Βελεσιώτου τραγουδάει στη Βέροια με τον Μανώλη Μητσιά, αύριο (20/6) στο Μαρκόπουλο Αττικής, και την Κυριακή 21/6 στη Γεωπονική Σχολή, στο Resistance Festival.
- Την ημέρα της συνέντευξης χρέη φωτογράφου επιτέλεσε η Χριστίνα Κωνσταντάκη, ο άνθρωπος-κλειδί που εμπιστεύτηκε η Φωτεινή Βελεσιώτου για να μιλήσει στο pontosnews.gr.