Πριν από λίγο καιρό, στη γειτονική Τουρκία το κυβερνών κόμμα του προέδρου Ερντογάν οργάνωσε μια φιέστα στην προσπάθειά του να προσελκύσει περισσότερους ψηφοφόρους ενόψει των εκλογών της 7ης Ιουνίου. Σ’ ένα σκηνικό που προσπαθούσε να αναβιώσει το παρελθόν του οθωμανικού στρατού επαναφέροντας το θέμα της Αγίας Σοφίας, το οποίο σε κάθε εσωτερική δυσκολία επανέρχεται.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στις αρχές του μήνα προβλήθηκε βίντεο, στο οποίο το οικουμενικών διαστάσεων μνημείο παρουσιάζεται, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, ως τέμενος με τους μουεζίνηδες να καλούν τον λαό…
Οι κορυφαίοι Τούρκοι πολιτικοί πολλές φορές χρησιμοποιούσαν τον πολιτισμό ως όπλο για την πολιτική διπλωματία τους.
Η ακαδημαϊκός Zeynep Ahunbay (έχει εργαστεί για πολλά βυζαντινά μνημεία), όμως, πρόσφατα, στους Financial Times (ανταπόκριση του Daniel Dombey) δίνει και μια άλλη διάσταση της πολιτικής αυτής. Τις προσπάθειες του τουρκικού κράτους να εξαφανίσει μια χιλιετία βυζαντινής ιστορίας, εστιάζοντας στο οθωμανικό παρελθόν.
Αυτό συνέβη με το Παλάτι του Πορφυρογέννητου που χρονολογείται στον 13ο αιώνα, ωστόσο αντιμετωπίζεται ως οθωμανικό του 17ου αιώνα. Όμως και το σπουδαίο συγκρότημα του Παντοκράτορα, μοναστήρι του 12ου αι., αντιμετωπίστηκε ως ανακαίνιση τζαμιού του 19ου αι., οι εργασίες στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Στουδίτη επίσης, κι ας χρονολογείται στον 5ο αιώνα.
Ο εθνικισμός και η –προς αυτή την κατεύθυνση– έμφαση στα κατασκευαστικά έργα μεγάλης κλίμακας είναι βασική τακτική της πολιτικής του Ερντογάν. Αρχαιολόγοι, όπως ο Ferudun Özgümüş ισχυρίζονται πως η αποκατάσταση των κτιρίων κατά τα οθωμανικά κι όχι τα βυζαντινά πρότυπα δεν κρύβει ιδεολογικές σκοπιμότητες, υποστηρίζοντας πως έχουν την εικόνα του συγκροτήματος του Παντοκράτορα (Zeyrek Camii κατά τους Τούρκους) μόνο από φωτογραφίες του 19ου αι. Αντίθετα, ο βυζαντινολόγος Robert Ousterhout ισχυρίζεται ότι ειδικά αυτό το μνημείο έχει αποκατασταθεί ως τζαμί κι όχι ως άθροισμα της ιστορίας του.
Στην Ελλάδα
Στα 33 και πλέον μνημεία της οθωμανικής περιόδου που έχει αποκαταστήσει με τη βοήθεια των ΚΠΣ και του ΕΣΠΑ η ελληνική πλευρά δαπανώντας πάνω από 30 εκατ. ευρώ, σέβεται τη φυσιογνωμία τους.
Από το Τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο, το τζαμί στη Χίο που λειτουργεί ως μουσείο, τις επεμβάσεις στα οθωμανικά της Δωδεκανήσου, τα λουτρά στη Μυτιλήνη, το Ιμαρέτ της Κομοτηνής, τις εργασίες στο Nερατζέ Τζαμί στην Κρήτη, τα έργα που εγκρίθηκαν για το μαυσωλείο του 16ου αιώνα στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης, αλλά και οι εργασίες στο Φετιχιέ στην Αθήνα.
Το τζαμί του Μωάμεθ Πορθητή, που κτίστηκε το 1456 επάνω στα λείψανα τρίκλιτης βασιλικής, βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο της Ρωμαϊκής Αγοράς –από τα σημαντικότερα μνημεία της οθωμανικής περιόδου στην πρωτεύουσα– το οποίο θα δούμε ολοκληρωμένο το φθινόπωρο.
Η ελληνική επιστημονική κοινότητα δεν λειτουργεί υποβαθμίζοντας μνημεία άλλων πολιτισμών με γνώμονα την ανάδειξη της δικής μας ιστορίας.
Εκτός από τις εμπόλεμες ζώνες, το ενδιαφέρον της Unesco, του ΙCOMOS και του ICOM θα έπρεπε να στραφεί και στα περιστατικά εν καιρώ ειρήνης.
Γιώτα Συκκά
*Το κείμενο αναδημοσιεύεται από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας Η Καθημερινή, όπου φιλοξενήθηκε με τίτλο: «Μια διαφορετική εκδοχή της Ιστορίας».