Το ερώτημα αν θα περάσει η Τουρκία στη μετά Ερντογάν εποχή είναι βάσιμο και πιθανό. Ίσως είναι το κυρίαρχο ερώτημα στις 18ες βουλευτικές εκλογές από το 1946, οπότε η Τουρκία πέρασε στο πολυκομματικό σύστημα. Τα άλλα δύο σημαντικά ερωτήματα είναι αν το κουρδικό κόμμα HDP θα περάσει το όριο του 10% και αν θα γίνει εκτεταμένη νοθεία.
Ο Ερντογάν θα παραμείνει, βεβαίως, πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας, αλλά αν το κόμμα του δεν καταφέρει να συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό βουλευτικών εδρών (330), για να προκαλέσει δημοψήφισμα και να αλλάξει το σύνταγμα, το πολιτικό κλίμα και –πολύ πιθανώς– οι πολιτικοί προσανατολισμοί στην Τουρκία θα αλλάξουν.
Δεν μπορούν, όμως, να κάνουν διαφορετικά. Ο Ερντογάν, παρά το γεγονός ότι μεταπηδώντας στην προεδρία της δημοκρατίας εγκατέλειψε την ηγεσία του AKP, του κόμματος του οποίου ηγήθηκε και το οδήγησε σε επανειλημμένες εκλογικές επιτυχίες, όχι μόνον ουσιαστικά συμπροεδρεύει, αλλά, όντας Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αναμιγνύεται άμεσα και δυναμικά στον προεκλογικό αγώνα.
Θα λέγαμε μάλιστα ότι είναι αυτός που δίνει και τον τόνο της προεκλογικής αναμέτρησης.
Από το χαρακτηρισμό των New York Times ως «πατσαβούρας» ως τη δήλωση για τις γυναίκες που του γυρνούν την πλάτη –«μου γυρίζουν τον πισινό τους, ξέρω τι εννοούν»– και την απαίτηση για καταδίκη σε δις ισόβια του διευθυντή της εφημερίδας Cumhuriyet, ο Ερντογάν δεν είναι απλώς ο πρωταγωνιστής των βουλευτικών, κατά τα άλλα, εκλογών. Προδιαγράφει και τον τόνο του πολιτικού κλίματος και των προσανατολισμών της τουρκικής πολιτικής στην περίπτωση που πετύχει τον προαναφερθέντα στόχο του.
Το άλλο σενάριο είναι να αποτύχει το κόμμα του να συγκεντρώσει 330 βουλευτικές έδρες. Τότε, το κυβερνών και σήμερα τουρκικό κόμμα, με τον Νταβούτογλου επικεφαλής ή και κάποιον άλλο, θα αλλάξει πολιτική και η Τουρκία θα περάσει στη «μετά Ερντογάν» εποχή, παρά την παραμονή του στον προεδρικό θώκο. Αυτή είναι και η επιθυμία του διεθνούς παράγοντα, ίσως και πλήθος χωρών της ευρύτερης περιοχής.
Με φόντο αφίσα του κόμματος της μείζονος αντιπολίτευσης CHP, το αγαπημένο καθημερινό των Τούρκων σιμίτ
(φωτ.: EPA / Sedat Suna)
Ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ως η λύση για τη δημοκρατία και έναν εποικοδομητικό ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή, για να καταλήξει ως το απόλυτο πρόβλημα. Από την εξαγγελία περί μηδενικών προβλημάτων με τις χώρες που συνορεύει, η Τουρκία σήμερα έχει τεταμένες σχέσεις με όλες τις χώρες, ενώ στο εσωτερικό η πολιτική που επέβαλε ο Ερντογάν γίνεται ολοένα και πιο αυταρχική. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο αυξανόμενος αριθμός των δημοσιογράφων που φυλακίζονται για άρθρα ή ρεπορτάζ τους.
Η μεγαλομανία του Ερντογάν είναι έντονη και προβληματική, και εκδηλώνεται τόσο με τη συμπεριφορά του ως προέδρου όσο και από το προεδρικό μέγαρο το οποίο έκτισε και για το οποίο τα σχόλια κυμαίνονται από αρνητικά ως ειρωνικά. Μια υποχώρηση της μεγαλομανίας του, ως συνέπεια του αποτελέσματων των εκλογών, ίσως απαλλάξει την Τουρκία από τις φιέστες που ο Ερντογάν ετοιμάζει το 2023 για τα 100 χρόνια της Τουρκικής Δημοκρατίας, το 2053 για τα 600 χρόνια από την Άλωση και το 2071 για τα 1.000 χρόνια από τη μάχη του Ματζικέρτ. Θα μου πείτε πως λογικά μέχρι τότε δεν θα ζει, αλλά αυτό δεν έχει σημασία για τον Τούρκο πρόεδρο. Απλώς τις ετοιμάζει.
O Ερντογάν εν μέσω μελών της προεδρικής φρουράς με στολές εμπνευσμένες από τους στρατούς των 16 κρατών που σύμφωνα με την γείτονα έχουν ιδρύσει οι Τούρκοι ανά τους αιώνες (Ιαν. 2015)
Αλλά και η εμμονή του κατά του Γκιουλέν και του κινήματός του είναι διάχυτη στην προεκλογική εκστρατεία.
Τα σενάρια για το βράδυ της 7ης Ιουνίου είναι τρία: το πρώτο, το οποίο επισημάναμε παραπάνω, η επιθυμία και προσπάθεια του Ερντογάν να κερδίσει το κόμμα του 330 έδρες και να αλλάξει το Σύνταγμα. Το δεύτερο, το κόμμα του να πάρει την πλειοψηφία των εδρών αλλά η πλειοψηφία αυτή να περιορίζεται στους 5-10 βουλευτές. Αυτή η εξέλιξη θα δώσει στο AKP τη δυνατότητα να κυβερνήσει αυτοδύναμα, όχι όμως να αλλάξει και το Σύνταγμα. Παρά τη νίκη του κόμματός του, ο Ερντογάν θα έχει υποστεί ήττα. Ο ίδιος θα επιδιώξει να ελέγξει το κόμμα με τους προσκείμενους σ’ αυτόν βουλευτές αλλά οι εξελίξεις θα είναι απρόβλεπτες.
Το τρίτο σενάριο, επίσης πιθανό, προβλέπει ότι το κόμμα του Ερντογάν θα βγει πρώτο αλλά δεν θα μπορέσει να συγκεντρώσει αυτοδύναμη πλειοψηφία (276 έδρες), οπότε θα αναγκαστεί, για πρώτη φορά από την ανάδειξή του στην εξουσία, να συγκυβερνήσει. Ένα σενάριο το οποίο ίσως σημάνει την αρχή της πτώσης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), του ισλαμικού δηλαδή κόμματος του Ερντογάν, το οποίο σημάδεψε την πολιτική ζωή της Τουρκίας την τελευταία δεκαπενταετία.
Κυβερνητικό εταίρο για να συγκυβερνήσει θα βρει το AKP, αλλά με δεδομένες τις θέσεις που πήραν τα κόμματα στο θέμα της μετατροπής του πολιτεύματος σε προεδρικό, την πολυπόθητη πλειοψηφία για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος δεν φαίνεται να την εξασφαλίζει ο Ταγίπ Ερντογάν.
Όλα αυτά θα εξαρτηθούν από την εκλογική δύναμη που θα καταγράψει το φιλοκουρδικό κόμμα HDP, το οποίο για πρώτη φορά κατέρχεται ως κόμμα στις εκλογές. Τις προηγούμενες φορές οι υποψήφιοί του εκλέγονταν ως ανεξάρτητοι.
Συγκέντρωση του HDP στη Σμύρνη
Η μείζων διακύβευση, λοιπόν, είναι αν το HDP καταφέρει να υπερβεί το εκλογικό όριο του 10%. Αν το ξεπεράσει όχι μόνο θα μπει ένα αριστερό κόμμα στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, αλλά επίσης με τις έδρες που θα πάρει (θα τις πάρει κυρίως από το ΑΚΡ) θα αποκλείσει την «τουρκικού τύπου προεδρία του Ερντογάν». Αν δεν το ξεπεράσει, το ΑΚΡ θα πάρει τη μερίδα του λέοντος (50) των περίπου 60 εδρών του HDP και θα μπορέσει, έτσι, να υλοποιήσει ένα από τα άλλα δύο σενάρια.
Από τις πολλές δημοσκοπήσεις προκύπτει ότι αν οι ψηφοφόροι του ΑΚΡ δώσουν στο κόμμα τους ποσοστό 43%, το ΑΚΡ θα μπορέσει να εξασφαλίσει τις 276 έδρες για να σχηματίσει κυβέρνηση μόνο του. Μόνο αν το ποσοστό του ΑΚΡ πέσει κάτω από 42% και στην Εθνοσυνέλευση μπει και το HDP, τότε θα χρειαστεί συνασπισμός για να σχηματιστεί κυβέρνηση και, βεβαίως, δεν υλοποιείται το όραμα Ερντογάν.
Μέχρι στιγμής οι δημοσκοπήσεις φέρουν το κουρδικό κόμμα γύρω από το όριο του 10%, γι’ αυτό και ο Ερντογάν έχει αφηνιάσει.
Οι δυτικές προβλέψεις για την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας σε περίπτωση επικράτησης του Ερντογάν είναι απαισιόδοξες, διότι θεωρούν πως θα εντείνει τη σουνιτική ισλαμική πολιτική του που έχει βυθίσει την Τουρκία στο τέλμα της κρίσης στη Μέση Ανατολή. Εκδηλώνονται ανησυχίες πως η πολιτική αυτή με τον εμμονικό Ερντογάν θα συνεχιστεί, με αποτέλεσμα την απομόνωση της Τουρκίας από τη Δύση.
Το μεγαλοοθωμανικό του όραμα θα συνεχίζει να δημιουργεί προβλήματα στα Βαλκάνια, ενώ η επιθυμία του να καταστήσει την Τουρκία μια από τις δέκα μεγαλύτερες δυνάμεις στον κόσμο ως το 2023 θα τον οδηγήσει σε σκλήρυνση της πολιτικής του τόσο στο Κυπριακό όσο και προς την Ελλάδα, καθώς θα πιστεύει πως η Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη πρέπει να επιβάλει την πολιτική της. Η πολιτική αυτή, μάλλον, αρχίζει να βασίζεται σε πήλινα πόδια καθώς οι εκτιμήσεις για κρίση στην τουρκική οικονομία έχουν αρχίσει εδώ και καιρό.
Εκεί λοιπόν που ο Ερντογάν ήρθε ως ελπίδα, κατάντησε πρόβλημα.
Ο τουρκικός λαός θα αποφανθεί την Κυριακή αν θα αλλάξει σελίδα. Ο Ερντογάν ό,τι μπορούσε να δώσει, το έδωσε.