Γέμισε ο κόσμος ανθρώπους που ενδιαφέρονται μόνο για το εδώ και τώρα, για το τι θα φάνε και τι θα πιουν, για την ευζωία τους, γράφει μεταξύ άλλων στο αναστάσιμο μήνυμά του ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, ο οποίος μιλά για το Θείο Δράμα με έναν διαφορετικό τρόπο και μας καλεί να σωθούμε σώζοντας τον συνάνθρωπο.
Αναλυτικά το μήνυμα του Αρχιεπισκόπου
Αγαπητά μου παιδιά,
Χριστός «εγήγερται» και ο Άδης «ηχμαλώτισται». Χριστός «εγήγερται» και ο Άδης «επικράνθη». Χριστός «εγήγερται» και ο Άδης «συνετρίβη».
Ο Άδης στη συμβολική γλώσσα της λατρείας μας είναι το κράτος του θανάτου, το μεταθανάτιο δεσμωτήριο των ψυχών. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν πιστεύει στον Άδη. Αφού αποπνευμάτωσε την φυσική και πολιτική ιστορία του, την τέχνη, την μόρφωση, την ίδια του τη ζωή, έχει πλέον αποπνευματώσει και τον θάνατο. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει «σκοτώσει» μόνον τον Θεό, απονέκρωσε και τον θάνατο.
Κάποτε οι κοινωνίες συμπεριφέρονταν σε ακολουθία με την πίστη στην αθανασία της ψυχής. Οι άνθρωποι είχαν την απόλυτη βεβαιότητα ότι η ψυχή τους δεν θα χαθεί, θα ζει, έστω και σε έναν στενάζοντα και οδυρόμενο Άδη. Μα τώρα, ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί ότι με τον θάνατο τελειώνουν όλα. Και σώμα και ψυχή. Όλο και περισσότεροι παύουν να φέρονται προσχηματικά και υποκριτικά και προσχωρούν ανοικτά στην νοοτροπία τού “φάγωμεν, πίωμεν, αύριο γαρ αποθνήσκομεν”. Αυτή τη γνωστή ρήση αντιμετωπίζει αυστηρά το χωρίο της Αποκαλύψεως “οίδά σου τα έργα, ότι όνομα έχεις ότι ζης, και νεκρός ει” (Αποκ. 3,1).
Γέμισε ο κόσμος νεκρούς ανθρώπους που ζουν περιμένοντας να πεθάνουν. Ανθρώπους υποκρινόμενους τους ευτυχείς μέσα από την επιφανειακή και επίπλαστη ευθυμία, ή κάποιους πιο ειλικρινείς, ως προς την απελπισία τους, και γι’ αυτό βαθιά μελαγχολικούς. Ανθρώπους συμβιβασμένους με τη θνητότητα της ύπαρξής τους. Εκείνος που συμβιβάζεται με την επικείμενη ανυπαρξία του, είτε χάνει το ενδιαφέρον του για τη χαρά της ζωής, είτε ανάγει σε ύψιστη και μοναδική αξία την ευζωία, μη διστάζοντας να πατήσει επί πτωμάτων για να την εξασφαλίσει. Στη συνείδησή του όλοι είμαστε πτώματα. Τα πτώματα δεν νιώθουν. Δεν πονούν. Αν ένα πτώμα πατήσει ένα άλλο πτώμα δεν υπάρχει βλάβη, δεν υφίσταται καμία μεταβολή στον άδικο και μάταιο τούτο κόσμο.
Χωρίς Αναστημένο Χριστό δεν έχει σημασία αν ο Άδης είναι υπαρκτός ή ανύπαρκτος. Χωρίς Αναστημένο Χριστό ο κόσμος παραμένει ένας σφαλιστός τάφος. Τάφος ο σκοτεινός Άδης, τάφος και η ηλιόλουστη κτίση. Θαμμένες οι ψυχές, είτε μέσα στην θνητή σάρκα, είτε έξω από αυτήν. Επειδή «Ανέστη ο Χριστός» η πέτρα του τάφου κύλησε. Επειδή «Ανέστη ο Χριστός» ο Άδης «επικράνθη, κατηργήθη, ενεπαίχθη, ενεκρώθη, καθηρέθη, εδεσμεύθη». Επειδή «Ανέστη ο Χριστός» νικήθηκε με θάνατο το κράτος του θανάτου.
Μέσα σε έναν κόσμο αδικίας, σκληρότητας, κακότητας και μισανθρωπίας, κάθε συνειδητός χριστιανός παλεύει να κρατηθεί από τα κράσπεδα των ιματίων του Αναστημένου Χριστού, μέχρι να ενωθει για πάντοτε μαζί Του στην αιώνια Ζωή. Με αυτόν τον τρόπο μετέχει στο μυστήριο της Θείας Οικονομίας για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Ο Χριστός δεν ζητά από τον καθένα μας να εργαστεί με έναν τρόπο αυτιστικό και ατομικιστικό για τη σωτηρία του. Η σωτηρία του καθενός περνά μέσα από τη σωτηρία των άλλων. Και πολλές φορές, αν όχι όλες, απαιτείται η δική μας σταύρωση για την σωτηρία των άλλων.
Να χαιρόμαστε για το υπαρκτό του συντετριμμένου Άδη. Να χαιρόμαστε για τις σταυρώσεις μας, τα βάσανα και τις οδύνες μας. Γιατί όλα αυτά, όποτε και αν συνέβησαν, όποτε συμβαίνουν και όποτε και αν συμβούν, θα ανήκουν στο χθες. Μετά την Ανάσταση του Χριστού τα μέλη της Εκκλησίας ζούμε ήδη στο αιώνιο σήμερα, μετέχουμε στον θρίαμβο του πνεύματός Του, γευόμαστε τη δόξα του τεθεωμένου σώματός Του. Ο καθένας μπορεί να απευθυνθεί στον Κύριό του και Θεό του, τον Ιησού Χριστό, με τα λόγια του ψαλμωδού: «Χθες συνεθαπτόμην σοι Χριστέ», σήμερα «συνεγείρομαι αναστάντι σοι». «Συνεσταυρούμην σοι χθες». Σήμερα «συνδόξασόν με Σωτήρ, εν τη βασιλεία σου».
Αγαπητά μου παιδιά,
Χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι κραταιός ο Αναστάς Κύριος και σήμερα και πάντοτε και εις τους αιώνες».
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!