Αποσπάσματα από το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Πολύδωρου Δανιηλίδη Ο Πολύδωρος θυμάται…
[Το Κουρί] ήταν ένα παραθαλάσσιο ελληνοχώρι, στα χείλη του Αστακινού Κόλπου, κοντά στη Γιάλοβα, στην επαρχία της Νικομήδειας. Δύο χιλιάδες ψυχές ήταν οι κάτοικοι του, όλοι Έλληνες. […] Απείχε 9 μίλια από την Πρίγκηπο και η Πρίγκηπος άλλα τόσα από την Πόλη. Στα νότια, στις 4-5 ώρες, ήταν το βουνό Αργοθόνιο,100 μ. υψόμετρο, πολύ δασωμένο και ελεύθερο για ξύλευση και για ξυλοκάρβουνο. Το χρησιμοποιούσαν στις σόμπες και κυρίως στα μαγκάλια. Πολλοί τόνοι από αυτό πήγαιναν στην Πόλη.
[…] Καμιά δεκαριά ελληνοχώρια ήταν σε κοντινή απόσταση από το Κουρί, χωρίς συνάφεια μεταξύ τους και χωρίς επιγαμίες. Το χωριό μιλούσε μόνο ελληνικά. Τουρκικά ήξεραν μόνον οι άντρες κι όχι όλοι. Το Δημοτικό Σχολείο ήταν μικτό κι είχε μόνο Έλληνες μαθητές. […] Τα καΐκια του Κουριού, 45-50 συνολικά, ένας μικρός στόλος, έμοιαζαν με τα Βατικιώτικα ή τα Ναυπλιώτικα. Αρμένιζαν μόνο στη θάλασσα του Μαρμαρά. Κανείς δεν θυμάται ναυάγιο κουριώτικου καϊκιού.
Τα κουκούλια (μετάξι) ήταν το πρώτο εισόδημα γι’ αυτό και ήταν κατάφυτο από μουριές. Όλο το χωριό καταγινόταν με τα κουκούλια. Τα πουλούσαν στα Μουδανιά και στη Νίκαια, ανάλογα με τις τιμές που έβρισκαν, ή και στην Προύσα ακόμα. Το δεύτερο σε σημασία προϊόν ήταν τα πρώιμα καρπούζια που τα καβαλούσανε στην Πόλη και τα μοσχοπουλούσαν. Έφταναν και 50 τη μέρα οι καϊκιές στην Πόλη.
[…] Το χωριό το διοικούσε αιρετό Κοινοτικό Συμβούλιο με επικεφαλής τον Πρόεδρο (τσορμπατζής στα τούρκικα). Αιρετή ήταν και η ενοριακή επιτροπή της εκκλησίας που φρόντιζε το σχολείο κάτω από την επίβλεψη του Πατριαρχείου. Μεγάλη ανεξαρτησία είχαν τα ελληνοχώρια αυτής της περιφέρειας και προπαντός το Κουρί. […] Αραιά και πού πήγαιναν και Τούρκοι χωροφύλακες στο χωριό. Όταν επενέβαιναν σε μικροκαυγαδάκια, συχνά τους αφοπλίζανε, τους δέρνανε και τους διώχνανε. Την άλλη μέρα τους πήγαινε τα όπλα ο Πρόεδρος και τα συμβιβάζανε με τις αρχές χωρίς συνέπειες. […] Οι Κουριώτες ήταν και σωματικά γεροί και ψυχωμένοι.
[…] Δεν είχαν αφήσει τίποτε όρθιο. Στο τέλος έκαψαν και το δικό τους χωριό και έφυγαν. […]
[…] Πολιτικές ιδέες το χωριό δεν είχε. Οι ζυμώσεις που γίνονταν στον ελλαδικό χώρο, έρχονταν σαν απόηχος. Απελευθερωτικές τάσεις υπήρχαν, όχι έντονες όμως. Εκείνο που επιδίωκαν όλο κι όλο ήταν να ζουν καλά. Το μόνο ιδεολογικό αναφτέρωμα ήταν ο αντίχτυπος από το κίνημα των Νεότουρκων. Στην αρχή ο κόσμος πίστεψε στους Νεότουρκους που κατέβηκαν με τα συνθήματα της Γαλλικής Επανάστασης, ισότητα, αδελφότητα κι ελευθερία. Γίνονταν διαδηλώσεις κατά του Χαμίτ. Σ’ αυτές παίρναμε μέρος κι εμείς τα παιδιά με όλο το σχολείο. Ύστερα, οι μέθοδες που χρησιμοποιούσαν οι Νεότουρκοι και τα γεγονότα που μεσολάβησαν απογοήτευσαν τον κόσμο. Όταν κρύωσε κι εκείνη η ορμή, οι Έλληνες έμειναν με τον παλιό αναιμικό εθνικισμό που διοχέτευε το Πατριαρχείο.
Το Κουρί ήταν το χωριό μου. Τώρα δεν υπάρχει πια.
Γιατί με την οπισθοχώρηση του Ελληνικού Στρατού, οι χωριανοί μου, πριν πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς, του βάλανε φωτιά και το κάψανε μόνοι τους.
- Πολύδωρος Δανιηλίδης, Ο Πολύδωρος θυμάται, εκδ. Ιστορικές εκδόσεις, Αθήνα 1990 (εξαντλημένο).