Οδικό χάρτη για την ειρήνευση υπέγραψαν το Κίεβο και οι φιλορώσοι αντάρτες, ενώ η Ομάδα Επαφής Ουκρανίας, Ρωσίας, Γερμανίας και Γαλλίας κατέληξε σε συμφωνία για κατάπαυση του πυρός που αναμένεται να τεθεί σε ισχύ στις 15 Φεβρουαρίου.
Οι τέσσερις ηγέτες κατέληξαν στη συμφωνία μετά από πυρετώδεις διαπραγματεύσεις, που διήρκεσαν 17 ώρες στο Μινσκ της Λευκορωσίας και «εν μέσω μεγάλης έντασης» όπως δήλωσε ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο.
Η συμφωνία προβλέπει την απόσυρση του βαρέως οπλισμού την ημέρα κατάπαυσης του πυρός και την απελευθέρωση όλων των κρατουμένων, ενώ η Ουκρανία θα πάρει τον έλεγχο των διεθνών συνόρων της μέχρι το τέλος της χρονιάς. Υπάρχει δηλαδή δέσμευση για απόσυρση όλων των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων από το έδαφος της.
«Κατορθώσαμε να φθάσουμε σε συμφωνία επί των ουσιωδών θεμάτων», ανακοίνωσε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, χωρίς ωστόσο να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες ή να δεχθεί ερωτήσεις. Πάντως, σύμφωνα με τον ίδιο, οι συνομιλίες διήρκησαν τόσο πολύ επειδή οι ουκρανικές Αρχές αρνούνται να συνομιλήσουν απευθείας με τους αντάρτες στην ανατολική Ουκρανία.
Από την πλευρά τους, ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ και η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ στην κοινή δήλωσή τους σημειώνουν ότι «το κείμενο της συμφωνίας αντιμετωπίζει όλα τα ζητήματα».
Ο Ολάντ μιλώντας με δημοσιογράφους φάνηκε επιφυλακτικός ως προς το αποτέλεσμα των συνομιλιών, σχολιάζοντας πως η συμφωνία «δίνει ελπίδα». Παράλληλα, έκανε λόγο για συνολική πολιτική διευθέτηση της ουκρανικής κρίσης.
Όμως, από το Βερολίνο, ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ είπε ότι η επιτευχθείσα συμφωνία «δεν είναι συνολική» και δεν ικανοποιεί όλες τις προσδοκίες της καγκελαρίας αλλά είναι ένα αναγκαίο βήμα προς τον τερματισμό της βίας.