Ο Άρης Βελουχιώτης κοιτάζει σταθερά το φακό. Είναι φωτογραφημένος σε εσωτερικό χώρο και πίσω του διακρίνεται το τζάμι μιας πόρτας. Αλλά δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία. Το βλέμμα του είναι εκείνο που κλέβει το πορτρέτο. Και αυτό το βλέμμα του αρχικαπετάνιου του ΕΛΑΣ το έχει κλέψει ένας πεισματάρης Ίμβριος, ο Σπύρος Μελετζής, που σαν σήμερα, 14 Νοεμβρίου, έφυγε το 2003 από τη ζωή στα 97 του χρόνια.
Το όνομα του Μελετζή είναι συνώνυμο του ’40. «Φωτογράφος της εθνικής Αντίστασης», είναι ένας από τους τίτλους του. Αριστερών φρονημάτων, την περίοδο 1941-44 ακολουθεί και φωτογραφίζει αντάρτες στα βουνά της Πελοποννήσου και της Ευρυτανίας.
Το λεύκωμά του Με τους αντάρτες στα βουνά θεωρείται ότι περιέχει εκείνες τις φωτογραφίες που χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα ως ιδανικές αναπαραστάσεις του αγώνα της Αριστεράς. Ο Άρης θα ποζάρει νομιμοποιώντας την παρουσία του φωτογράφου στις γραμμές του ΕΛΑΣ και ο Μελετζής θα παραδώσει στην ιστορία μία ακόμα φωτογραφία του, το πασίγνωστο πορτρέτο που στη συνέχεια απέκτησε συμβολικές διαστάσεις.
Ο Βάλιας Σεμερτζίδης ζωγραφίζει τον μαυροσκούφη Λέοντα. Πίσω του ο Άρης Βελουχιώτης
(πηγή: Σπύρος Μελετζής, «Με τους αντάρτες στα βουνά»)
Το αντάρτικο ήταν μόνο μία από τις στάσεις του φωτογράφου που θεωρείται θεμελιωτής και δάσκαλος της ελληνικής φωτογραφίας. Η ιστορία της ζωής του Σπύρου Μελετζή ξεκινά στις 20 Ιανουαρίου 1906 στους Αγίους Θεοδώρους Ίμβρου, το χωριό και του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθλομαίου Α’. Η οικογένεια, που έχει έξι παιδιά με πρωτότοκο τον Σπύρο, είναι φτωχή και τον προορίζει για δεσπότη. Το 1919 ο πατέρας του πεθαίνει από επιδημία γρίπης και ο 13χρονος Σπύρος βγαίνει στο μεροκάματο. Τέσσερα χρόνια μετά, λίγο προτού η Ίμβρος παραχωρηθεί στην Τουρκία, φεύγει για Αλεξανδρούπολη όπου θα εργαστεί αρχικά ως υπάλληλος σε υφασματοπωλείο και αργότερα στο φωτογραφείο του συγγενή του, Αλέξανδρου Παναγιώτου.
Μια φωτογραφία του Μελετζή από την παραλία της Αλεξανδρούπολης κερδίζει το 1924 το πρώτο βραβείο σε έκθεση της Θεσσαλονίκης. Αντί για εκείνον, όμως, το βραβείο το παραλαμβάνει ο Παναγιώτου. «Δεν πειράζει. Όταν είσαι υπάλληλος δεν γίνεται διαφορετικά», φέρεται να είπε.
Δάσκαλός του στη φωτογραφία θεωρείται ο Γεώργιος Μπούκας, φωτογράφος της βασιλικής οικογένειας. Θα χρειαστούν τουλάχιστον δέκα χρόνια σκληρής δουλειάς προκειμένου να κερδίσει τη (σιωπηλή) αποδοχή του. Το γαμήλιο ταξίδι του στην Ήπειρο, όμως, θα τον πείσει να αφήσει για πάντα πίσω του τους σκοτεινούς θαλάμους και να αφιερωθεί στην ύπαιθρο.
Πηγή: Museu Valencià de la Il·lustració i la Modernitat
«Όταν λοιπόν η ηλικιωμένη γυναίκα σηκώθηκε και φορτώθηκε μια τεράστια κασόνα, εγώ την είδα ν’ ανεβαίνει, ν’ ανεβαίνει, να ψηλώνει, να ψηλώνει και να περνά τις κορυφές του Βελουχιού. Αχ, αυτή η γυναίκα μου άνοιξε το δρόμο. Από κείνη τη στιγμή είπα “θα φωτογραφίζεις, Μελετζή, αυτή τη λεβεντιά”. Και από τότε άρχισα να σκέφτομαι πώς θα φωτογραφίζω ανθρώπους. Που να είναι πραγματικοί λεβέντες.»
«Παιδί μάς ήρθε απ’ τις χαμένες πατρίδες, γιομάτος όνειρα κι ελπίδες. Γεννημένος ωραιόλατρης και οραματιστής από τα μαθητικά θρανία, διατηρούσε στη φαντασία του ζωντανούς τους θεούς του Ολύμπου και τους αγίους του Βυζαντίου που έμελλε αργότερα να γίνουν κυρίαρχο στοιχείο της φωτογραφικής του θεματολογίας», γράφει για τον Μελετζή ένας άλλος μεγάλος της φωτογραφίας, ο Κώστας Μπαλάφας.
Μεταπολεμικά έρχεται και ο τρίτος μεγάλος σταθμός στη φωτογραφική καριέρα του Μελετζή. Γνωρίζεται με την Ελένη Παπαδάκη και ξεκινά να μελετά αρχαία ιστορία και τέχνη. Μαζί γράφουν τους οδηγούς των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων που φωτογραφίζουν από το 1952.
Το 1953 το έργο του λαμβάνει τιμητικές διακρίσεις στο εξωτερικό. Με τον φωτογραφικό φακό του θα αποτυπωθούν από δημόσια έργα έως προσωπικότητες της εποχής όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Γεώργιος Ράλλης, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο συντοπίτης του από τους Αγίους Θεοδώρους Ίμβρου, αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος.
Κώστας Μπαλάφας και Σπύρος Μελετζής, οι δύο κορυφαίοι φωτογράφοι της γενιάς τους (πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)
«Ενώ ο ρόλος της φωτογραφίας-ντοκουμέντο έγκειται στο να διαπραγματεύεται με την ανθρώπινη ανέχεια και τον πόνο, μπορεί να δείξει την ίδια στιγμή πολύ θετικές και χαρούμενες όψεις της ζωής», έγραφε η Νίνα Κασσιανού στο εισαγωγικό σημείωμα της φωτογραφικής έκθεσης που έγινε το 2005 με έργα από τον νομό Έβρου.
Ο Σπύρος Μελετζής είχε φύγει από τη ζωή ήδη δύο χρόνια τότε, αλλά το έργο του συνέχιζε να παραμένει ζωντανό. Στην κηδεία του, που έγινε στο Α’ Νεκροταφείο, πάνω σε ένα μπλε μαξιλάρι ήταν ακουμπισμένα και τα παράσημα που έλαβε από το ελληνικό κράτος. Μεταξύ αυτών ο Σταυρός του Φοίνικος που του είχε απονείμει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος το 1995.