Έκπληξη αποτέλεσε όχι τόσο η επιλογή της συγκυρίας από την Άγκυρα για να προκαλέσει νέα κρίση, όσο η ωμότητα της εισβολής της στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Η Άγκυρα δεν έχει κανένα χαλινό και κανένα όριο στις αμφισβητήσεις και τις διεκδικήσεις της. Ενθαρρυμένη από τη σημερινή οικονομική αδυναμία της Ελλάδος, τον ασφυκτικό έλεγχο της τρόικας αλλά και την πρωτοφανή δεκαετή αδράνεια και αβελτηρία στους στρατιωτικούς εξοπλισμούς της ελληνικής πλευράς, πιστεύει ότι έχει σήμερα μια μοναδική ευκαιρία για ν’ αναλάβει δράση και να προωθήσει τις γνωστές βλέψεις της στα ενεργειακά αποθέματα της Κύπρου και της Ελλάδος.
Η διεθνής συγκυρία είναι αμφιλεγόμενη γι’ αυτήν. Αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα και στρατηγικά διλήμματα στα σύνορά της με τη Συρία και το Ιράκ, ιδιαιτέρως μετά την ανάδυση του ισλαμιστικού χαλιφάτου του ISIL και τη μετεξέλιξη του κουρδικού προβλήματος στην περιοχή. Ο κουρδικός παράγων αντιμετωπίζεται σήμερα μέσα από μια νέα οπτική, που υποθάλπει την ελπίδα της δημιουργίας στο μέλλον ενός ενιαίου κουρδικού κράτους που θα περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τους Κούρδους του Ιράκ, της Συρίας και της Τουρκίας.
Η Άγκυρα τρέχει να προλάβει να επιτύχει κάποια διευθέτηση με τους Κούρδους της Τουρκίας, πάνω στη βάση της αποκεντρώσεως και της αυτονομίας, πριν τεθεί ως αναπόφευκτη η λύση της πλήρους ανεξαρτησίας. Αυτό ήταν το νόημα του ανοίγματος Ερντογάν προς τους Κούρδους. Το Ισλάμ θα ήταν, υποτίθεται, στην περίπτωση αυτή, ο κοινός τρόπος και ο συνεκτικός ιστός. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσαν να αναγνωρισθούν τα εθνικά δικαιώματα και η τοπική αυτονομία των Κούρδων.
Η πολιτική αυτή δέχθηκε ένα πολύ ισχυρό πλήγμα από τη στάση της Άγκυρας στο Κομπάνι, όπου η Άγκυρα, σε προφανή συμπαιγνία με το ISIL, ήθελε να αφήσει σ’ αυτό τη βρόμικη δουλειά της διαλύσεως της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής στη Συρία. Ο στόχος της Άγκυρας ματαιώθηκε, όπως διαψεύσθηκαν και οι προσδοκίες της να επιτύχει την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, με τη βοήθεια των ακραίων ισλαμιστών.
Η Άγκυρα δεν παραιτείται από την πολιτική αυτή. Διαπραγματεύεται σκληρά με την αμερικανική πολιτική για τη συνέχιση της ισλαμιστικής εκστρατείας κατά του Άσαντ, προβάλλοντας, για άλλη μια φορά, το επιχείρημα των υποτιθέμενων «μετριοπαθών» ανταρτών, που διολισθαίνουν όμως παγίως σε ακραίους ισλαμιστές ή κυριαρχούνται από αυτούς.
Διαπραγματεύεται επίσης ανταλλάγματα σε βάρος της Κύπρου και της Ελλάδος. Ο αμερικανικός παράγων, παρά τη δυσπιστία του προς την πολιτική Ερντογάν και την ένταση που υπάρχει στις τουρκοαμερικανικές σχέσεις, εξακολουθεί ν’ αποδίδει μεγάλη σημασία στον τουρκικό παράγοντα και προσπαθεί να διαφυλάξει και να ενισχύσει, όσο μπορεί, τους δεσμούς του με την Ευρώπη και τον Δυτικό συνασπισμό. Στην πολιτική αυτή λαμβάνεται προφανώς υπόψιν η ένταση και ο ανταγωνισμός που υπάρχει με τη Ρωσία, από τη Συρία μέχρι την Ουκρανία.
Η Τριμερής Διακήρυξη του Καΐρου (Ελλάδος, Κύπρου, Αιγύπτου) ανοίγει το δρόμο για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου και για τη συγκρότηση μιας ισχυρής περιφερειακής συμμαχίας μεταξύ των τριών χωρών. Στο πλαίσιο της συνεννοήσεως αυτής, ο Αιγύπτιος πρόεδρος στρατάρχης Αλ-Σίσι θα επισκεφθεί τη Λευκωσία, σε μια προφανή στήριξη της Κύπρου ενάντια στην τουρκική επιθετικότητα. Ενδέχεται επίσης, σύντομα, να προσχωρήσουν στην τριμερή συνεννόηση και δύο άλλες χώρες της περιοχής, ο Λίβανος και η Ιορδανία.
Παραλλήλως προς την Αίγυπτο, που είναι η ηγέτιδα δύναμη του αραβικού κόσμου, με ογδόντα εκατ. πληθυσμό και ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, προωθείται επίσης αντίστοιχη τριμερής με το Ισραήλ. Ήδη η ισχυρή αεροπορία του Ισραήλ διεξάγει κοινές ασκήσεις με την Κύπρο, στον κυπριακό εναέριο χώρο και στην κυπριακή ΑΟΖ. Ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Άβιγκντορ Λίμπερμαν επεσκέφθη προσφάτως τη Λευκωσία και προέβη σε σαφείς δηλώσεις για τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου, ζητώντας από την Άγκυρα να τερματίσει τις σεισμογραφικές έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Είχαμε επίσης παρέμβαση του ρωσικού παράγοντα, ο οποίος διεβίβασε πρόσκληση του Ρώσου προέδρου Πούτιν στον Κύπριο πρόεδρο Αναστασιάδη να επισκεφθεί τη Μόσχα.
Παραφωνία είναι οι παρεμβάσεις του αμερικανικού παράγοντα, όπως επίσης του βρετανικού, που δραστηριοποιείται παρασκηνιακά, ασκώντας πιέσεις για μετατροπή του θέματος του φυσικού αερίου σε διακοινοτικό θέμα και συζήτησή του στις διακοινοτικές συνομιλίες. Αυτή ήταν και η πρόταση του ειδικού αντιπροσώπου του Γ.Γ. του ΟΗΕ Έσπεν Μπαθ Άιντα, ο οποίος είναι υποχείριος του αμερικανικού και του βρετανικού παράγοντα. Πρότεινε, συγκεκριμένα, στον Κύπριο πρόεδρο το θέμα του φυσικού αερίου να γίνει αντικείμενο συζητήσεως από διακοινοτική «Τεχνική Επιτροπή»!
Η πρότασή του απερρίφθη, όπως απερρίφθη επίσης η αντίστοιχη πρόταση του Αμερικανού πρέσβη. Οι προτάσεις αυτές δείχνουν όμως καθαρά τους κινδύνους που εγκυμονεί η πολιτική των διακοινοτικών συνομιλιών, πάνω στη βάση του κοινού ανακοινωθέντος Αναστασιάδη-Έρογλου και την ανάγκη η σημερινή αναστολή τους να γίνει αφετηρία για τη χάραξη μιας νέας πολιτικής και στρατηγικής, με ακρογωνιαίο λίθο τη διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.