Η γενοκτονία των Ελλήνων που ζούσαν σε χώρους με μακραίωνη και σημαντική παρουσία, στη Μικρά Ασία, στον Πόντο, στη Θράκη, φτάνοντας μέχρι τις ημέρες μας στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο, την Τένεδο και την Κύπρο, παρέμεινε στο περιθώριο της πολιτικής και επιστημονικής ανάλυσης στην Ελλάδα και το εξωτερικό για πολλά χρόνια, και ιδιαίτερα σε περιόδους που υλοποιούνταν ένα ακόμη έγκλημα εναντίον τους στην πρώην Σοβιετική Ένωση αλλά και εναντίον των ελληνόφωνων που παρέμειναν στον Πόντο.
Οι αναζητήσεις όμως της δεύτερης και τρίτης γενιάς ανέδειξαν το μαζικό και λησμονημένο έγκλημα ενάντια στον ελληνικό πληθυσμό, και πλέον η επαναφορά στο προσκήνιο του αποσιωπημένου εγκλήματος αποτελεί υπόθεση και ζήτημα πολλών ερευνητών και θεσμών σε όλον τον κόσμο. Το δικαίωμα στη μνήμη είναι πλέον το κυρίαρχο αίτημα, αυτό που οδήγησε και συνεχίζει να οδηγεί πολλούς Έλληνες και φιλέλληνες στην αλήθεια, δηλαδή στη μη λήθη. Ένα μέρος αυτής της προσπάθειας ανάδειξης του εγκλήματος της γενοκτονίας αποτέλεσε
και αποτελεί η δολοφονία των Ελλήνων ηγετών στην Αμάσεια τον Σεπτέμβριο του 1921.
Τα «δικαστήρια» της Αμάσειας ήταν η αρχή και το τέλος της διαδικασίας εξόντωσης της ποντιακής ηγεσίας. Στην Αμάσεια, μετά από μια προετοιμασία των δυνάμεων του Μουσταφά Κεμάλ που ήθελε να τελειώνει οριστικά με τους Έλληνες, στήθηκαν τα «δικαστήρια» όπου με ψευδείς κατηγορίες καταδικάστηκαν οι πιο σημαντικές προσωπικότητες του Ελληνισμού. H διαδικασία η οποία ακολουθούνταν από τα μέλη των «δικαστηρίων» ήταν γρήγορη: μετά την απολογία (σε όσους επιτρεπόταν, αφού δεν υπήρχε παρουσία δικηγόρων) ανακοινωνόταν η «απόφαση» του «δικαστηρίου» που ήταν θάνατος δι’ απαγχονισμού.
Οι σημαντικότερες μορφές του ποντιακού Ελληνισμού, «το άνθος της ελληνικής κοινωνίας του Πόντου», όπως ανέφερε σε κείμενο διαμαρτυρίας το Οικουμενικό Πατριαρχείο, καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ανάμεσά τους, ο πρώην βουλευτής Τραπεζούντος Ματθαίος Ι. Κωφίδης, ο εργοστασιάρχης Αλέξανδρος Γ. Ακριτίδης, ο ιδιοκτήτης της εφημερίδας Εποχή της Τραπεζούντας Νίκος Καπετανίδης, ο έμπορος από την Κερασούντα Γεώργιος Θ. Κακουλίδης, οι καθηγητές του Αμερικανικού Κολεγίου της Μερζιφούντας «Ανατόλια» Γ. Θεοχαρίδης, Χ. Γεωργίου και Α. Συμεών, και οι μαθητές του ίδιου κολεγίου Αναστάσιος Παυλίδης και Συμεών Ανανιάδης.
Μάλιστα, το κολέγιο της Μερζιφούντας «Ανατόλια» και η ποδοσφαιρική του ομάδα «Πόντος» συμπυκνώνουν τη νεότερη ιστορία των Ελλήνων, η οποία, όπως είναι γνωστό, κατέληξε με ευθύνη των Νεότουρκων και των κεμαλικών στη Γενοκτονία. Οι μαθητές-αθλητές της ποδοσφαιρικής ομάδας «Πόντος» θα καταδικαστούν σε θάνατο έχοντας σαν βασική κατηγορία την εμφάνιση της ομάδας: Άσπρες και μπλε οριζόντιες ρίγες και το γράμμα «Π» στο στήθος. Έτσι η ποδοσφαιρική ομάδα και οι αθλητές της –μαθητές του «Ανατόλια»– ήταν ανάμεσα στα θύματα της Γενοκτονίας, που δολοφονήθηκαν μετά τη διαδικασία των αποκαλούμενων «δικαστηρίων ανεξαρτησίας».
Αρκετοί καταδικάστηκαν ερήμην σε θάνατο. Ανάμεσά τους οι μητροπολίτες Τραπεζούντας Χρύσανθος, Αμασείας Γερμανός, Νεοκαισαρείας Πολύκαρπος, Χαλδίας και Κερασούντας Λαυρέντιος, τα ηγετικά στελέχη της ποντιακής διανόησης και πολιτικής Β. Ιωαννίδης, Λ. Ιασονίδης, Κ. Κωνσταντινίδης, Αρ. Νεόφυτος, Νικ. Ιασονίδης, Χ. Σιδηρόπουλος, Επ. Σεφεριάδης, Θεμ. Πατσιάδης, Κ. Παπαθεοδώρου, Γ. Γαληνός, Γ. Βαλαβάνης, καθώς και ο εκδότης της εφημερίδας Λόγος της Τραπεζούντας, Ν. Λεοντίδης.
Παρά τις διαμαρτυρίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων και Εκκλησιών, η μαζική δολοφονία της ποντιακής ηγεσίας δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον των τότε Μεγάλων Δυνάμεων. Ωστόσο ιδιαίτερη σημασία έχει το ψήφισμα διαμαρτυρίας των Ελλήνων διανοουμένων προς τους Ευρωπαίους συναδέλφους, το οποίο μεταξύ των άλλων υπέγραφαν οι Καζαντζάκης, Σικελιανός, Ξενόπουλος, Παλαμάς.
H καταδίκη και ο απαγχονισμός στην Aμάσεια, τον Σεπτέμβριο του 1921, όλης της θρησκευτικής, πνευματικής και πολιτικής ηγεσίας ήταν μια οργανωμένη και προσχεδιασμένη πράξη και αποτελεί σημαντική παράμετρο του μαζικού εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων, στο οποίο Τουρκία αντιδρά με φόβο και ανασφάλεια. Αντιδράσεις οι οποίες αποτελούν συνήθη τακτική όταν η αλήθεια αποκαλύπτεται, αντιδράσεις που φτάνουν ακόμη και στην άρνηση ή την αμφισβήτηση της γενοκτονίας των Ελλήνων, κάτι όμως που είναι ασέβεια και ύβρις όχι μόνο προς τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα των μαζικών δολοφονιών αλλά και έναντι των νέων γενεών όλου του πλανήτη, οι οποίες πρέπει να μαθαίνουν την αλήθεια και όχι το ψέμα και την προπαγάνδα.
Το ζήτημα της μαζικής δολοφονίας της ηγεσίας του Ποντιακού Ελληνισμού στην Αμάσεια αποτελεί μια σημαντική παράμετρο της γενοκτονίας. Οι προσπάθειες ανάδειξης αυτής της συνιστώσας της γενοκτονίας αποτελούν την ελάχιστη πράξη διάσωσης της μνήμης αυτών των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους.
Μπορεί η παρουσία του ελληνισμού να διακόπηκε βίαια, αλλά αυτό έγινε μόνο προσωρινά, όπως δείχνει η σημερινή ανιδιοτελής δραστηριοποίηση των Ελλήνων και φιλελλήνων σε όλο τον κόσμο, όπου πολιτικοί, κυβερνήτες, βουλευτές, ακαδημαϊκοί, επιστήμονες και ερευνητές έχουν πειστεί για την τέλεση του εγκλήματος και εκδίδουν σχετικές αναγνωρίσεις και ψηφίσματα.