Γράφει ο Τάσος Κοντογιαννίδης.*
Στις 14 Σεπτεμβρίου, τη μέρα του Σταυρού, οι Τούρκοι καταλαμβάνουν την Σμύρνη και ανενόχλητοι επιδίδονται σ’ ένα πρωτοφανές όργιο καταστροφών! Καίνε εκκλησιές, νοσοκομεία, προξενεία και τράπεζες, οι άτακτοι τσέτες σκοτώνουν με μανία τους «γκιαούρηδες», ενώ παιδιά και γέροι, ανήμποροι, καίγονται ζωντανοί μέσα στα σπίτια τους. Κακοποιούν γυναίκες, βιάζουν κορίτσια, λεηλατούν και πυρπολούν σπίτια, καταστήματα, φιλανθρωπικά ιδρύματα. Στους δρόμους της Σμύρνης σε πνίγει η μυρωδιά της καμένης σάρκας… Όσοι μπορούν και προλαβαίνουν, τρέχουν στην παραλία να φύγουν, να κρυφτούν! Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!
Αυτή την τραγική εικόνα πανικού για τους 700.000 Έλληνες της Σμύρνης και των γύρω περιοχών μετέδιδαν οι ξένοι διπλωμάτες στις χώρες τους. Από παντού άκουγες κραυγές, θρήνους, απεγνωσμένες φωνές για βοήθεια! Και η αυτόπτης μάρτυρας Διδώ Σωτηρίου, που έζησε τα τραγικά εκείνα γεγονότα, περιγράφει ανεπανάληπτες σκηνές στα Ματωμένα χώματα:
«…Φωτιά! Βάλαν φωτιά στη Σμύρνη! Κοκκινόμαυρες φλόγες τινάζονται στον ουρανό. Είναι η Αρμενογειτονιά… Η φωτιά απλωνόταν παντού. Ντουμάνιασε ο ουρανός. Σφαγή! Σφαγή! Παναγιά μου βοήθα! Σώστε μας! Τούρκοι-τσέτες μας σφάζουνε! Έλεος! Χιλιάδες άνθρωποι πέφτουν στη θάλασσα για να σωθούν και πνίγονται. Οι τσέτες σφάζουνε, πλιατσικολογούνε… Σταυρώνουν παπάδες στις εκκλησιές, ξαπλώνουν μισοπεθαμένα κορίτσια στις Άγιες τράπεζες και τα ατιμάζουν…».
Ο ελληνικός στρατός φεύγει από τον Τσεσμέ
Τέτοιες μέρες το ’22, πάνω από 700.000 Έλληνες συνωθούνται στη Σμύρνη να σώσουν τις ζωές τους. Οι φωτιές που έβαλε ο τουρκικός στρατός και η ολοκληρωτική καταστροφή της Σμύρνης ήταν σχέδιο του Κεμάλ για να ξεριζώσει μια για πάντα τους «γκιαούρηδες» από την πόλη που συμβόλιζε τη δυναμική παρουσία των Ελλήνων στη Μικρά Ασία.
Το δραματικό πενθήμερο 9-14 Σεπτεμβρίου
Το κακό άρχισε το πρωί του Σαββάτου 9 Σεπτεμβρίου, όταν μπήκαν στην «Γκιαούρ Ιζμίρ», στην πόλη των απίστων, όπως έλεγαν τη Σμύρνη, οι πρώτοι έφιπποι τσέτες (τα Ες-Ες του Κεμάλ), που βαρύνονται με σωρεία εγκλημάτων στον Πόντο. Οι Σμυρνιοί βλέποντας τον ελληνικό στρατό, το μοναδικό στήριγμα αμύνης, να επιβιβάζεται στον Τσεσμέ στα πλοία και να επιστρέφει στην Ελλάδα, άρχισαν να πανικοβάλλονται.
Κάποιοι είδαν στην προκυμαία τον ύπατο αρμοστή Στεργιάδη, που δεν επέτρεπε στους Έλληνες να φύγουν. Τρέχουν για να βγάλουν το άχτι τους, για όσα έκανε εις βάρος τους… Εκείνος προλαβαίνει κι ένα καΐκι τον μεταφέρει σε αγγλικό πλοίο ασφαλή… Εν τω μεταξύ καταφθάνει στη Σμύρνη ο Νουρεντίν πασάς, που εγκαθίσταται στο πολυτελές σπίτι που μόλις εγκατέλειψε ο Στεργιάδης, κι εκδίδει διάταγμα με το οποίο οι χιλιάδες Έλληνες και Αρμένιοι στρατεύσιμης ηλικίας οδηγούνται στην ενδοχώρα, ενώ όλοι οι άλλοι θεωρούνται αιχμάλωτοι πολέμου κι έχουν διορία να φύγουν έως τις 18/9/22, δηλαδή σε λίγες ημέρες. Διαφορετικά θα οδηγούνταν στην Ανατολία…
Την 11η Σεπτεμβρίου έρχεται ο Κεμάλ στη Σμύρνη, αφού προηγουμένως διαβεβαίωσε τους συμμάχους ότι οι μειονότητες θα προστατευτούν. Τι ειρωνεία! Από τη στιγμή που εμφανίζεται ο Χίτλερ της εποχής εκείνης, οι Τούρκοι αρχίζουν τα έκτροπα. Από την άλλη πλευρά, τα ελληνικά επιταγμένα πλοία σε Χίο και Μυτιλήνη, με τα πληρώματά τους να βλέπουν απέναντι τις φωτιές και τους καπνούς, αντί να παραλάβουν τους κυνηγημένους Σμυρνιούς μεταφέρουν το στρατό στο Λαύριο για να επικρατήσει η επανάσταση στην Αθήνα…
Προσφυγιά
Τις τραγικές εκείνες στιγμές ας δούμε τι έκαναν οι «σύμμαχοί» μας, από ομολογίες ξένων: «Οι σύμμαχοι, και ιδιαιτέρως οι Άγγλοι, επέδειξαν, κατά τας τραγικάς εκείνας στιγμάς, ανήκουστον αναισθησίαν. Τα πληρώματα των εν Σμύρνη ναυλαχούντων πολεμικών των, απέκοπτον τας χείρας και έθραυον τας κεφαλάς των δυστυχών εκείνων Ελλήνων, που ενόμισαν ότι ημπορούσαν, αποφεύγοντες την τουρκικήν μάχαιραν, να εύρουν άσυλον και προσωρινήν φιλοξενίαν εις τα πολεμικά σκάφη… Οι Γάλλοι, εις τα Μουδανιά, έρριψαν ζεματιστό νερό εις όσους απεπειράθησαν να ανέβουν επί των πλοίων των!».
Ο Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη Χόρτον άκουσε τον Γάλλο πρόξενο να δικαιολογεί με απερίγραπτο κυνισμό την καθυστέρηση της άφιξής του σε γεύμα! Η λέμβος που τον έφερε από το γαλλικό πλοίο προσέκρουσε σε πτώματα Ελληνίδων γυναικών που έπλεαν στην παραλία! Και ο Γάλλος συγγραφέας Εντουάρ Ντριό έγραψε: «Χιλιάδες δυστυχείς υπάρξεις συσσωρευμένες κατά μήκος της προκυμαίας ρίχτηκαν στη θάλασσα. Σε μεγάλο μήκος του λιμανιού εκατοντάδες πτωμάτων είχαν γεμίσει την θάλασσα ώστε να μπορεί κανείς να βαδίσει πάνω σε αυτά! Τους επιπλέοντες τους αποτελείωναν οι Τούρκοι με σπαθιά και ξύλα. Αναρίθμητες οι υπάρξεις, προπαντός γυναίκες, παιδιά και γέροντες, εσφάγησαν μέσα σε αίσχιστες θηριωδίες…».
Την Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου πολλοί Έλληνες φεύγουν για το Κορδελιό ελπίζοντας να βρουν πλοία να σωθούν, αλλά πέφτουν πάνω στους τσέτες, που τους εξοντώνουν. Μια ομάδα νεαρών γυναικών, που τις κυνηγούσαν οι τσέτες, προτίμησαν να πέσουν στα βράχια σαν άλλες γυναίκες του Ζαλόγγου για να μην ατιμαστούν.
Η Σμύρνη μάνα καίγεται…
Στις 13 Σεπτεμβρίου οι στρατιώτες του Νουρεντίν βάσει σχεδίου πυρπολούν τη Σμύρνη. Η πυρκαγιά ξεκίνησε από την αρμενική συνοικία και εκδηλώθηκε συγχρόνως σε άλλες πέντε ελληνικές. Καίνε εκκλησιές, καταστήματα, σπίτια, μαζί με ηλικιωμένα άτομα! Οι φλόγες κατέστρεψαν μέσα σε λίγες ώρες ό,τι είχε δημιουργήσει ο ελληνισμός σε πεντακόσια χρόνια. Αλλόφρονες παίρνουν ό,τι πολύτιμο έχουν και τρέχουν στην προκυμαία.
Η επόμενη μέρα…
«Ο εμπρησμός της πόλης ήταν προμελετημένος και καλώς οργανωμένος, καθ’ όσον Τούρκοι στρατιώτες μετέφεραν δοχεία με πετρέλαιο», βεβαίωναν Αμερικανοί αυτόπτες μάρτυρες. «Η φοβερή καταστροφή», πρόσθεταν, «έφτασε στα σπίτια της παραλίας και αποτέφρωσε πολλές συνοικίες της Σμύρνης, πλην της τουρκικής και της εβραϊκής. Κάποιοι Εβραίοι, μάλιστα, είχαν βρει μια προσοδοφόρα “εργασία”: πουλούσαν σημαιάκια της Τουρκίας στους Έλληνες, τάχα για να τους “σώσουν”».
Με παρέμβαση Αμερικανών, από τις 14 έως 30 Σεπτεμβρίου, μεταφέρθηκαν από την Σμύρνη στη Μυτιλήνη 180.000 πρόσφυγες, ενώ μόνο στο τετραήμερο των καταστροφών στην πόλη έχασαν τη ζωή τους 12.000 άτομα, πυρπολήθηκαν 55.000 σπίτια, 117 σχολεία, 43 εκκλησιές, ιδρύματα κτλ. Σύμφωνα με επίσημες ελληνικές εκτιμήσεις, οι νεκροί της γενοκτονίας της Μικράς Ασίας ανέρχονται σε 1.000.000, και οι πρόσφυγες σε 1.500.000 ψυχές.
*Ο Τάσος Κοντογιαννίδης είναι δημοσιογράφος, συγγραφέας και ερευνητής ιστορικών θεμάτων.