Τα βουνά ψηλώνουν και οι σεισμοί πληθαίνουν εξαιτίας μας
Γράφει Θεόδουλος Γεωργιάδης
Τα βουνά ψηλώνουν, χρόνο με τον χρόνο, εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας στις γειτονικές τους κοιλάδες, υποστηρίζει νέα μελέτη. Η μακροχρόνια άντληση νερού από υδροφόρους ορίζοντες εξαντλεί τα αποθέματα, και, εκτός από το να προκαλεί την ανύψωση των βουνοκορφών, επηρεάζει τη σεισμικότητα της περιοχής, λένε οι ειδικοί.
Ότι οι ενέργειες του ανθρώπου μπορούν να επηρεάζουν το περιβάλλον, με ποικίλους και ενίοτε επιβλαβείς τρόπους, είναι κάτι που το γνωρίζαμε. Ότι, όμως, ανθρωπογενής δραστηριότητα θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του ύψους των βουνών στον πλανήτη, δεν το είχαμε φανταστεί. Περισσότερο, θα περιμέναμε κάτι πιο… καταστροφικό. Το αντίστροφο, ίσως.
Και όμως, αυτό υποστηρίζει νέα μελέτη ομάδας ερευνητών, στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, η οποία δημοσιεύτηκε, στις 14 Μαΐου, στο επιστημονικό περιοδικό Nature. Μάλιστα, στην ίδια δημοσίευση, υποστηρίζεται ότι δεν είναι μόνο το ύψος των οροσειρών που επηρεάζεται από ορισμένες ενέργειές μας, αλλά και η συχνότητα των σεισμών στις γειτονικές τους περιοχές.
Πρόκειται για δουλειά γεωλόγων, οι οποίοι αναφέρουν ότι, κατά τη διάρκεια μελετών γύρω από τους ρυθμούς ανάπτυξης της οροσειράς της Σιέρα Νεβάδα και των παράκτιων οροσειρών (Coast Ranges) της Καλιφόρνια, έχουν αναγνωρίσει μία συσχέτιση μεταξύ της εξάντλησης των υπόγειων υδάτων της κοιλάδας που περιβάλλεται από τα εν λόγω βουνά, και της αύξησης του ύψους τους.
Και εδώ έρχεται ο δικός μας ρόλος. Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο λόγος που το νερό από τον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής εξαντλείται, είναι η μακροχρόνια άντλησή του από τον άνθρωπο. Επιπλέον, αναφέρουν ότι αυτή η δραστηριότητα μπορεί να επηρεάζει τον τρόπο που η ενέργεια συσσωρεύεται στα σεισμογενή ρήγματα.
Τα εποχιακά ανεβοκατεβάσματα του φλοιού της Γης
Πώς, όμως, λιγότερα υπόγεια ύδατα σε μία κοιλάδα μπορούν να σημαίνουν ανύψωση των κοντινών βουνών; Για να το καταλάβουμε, πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στον γήινο φλοιό, ο οποίος συμπεριφέρεται ελαστικά. Στα βουνά, μία βαριά χιονόπτωση (υγρή περίοδος), τα σπρώχνει προς τα κάτω, ενώ όταν τα χιόνια λιώσουν (ξηρή περίοδος), επιστρέφουν στο ύψος τους.
Αυτή η εποχιακή τάση λειτουργεί διαφορετικά στις κοιλάδες των βουνών. Εκεί, την υγρή περίοδο, τα υπόγεια ύδατα ενισχύονται από το νερό που ρέει από τα βουνά, οι υδροφόροι ορίζοντες φουσκώνουν, και σηκώνεται ελαφρά η επιφάνεια του εδάφους. Το έδαφος επιστρέφει στη χαμηλότερη θέση του, καθώς τα το κλίμα γίνεται πιο ξηρό και τα υπόγεια ύδατα υποχωρούν.
Περιληπτικά, τα βουνά είναι ψηλότερα τις περιόδους που δεν βρέχει ούτε χιονίζει, ενώ οι κοιλάδες είναι χαμηλότερες, και το αντίστροφο. Αυτή η εποχιακή τάση, που σχετίζεται με τον υδρολογικό κύκλο, επιβεβαιώθηκε από τους συγγραφείς της νέας μελέτης, με επικεφαλής τον Colin Amos, γεωλόγο στο Πανεπιστήμιο Western Washington.
Ο ρόλος των GPS και μία παράλληλη παρατήρηση
Συγκεκριμένα, για την επιβεβαίωση, οι επιστήμονες ανέλυσαν μετατοπίσεις στις θέσεις πάνω από 500 αισθητήρων GPS, στην περιοχή που απλώνεται από τις Coast Ranges μέχρι τη Σιέρα Νεβάδα, συμπεριλαμβανομένης της κοιλάδας San Joaquin, που βρίσκεται ανάμεσά τους, οι περισσότεροι εκ των οποίων καταγράφουν δεδομένα εδώ και, τουλάχιστον, τέσσερα χρόνια.
Οι μετρήσεις τους, ωστόσο, επιπρόσθετα στις εποχιακές διακυμάνσεις – της τάξης του ενός εκατοστού πάνω ή κάτω – έδειξαν και μία αξιοπρόσεκτη τάση: τα βουνά γύρω από την κοιλάδα San Joaquin ψηλώνουν 1 με 3 χιλιοστά ετησίως! Αυτό δείχνει ότι η εποχιακή αύξηση του ύψους ξεπερνά την εποχιακή υποχώρησή του, με αποτέλεσμα τα βουνά, σιγά σιγά, να μεγαλώνουν.
Δεν ήταν, πάντως, η πρώτη φορά που παρατηρήθηκαν ενδείξεις αυτής της αύξησης στο ύψος, ειδικά στη Σιέρα Νεβάδα. Έχουν, μάλιστα, προταθεί διάφορες εξηγήσεις, όπως, για παράδειγμα, ότι τα βουνά ψηλώνουν λόγω μιας συνεχιζόμενης ανάκαμψης, μετά από τους παγετώνες που τα βάραιναν πριν από χιλιάδες χρόνια.
Μία νέα θεωρία μπορεί να εξηγήσει το φαινόμενο
Ωστόσο, η ομάδα του Amos, δεν βασίστηκε σε προηγούμενες υποθέσεις. Αντί αυτού, έφτιαξε ένα μοντέλο της ελαστικής απόκρισης του φλοιού στην περιοχή, λαμβάνοντας υπόψη έναν άλλο παράγοντα: την απώλεια υδάτων από τους υδροφόρους ορίζοντες της κοιλάδας, από την εποχή που ξεκίνησε η άντληση νερού, για άρδευση και άλλες χρήσεις, πριν από, περίπου, 150 χρόνια.
Σύμφωνα με τα δεδομένα των ερευνητών, από τότε, 160 κυβικά χιλιόμετρα νερού αφαιρέθηκαν, χωρίς να αναπληρωθούν. Με βάση το μοντέλο, η ομάδα υποστηρίζει ότι η αντίδραση του φλοιού στη Νότια Καλιφόρνια σε όλη αυτή την απώλεια υπόγειων υδάτων ταιριάζει με τα δεδομένα που συνέλεξαν από τους σταθμούς GPS πολύ καλά.
Ουσιαστικά, ο φλοιός στην κοιλάδα δεν πιέζεται όσο στο παρελθόν, από το συγκεντρωμένο στο υπέδαφος της περιοχής νερό, με αποτέλεσμα, να μην τεντώνεται προς τα πάνω, ελαφρύνοντας, έτσι, τις πιέσεις που ασκούνται στις παρακείμενες οροσειρές, επιτρέποντάς τους να μην χάνουν τόσο ύψος, όσο κερδίζουν, από τις εποχιακές διακυμάνσεις.
Μπορούμε να συμπεράνουμε, δηλαδή, ότι η αύξηση του ύψους των βουνών στην περιοχή, η οποία είχε, προηγουμένως, αποδοθεί σε δυνάμεις που προέρχονται από τον μανδύα της Γης ή τις τεκτονικές πλάκες, μπορεί να εξηγηθεί, τουλάχιστον εν μέρει, από την άντληση νερού από το έδαφος από τους ανθρώπους, γράφουν οι εδικοί στη μελέτη.
Πιο συχνοί οι σεισμοί στο μέλλον;
Η ομάδα σημειώνει, ακόμη, ότι το ανασήκωμα του φλοιού στις οροσειρές μπορεί να προκαλέσει αλλαγές πίεσης στα περιβάλλοντα ρήγματα – στην περίπτωση της Καλιφόρνια, για παράδειγμα, στο Ρήγμα του Αγίου Ανδρέα. Λεπτομερείς παρατηρήσεις του καλά μελετημένου ρήγματος, έδειξαν εποχιακές διακυμάνσεις στη συχνότητα των μικρών σεισμών (ανεπαίσθητων αλλά υπαρκτών).
Τέτοια μικρο-σεισμική δραστηριότητα, γράφουν οι ειδικοί, είναι συχνότερη κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου, όταν τα βουνά ψηλώνουν, υπονοώντας ότι παρατηρείται μία ελαφρά χαλάρωση των φυσιολογικών πιέσεων που ασκούνται στο ρήγμα. Γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει μελλοντικούς σεισμούς σχετικούς με αυτό.
Το παραπάνω δεν είναι κατ’ ανάγκην κακό. Θεωρητικά, αυτό σημαίνει ότι οι σεισμοί στο μέλλον, στην περιοχή, θα μπορούσαν να είναι πιο συχνοί, αλλά μικρότεροι, επειδή το σύνολο της σεισμικής ενέργειας που απελευθερώνεται στη διάρκεια μεγάλων χρονικών περιόδων δεν θα έπρεπε να επηρεάζεται. Άρα, αντί για 2-3 μεγάλους, θα μπορούσαν να γίνονται 5-6 μικροί (ενδεικτικά νούμερα).
Η μελέτη επικεντρώθηκε, φυσικά, σε μία συγκεκριμένη περιοχή, αλλά οι παρατηρήσεις δεν αποκλείεται να βρίσκουν εφαρμογή και αλλού στον πλανήτη. Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που επαναφέρει στην επικαιρότητα η ερευνητική δουλειά είναι το γεγονός ότι η αλληλεπίδρασή μας με αυτόν τον πλανήτη έχει συνέπειες. Φανερές και κρυμμένες. Άλλες αθώες, άλλες όχι και τόσο.
Πηγή: pathfinder.gr