Ο όρος deja vu είναι γαλλικός και σημαίνει «αυτό το έχω ξαναδεί». Πιο σπάνια, για το ίδιο φαινόμενο χρησιμοποιείται ο αγγλικός όρος paramnesia που σαφώς προέρχεται από την ελληνική λέξη «παραμνησία».
Ως λέξη πρωτοεμφανίστηκε από τον Emile Boirac(1851- 1917), έναν Γάλλο ερευνητή με έντονο ενδιαφέρον για τις ψυχικές έρευνες, στο βιβλίο του L’ Avenir des sciences psychiques (Το Μέλλον των Ψυχικών Ερευνών). Το σύγγραμμα του αποτελούσε επέκταση μίας εργασίας που είχε ολοκληρώσει όταν ακόμα ήταν προπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Chicago.
Τι ακριβώς όμως είναι μία deja vu εμπειρία;
Είναι η αίσθηση ενός ανθρώπου ότι ένα γεγονός που τώρα βλέπει/ βιώνει/ ακούει έχει επαναληφθεί στο παρελθόν. Έτσι, η εν λόγω εμπειρία συνοδεύεται συχνά από ένα έντονο αίσθημα οικειότητας, αλλά κυρίως από ένα δεύτερο- και συχνά πιο έντονο- αίσθημα παραδοξότητας.
Η ιδιαιτερότητα όμως της εν λόγω εμπειρίας ώστε να οριστεί ως παραφυσικό φαινόμενο, δεν είναι ότι ένα γεγονός μοιάζει να επαναλαμβάνεται, αλλά το ιδιαίτερο αίσθημα που συνοδεύει την αίσθηση αυτή: είναι η έντονη πεποίθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά», ότι αυτό που αισθάνομαι είναι αδύνατο να συμβαίνει. Κατά τη βίωση ενός deja vu συχνά αισθανόμαστε ότι δεν είναι δυνατόν να έχουμε ξαναζήσει την εν λόγω στιγμή, όσο έντονα και να νιώθουμε οικειότητα.
Δηλαδή, αρκετές φορές μπορεί να αισθανόμαστε έντονη σύγχυση με ερωτήσεις του τύπου: «Έχω ξαναδιαβάσει το εν λόγω βιβλίο;» ή «Έχω ξαναδεί την εν λόγω ταινία;». Η σύγχυση όμως αυτή δεν εμπεριέχει την αίσθηση της παραδοξότητας. Άλλωστε, είναι φυσικό ένας άνθρωπος που έχει διαβάσει εκατοντάδες βιβλία ή κάποιο βιβλίο πριν αρκετά χρόνια, να μην θυμάται τίποτα από αυτό. Η σύγχυση όμως αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι deja vu.
Τα 3 Είδη Deja vu: Deja vecu – Deja senti – Deja visite.
Τα παραπάνω ίσως είναι οτιδήποτε έχετε ακούσει ποτέ για την ιδιαίτερη αυτή εμπειρία. Δυστυχώς όμως είναι εξαιρετικά, ίσως και επικίνδυνα, ελλιπείς. Κατ’ αρχήν, αυτό που ονομάζουμε Deja vu δεν είναι deja vu, παρά μία κατηγορία αυτού. Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά..
Σύμφωνα με τον Arthur Funkhouser, στο paper Three Types of deja vu (Funkhouser, A., 1996), υπάρχουν τριών ειδών εμπειρίες deja vu, οι deja vecu, deja senti και deja visite.
H deja vecu μεταφράζεται ως «αυτό το έχω ξαναζήσει» και σχεδόν πάντα όταν ένας άνθρωπος μιλάει για deja vu εννοεί . Βέβαια, μία τέτοια γενίκευση και ταυτοποίηση των δύο όρων είναι απόλυτα λανθασμένη.
Τι ακριβώς όμως είναι μία deja vecu εμπειρία; Κατ’ αρχήν, εμπεριέχει κάτι πολύ περισσότερο από ότι απλά οπτικά ερεθίσματα, γι’ αυτό και η ταύτιση του με τον όρο deja vu είναι λανθασμένη. Το αίσθημα που δημιουργείται περιέχει πολύ περισσότερη λεπτομέρεια και πληροφορίες, ενώ το άτομο που το βιώνει αισθάνεται ότι τα πάντα είναι ακριβώς όπως και στο παρελθόν.
Δηλαδή, δεν είναι απλά ότι «αυτό το έχω ξαναδεί» αλλά ότι «αυτό το έχω ξαναζήσει».
Η deja senti εμπειρία έχει να κάνει αποκλειστικά με κάποιο συναίσθημα του ανθρώπου, ενώ μεταφράζεται ως «αυτό το έχω ξανανιώσει». Σε αντίθεση με τις άλλες δύο κατηγορίες deja vu, η deja senti δεν εμπεριέχει την υποψία πρόγνωσης, είναι δηλαδή κάτι απόλυτα φυσικό. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι αρκετοί επιληπτικοί ασθενείς βιώνουν συχνά deja senti, κάτι που μπορεί να βοηθήσει στην έρευνα για τις άλλες δύο περιπτώσεις.
Τέλος, η deja visite αφορά ένα ακόμα πιο συγκεκριμένο συναίσθημα: την παράδοξη αίσθηση ότι γνωρίζουμε ένα μέρος που δεν έχουμε επισκεφτεί ποτέ στο παρελθόν. Δηλαδή, επισκεπτόμενοι π.χ. μία πόλη γνωρίζουμε πώς να κινηθούμε για να φτάσουμε στον προορισμό μας, ενώ κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο.
Ως εμπειρία συναντάται πολύ πιο σπάνια, ενώ έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες ως εξήγηση του φαινομένου: από εξωσωματικές εμπειρίες και μετεμψύχωση, έως απλές λογικές απαντήσεις. Με το φαινόμενο έχει ασχοληθεί και ο Καρλ Γιούνγκ, στο paper On synchronicity (Συγχρονικότητα) , το 1952.
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ της εμπειρίας deja vecu και της deja visite είναι ότι στη μεν πρώτη κυρίαρχο ρόλο παίζει το συναίσθημα, ενώ η δεύτερη έχει να κάνει κυρίως με γεωγραφικές και χωρικές διαστάσεις.
Η πιο συχνή και ενδιαφέρουσα περίπτωση deja vu είναι η deja vecu, κάτι που υποδηλώνεται και από το πλήθος των ερευνών, πειραμάτων και μελετών που έχουν αφιερωθεί στην εξήγηση του φαινομένου.
1 Στους 3 Ανθρώπους Έχει Βιώσει Deja vu!
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ως φαινόμενο παρατηρήθηκε πριν αρκετούς αιώνες, πιθανόν συνόδευε τον άνθρωπο και από την αρχή της πορείας του. Ως εκ τούτου, υπάρχει πλήθος παλαιότερων ερευνών πάνω στο φαινόμενο και όλες καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: 1 στους 3 ανθρώπους έχει βιώσει deja vu!
Επιστημονική Προσέγγιση: Γιατί Δεν Είναι Εφικτή;
Έχοντας υπόψη μας τα παραπάνω, δηλαδή ότι ως φαινόμενο βιώνεται από την πλειοψηφία των ανθρώπων και ότι έχει παρατηρηθεί από τις απαρχές της ιστορίας μας(υπάρχουν αρκετές αναφορές σε παλαιότερα κείμενα), είναι φυσικό να αναρωτηθούμε γιατί δεν αποτέλεσε μέχρι σήμερα αντικείμενο επιστημονικής έρευνας και πειραματισμού.
Και όντως, πέρα από τις αρκετές- στατιστικής φύσεως- έρευνες που παρουσιάσαμε παραπάνω, λιγοστές πραγματικά φορές οι εν λόγω εμπειρίες έχουν αποτελέσει αντικείμενο πειραματισμού. Γιατί λοιπόν;
Η απάντηση είναι εξαιρετικά απλή και έχει να κάνει με τη φύση των εμπειριών. Το deja vu δεν βιώνεται κατά παραγγελία, αντιθέτως μάλιστα εμφανίζεται πάντα σε τελείως απρόσμενες στιγμές, με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατη η μελέτη του σε εργαστηριακό περιβάλλον.
Οπότε, η μοναδική επιστημονική προσέγγιση που μπορεί να πραγματοποιηθεί, έως τη στιγμή που θα ανακαλυφθεί τρόπος πρόκλησης εμπειριών deja vu, είναι η καταγραφή εμπειριών και οι στατιστικές έρευνες όσο το δυνατόν περισσότερων πληθυσμών.
Πηγή: aneksigita-fainomena