Έκκληση προς όλους εκεινους που πιστεύουν στη διατήρηση, σε περιορισμένη πλέον χρήση, της ποντιακής διαλέκτου, κάνει ο Ξενοφών Άκογλου το 1943 από το περιοδικό του «Χρονικά του Πόντου». Αξίζει να μεταφερθεί εδώ ολόκληρο το σχετικό άρθρο, που δημοσιεύτηκε με τίτλο: “Τι επιζητούμε”.
Με το άπλωμα και την καθιέρωση μιας κοινής εθνικής γλώσσας, τοσο απαραίτητης για ένα σύγχρονο πολιτισμένο λαό, παραμερίζονται όλο και περισσότερο τα ιδιώματα. Για τα ποντιακά προστέθηκε και ένας λόγος: είναι το ξερίζωμα εκείνων που τα μιλούσαν από τη γη που γεννήθηκαν και όπου συζούσαν, και το σκόρπισμα τους και το ανακάτωμα μέσα στην μεγάλη πατριδα.
Αν οι ανάγκες μιας κοινής εθνικής γλώσσας έχουν το αποτέλεσμα που είδαμε, δεν υπάρχει λόγος ή εθνικό συμφέρον να σβήσουν τα ιδιώματα, που μέσα τους εχει καθρεφτιστεί η ιδιοτυπία μιας μερίδας λαού, όπως και στα ήθη και έθιμα που παρουσιάζονται από τόπο σε τόπο. Επειδή ενδιαφερόμαστε να διατηρηθούν αυτά, όσο είναι δυνατό και αισθανόμαστε την ανάγκη τους, ετσι θα θέλαμε, πλάι στην κοινή ελληνική γλώσσα που κάναμε δική μας, να διατηρήσουμε, σε περιορισμένη χρήση, και το αγαπημένο μας ιδίωμα, πολύτιμη ιστορική κληρονομιά.
Η αντοχή του στον ισοπεδωτικό οδοστρωτήρα του πολιτισμού θα εξαρτηθεί στο τέλος από την ζωτικότητα μας και την ιδιοτυπία των όσων θα κατορθώσουμε να εκφραστούν σ’αυτό.
Όσοι πιστεύουν σ’ αυτά μπορούν να εργαστούν για να καλλιεργηθεί η διάλεκτος μας, σήμερα που την αισθανόμαστε ακόμα ζωντανή και ανόθευτη, και εκφραση μας πολύτιμη.
Στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Χρονικά του Πόντου (Σεπτεμβρης 1943) είναι δημοσιευμένο χαιρετιστήριο μήνυμα του ακαδημαϊκού Νίκου Α. Βεη, ο οποίος, μεταξύ άλλων, λέει για τα ποντιακά γλωσσικά ιδιώματα:
…Κρατήσατε τη με στοργή την οικογενειακή σας ομιλία, όσοι μπορείτε από εσάς καλλιεργήσατε τη και λογοτεχνικά. Σ’ άλλες χώρες τα τοπικά γλωσσικά ιδιώματα έχουν να δείξουν θαυμαστές λογοτεχνίες και ονομαστούς λογοτέχνες…Τι αρχαιόπρεπα στοιχεία, τι αληθινά διαμάντια βρίσκονται στα προγονικά σας γλωσσικά ιδιώματα ξέρετε καλα…
Ξενοφών Άκογλου ή Ξένος Ξενίτας(1895-1961)
Ο Ξενοφών Άκογλου, του Κοσμά και της Αφροδίτης, το γένος Γρηγοριάδη, γνωστός και με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Ξένος Ξενίτας», γεννήθηκε στη Σαμψούντα (Αμισό) το 1895. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στα Κοτύωρα (Ordu), όπου τελείωσε την αστική σχολή, και ύστερα φοίτησε στο γυμνάσιο της Αμισού. Το 1915 διέφυγε από την Τουρκία και πήγε στη Θεσσαλονίκη, όπου τον επόμενο χρόνο κατατάχθηκε εθελοντής στο στρατό της Εθνικής Άμυνας. Μετά το 1918 εκπαιδεύτηκε στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών, από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού. Έλαβε κατόπιν μέρος στις επιχειρήσεις της μικρασιατικής εκστρατείας. Μονιμοποιήθηκε και παρέμεινε στο στρατό μέχρι το 1935, οπότε αποστρατεύθηκε με το βαθμό του ταγματάρχη. Επαναστρατεύτηκε, ωστόσο, το 1940-1941 και από το αλβανικό μέτωπο έστελνε ανταποκρίσεις στα Νεοελληνικά Γράμματα, τις οποίες αναδημοσίευσε συμπληρωμένες το 1945 στην Αθήνα με τον τίτλο Το θαύμα της Αλβανίας απ’ τη σκοπιά της ΙΙΙ Μεραρχίας.
2. Εργογραφία και συλλογή λαογραφικού υλικού
Ο Άκογλου δημοσίευσε μεγάλο αριθμό άρθρων σε διάφορα περιοδικά (Αρχείον Πόντου, Μικρασιατικά Χρονικά, Ποντιακή Εστία, Νεοελληνικά Γράμματα και ιδιαίτερα στα Χρονικά του Πόντου, των οποίων υπήρξε διευθυντής καθ’ όλη τη διάρκεια της έκδοσής τους) και τέσσερα βιβλία, χρησιμοποιώντας συνήθως το ψευδώνυμο «Ξένος Ξενίτας». Εκτός από το θαύμα της Αλβανίας απ’ τη σκοπιά της ΙΙΙ Μεραρχίας εξέδωσε ένα λογοτεχνικό έργο, τα Διηγήματα ηθογραφικά, από τη ζωή της ταβέρνας και των ψαράδων (Αθήνα 1939), και το θεατρικό Ακρίτας, γραμμένο στην ποντιακή. Το έργο αυτό (ιστορικό δράμα σε πέντε πράξεις και μια εικόνα), για το οποίο ο Άκογλου πήρε έπαινο από τον Καλοκαιρίνειο διαγωνισμό το 1945, αφορά τη δράση των Πόντιων οπλαρχηγών και των αντάρτικων σωμάτων τους την περίοδο 1914-1923. Ο συγγραφέας στόχευε αρχικά στη σύνταξη μελέτης, αλλά ελλείψει των απαιτούμενων πηγών αναγκάστηκε να συνθέσει το δράμα αυτό, το οποίο, μάλλον λόγω βαρύτητας, δε φαίνεται να σημείωσε μεγάλη επιτυχία επί σκηνής.
Το σημαντικότερο όμως έργο του υπήρξε το δίτομο Από τη ζωή του Πόντου, Λαογραφικά Κοτυώρων. Καρπός μακράς και επίπονης διαδικασίας συλλογής λαογραφικού υλικού από Κοτυωρίτες διεσπαρμένους ανά την Ελλάδα (Αθήνα, Πειραιάς και προάστια, Θεσσαλονίκη, Κατερίνη, Κιλκίς), το βιβλίο χαρακτηρίστηκε ένα από τα πληρέστερα του είδους. Ο Άκογλου, εκτός του ότι δίνει μια ολοκληρωμένη και λεπτομερή περιγραφή της ζωής στα Κοτύωρα (κύκλος ζωής, κοινοτική και οικονομική οργάνωση, έθιμα και δοξασίες) που πληροί τις προδιαγραφές της κλασικής λαογραφίας, καταβάλλει προσπάθεια να είναι αντικειμενικός, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο σε τέτοιου είδους συλλογές. Τα Λαογραφικά Κοτυώρων δε συνθέτουν μία ειδυλλιακή εικόνα της ιδιαίτερης πατρίδας του: έστω και αποσπασματικά, αναφέρονται στις ενδοκοινοτικές συγκρούσεις, στις ταξικές διαφορές, στην περιορισμένη καλλιτεχνική κίνηση του τόπου. Με λίγα λόγια δίνουν, πολύ περισσότερο από τα αναλόγου περιεχομένου έργα άλλων συλλεκτών, την αίσθηση στον αναγνώστη ότι έχει να κάνει με μια πραγματική, ζωντανή κοινωνία και όχι με μια ουτοπική ανασύνθεση της χαμένης πατρίδας.
Ο Άκογλου πέθανε στην Αθήνα το Δεκέμβριο του 1961.