Όταν το περασμένο καλοκαίρι φιλοξενούνταν στις κατασκηνώσεις του Δήμου Βόλβης τα παιδιά από την Γκρέτσια Σαλεντίνα, την περιοχή της νοτιοανατολικής Ιταλίας όπου υπάρχουν δώδεκα ελληνόφωνα χωριά, το ενδιαφέρον των ανθρώπων της κατασκήνωσης έκλεψε ένας ήχος κινητού τηλεφώνου. Ήταν το τραγούδι «Calinifta» στη διάλεκτο γκρίκο, λέξη που στα ελληνικά μεταφράζεται –όπως είναι εύκολα αντιληπτό– «καληνύχτα».
Στο πολύ γνωστό αυτό παραδοσιακό τραγούδι, σε στίχους και μουσική του Vito Domenico Palumbo, συνυπάρχουν με έναν ιδιαίτερο τρόπο τα ιταλικά, τα αρχαία και τα νέα ελληνικά.
Εκεί glicea nifta σημαίνει γλυκιά νύχτα και penseo σημαίνει σκέφτομαι, ενώ η κατάληξη της λέξης είναι -ο, όπως στα αρχαία ελληνικά -ω. Το agapi mu είναι στα ελληνικά αγάπη μου και το sti kardia panta sena vasto μεταφράζεται ως στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ.
«Πολλά νέα παιδιά από τις περιοχές αυτές έχουν σαν ήχο στο κινητό τους το “τραγούδι της καληνύχτας”‚ που το γνωρίζουν και το ακούνε συνέχεια. Αυτό το τραγούδι έκλεψε την παράσταση στις κατασκηνώσεις» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Ευαγγελία Ναούμ, ειδική σύμβουλος του δημάρχου Βόλβης σε θέματα διεθνών σχέσεων.
Η ίδια χαρακτηρίζει τη γλώσσα ως «εργαλείο σχέσεων» και σημειώνει ότι «οι ντόπιοι μουσικοί των ελληνόφωνων χωριών της νοτιοανατολικής Ιταλίας, παλιοί και νέοι, τραγουδούν τα γκρίκο, τα διαβάζουν μέσα από θεατρικές παραστάσεις και μέσα από την ποίηση και με τον τρόπο αυτό διατηρούν τη γλώσσα, τη διάλεκτο».
Tα γκρίκο επιβιώνουν ακόμη και σήμερα
«Τα γκρίκο επιβιώνουν ακόμη και σήμερα. Υπήρξε μια διατήρησή τους χωρίς κάποιο κενό τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι μια ζωντανή διάλεκτος στην περιοχή του Σαλέντο και στα χωριά της Απουλίας», εξηγεί από την πλευρά του, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο επίκουρος καθηγητής στον Τομέα Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Μιχελιουδάκης.
Τονίζει ωστόσο ότι τα γκρίκο διαφέρουν από τα γκρέκο ή γκρεκάνικα, τα ελληνικά της Καλαβρίας που τη δεκαετία του ’80 σταμάτησαν να μεταδίδονται σαν μητρική γλώσσα από τη μια γενιά στην άλλη, και τώρα πια αναβιώνουν χάρη σε συντονισμένες προσπάθειες που κάνουν κάποιοι νεότεροι, μεταξύ των οποίων γλωσσολόγοι και άλλοι επιστήμονες.
Σε κάθε περίπτωση, η τέχνη φαίνεται να είναι ένα μέσο ιδιαίτερα ισχυρό στη διατήρηση των διαλέκτων αυτών, κάτι που ισχύει στην περίπτωση των γκρίκο και των γκρέκο που χαρακτηρίζονται από μουσικότητα, ρυθμό και αρμονία.
«Τα στοιχεία αυτά ενθαρρύνουν την καλλιτεχνική έκφραση και δημιουργία» σημειώνει η Θωμαή Ράγια, δρ Φιλοσοφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και ερευνήτρια Φιλοσοφικής Ανθρωπολογίας της διαλέκτου των Γκρίκο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως λέει, είναι η περίπτωση του μουσικού Ματτία Μάνκο-Γρηγοριάδη, ο οποίος κατάγεται από τα ελληνόφωνα χωριά της Κάτω Ιταλίας, είναι δάσκαλος στο χωριό Τζολίνο και διδάσκει τα γκρίκο σε παιδιά της Γ’ και Δ’ Δημοτικού.
«Ο Γρηγοριάδης χρησιμοποιεί μουσική και στίχους ως μέσο διδασκαλίας των γκρίκο στα παιδιά. Συνθέτει τραγούδια με θέματα από την καθημερινότητα: τη φύση, τη ζωή, την ανατολή του ηλίου, τον κύκλο της ζωής, ώστε τα παιδιά να αισθανθούν ότι η διάλεκτος δεν είναι κάτι ξένο, αλλά κάτι που βρίσκεται στο DNA τους και μεταδίδεται από το παρελθόν, στο παρόν και το μέλλον και ας μη μιλούν φυσικά τη γλώσσα» τονίζει η Θωμαή Ράγια.
Οι κινήσεις της πίτσικα ταραντέλα συνδέονται με τη γλώσσα
Η ίδια έχει μελετήσει τη διάλεκτο γκρίκο ως ένα ζωντανό σύμβολο της μακραίωνης σχέσης της Ελλάδας με την Ιταλία και στο πλαίσιο αυτό ασχολήθηκε με το χορό πίτσικα ταραντέλα, ο οποίος αντλεί στοιχεία από την αρχέγονη διονυσιακή έκσταση, λυτρώνει το γυναικείο σώμα από την καταπίεση, επιτρέπει την αναγέννηση μέσα από την κίνηση και θεωρείται ζωντανή έκφραση διαπολιτισμικότητας και πολιτισμικής συνέχειας.
«Οι κινήσεις της πίτσικα ταραντέλα συνδέονται με τη γλώσσα. Η ανοιχτότητα των φωνηέντων που ακούμε στη διάλεκτο γκρίκο, αλλά και τα τραγούδια που χορεύονται δεν είναι τυχαία στοιχεία. Οι κινήσεις και ο ρυθμός βασίζονται στην εναλλαγή φωνηέντων και συμφώνων, αλλά και στη διαδοχή βραχέων και μακρών φωνηέντων της διαλέκτου, αποκαλύπτοντας ότι δεν πρόκειται για μια γλώσσα που εκφράζει μόνο τη λειτουργία του λόγου αλλά διαπερνά ολόκληρη τη σωματικότητα», σχολιάζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η δρ Φιλοσοφίας του ΑΠΘ.
Αναφέρει μάλιστα ενδεικτικά ότι οι έντονες κινήσεις του χορού συνδέθηκαν με το τσίμπημα της αράχνης ταραντούλας και αναπαριστούν τις έντονες σπασμωδικές κινήσεις που κάνει κάποιος όταν τον τσιμπάει η ταραντούλα, δέχεται στο αίμα του το δηλητήριό της και παθαίνει σπασμούς.
Από πού προέρχονται τα γκρίκο και τα γκρέκο
Στο ερώτημα από πού προέρχονται τα γκρίκο και τα γκρέκο, ο Δημήτρης Μιχελιουδάκης επισημαίνει:
«Υπάρχει μια σχετική διάσταση απόψεων ως προς το αν αυτές οι ποικιλίες αποτελούν επιβίωση και αποτέλεσμα μιας αδιάλειπτης συνέχειας των ελληνικών που ομιλούνταν στην αρχαιότητα από τους αρχαίους ελληνικούς εποικισμούς, ή αν στην πραγματικότητα είναι συνέχεια μιας ελληνιστικής κοινής που μιλιόταν και εκεί από την εποχή μετά τον Μέγα Αλέξανδρο, που είναι και η εκκίνηση των περισσότερων νεοελληνικών διαλέκτων.
»Με εξαίρεση τα τσακώνικα, θεωρούμε ότι κάποια στιγμή στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας οι αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι ομογενοποιήθηκαν, οπότε μετά τον Αλέξανδρο έχουμε μια κοινή γλώσσα που μιλιέται σε όλη την ελληνόφωνη επικράτεια, από τη Δύση και πιο βαθιά στην Ανατολή.
»Συνεπώς, το δεύτερο ενδεχόμενο αφορά την περίπτωση να έχουμε πληθυσμούς εκεί οι οποίοι ήταν ελληνόφωνοι, όπως και σε άλλα σημεία της αυτοκρατορίας μιλούσαν ελληνικά, μια εκδοχή της ελληνιστικής κοινής, και λόγω της απομόνωσης αλλά και της επαφής με τις λατινογενείς ποικιλίες και τις γλώσσες της περιοχής αναπτύχθηκαν σταδιακά οι δύο κύριες διαλεκτικές ομάδες της Νότιας Ιταλίας: από τη μια μεριά τα γκρεκάνικα, τα οποία είναι γνωστά σήμερα και ως γκρέκο, τα ελληνικά δηλαδή της Καλαβρίας, και τα γκρίκο, δηλαδή τα ελληνικά της Απουλίας, του Σαλέντο και των γύρω περιοχών».
Σε κάθε περίπτωση, ο επίκουρος καθηγητής Γλωσσολογίας του ΑΠΘ υπογραμμίζει ότι «δεν είναι πολύ συνηθισμένο να μπορούν να επιβιώνουν διάλεκτοι τόσα πολλά χρόνια», ενώ προσθέτει ότι κρίσιμο στοιχείο για τη διατήρησή τους είναι οι παππούδες και οι γιαγιάδες μέσα στις οικογένειες που μιλούν τις διαλέκτους και με τον τρόπο αυτό προσφέρουν ένα σημαντικό ερέθισμα στις επόμενες γενιές.
Τι γίνεται σήμερα
Σήμερα πια υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για την προβολή της πολιτισμικής ταυτότητας των παραπάνω περιοχών. Η σύνδεση με την Ελλάδα υπάρχει μέσω ανταλλαγών επισκέψεων από σχολεία, θερινών σχολείων, εκδηλώσεων και συναντήσεων για την αναβίωση της ελληνοφωνίας. Στο πλαίσιο αυτό υπάρχουν οφέλη και αναπτυξιακά, λόγω της τόνωσης του τουρισμού.
Στο επιστημονικό πεδίο διοργανώνονται συνέδρια και επιστημονικές συναντήσεις με το συγκεκριμένο αντικείμενο, ενώ σε επίπεδο δήμων από τις δύο χώρες διοργανώνονται και εκατέρωθεν επισκέψεις αλλά και εκδηλώσεις για τη διάδοση και διάσωση των διαλέκτων ελληνικής προέλευσης.
Μια τέτοια πρωτοβουλία αναπτύχθηκε από το Δήμο Βόλβης που το 2023 σύναψε σύμφωνο συνεργασίας με την Grecia Salentina, το οποίο προβλέπει τη συνεργασία και την εμπέδωση της φιλίας, την υποστήριξη κοινών πρωτοβουλιών και τη φιλοξενία παιδιών αλλά και ηλικιωμένων. «Διοργανώνουμε διαρκώς δράσεις και βρισκόμαστε πολύ κοντά στους ελληνόφωνους δήμους» τονίζει ο Παναγιώτης Επιτρόπου, αντιδήμαρχος Τουρισμού και Πολιτισμού του Δήμου Βόλβης.
«Οι νόμοι και οι πολιτικές δεν αρκούν. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι πάντα οι ίδιοι οι άνθρωποι. Είναι στο χέρι τους να σώσουν τη γλώσσα και να τη μεταφέρουν στις επόμενες γενιές. Εμείς, σαν Δήμος Βόλβης, επιμένουμε ως μητέρα πατρίδα και έχουμε χρέος να αγκαλιάσουμε τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Η σύσφιξη των σχέσεων με τα χωριά της Νότιας Ιταλίας είναι ζήτημα αγάπης και εθνικού καθήκοντος» προσθέτει η Ευαγγελία Ναούμ.