Μήνυση κατά των μελών της Προανακριτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας, κατέθεσε η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών, Μαρία Καρυστιανού, όπως γνωστοποίησε στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε νωρίτερα σήμερα, από τα γραφεία της ΕΣΗΕΑ.
Αναφερόμενη στην ενέργειά της, η Μ. Καρυστιανού εξήγησε ότι «υπήρχε πολύ σημαντικός λόγος για μένα. Κατέθεσα μήνυση κατά των μελών της Προανακριτικής της ΝΔ οι οποίοι κατά παράβαση του Συντάγματος συνέταξαν πόρισμα χωρίς να έχει προηγηθεί έρευνα, ώστε να μάθουμε τι ακριβώς έγινε στα Τέμπη».
Στη συνέντευξη Τύπου, συμμετείχαν επίσης επιστήμονες από έγκριτους φορείς της χώρας, όπως εκπρόσωποι από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, από τον Σύλλογο Χημικών Μηχανικών Ελλάδος, από Συλλόγους Αποφοίτων Σχολών Πληροφορικής, από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, από την Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων και από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε ο πίνακας που έδειξε ο χημικός μηχανικός του ΑΠΘ Νίκος Κάρναβος.
Σύμφωνα με μοντέλο ανάλυσης ρίσκου και με τα δεδομένα που ισχύουν μέχρι και σήμερα στη χώρα μας η πιθανότητα να ζήσουμε και πάλι σιδηροδρομικό δυστύχημα είναι 78%!
Στη συνέχεια τόσο ο κ. Κάρναβος όσο και ο Μάρκος Χρυσός, επίσης χημικός μηχανικός στο ΑΠΘ, παρουσίασαν επιστημονικά δεδομένα σύμφωνα με τα οποία θεωρείται αδιαμφισβήτητο ότι η πολυσυζητημένη πυρόσφαιρα προκλήθηκε από εύφλεκτο υλικό και όχι από έλαια σιλικόνης. Όπως δε ανέφεραν εντοπίστηκε ξυλόλιο και άλλοι αρωματικοί υδρογονάνθρακες στο πεδίο του δυστυχήματος και για αυτό δεν έχει δοθεί απάντηση από το Γενικό Χημείο του Κράτους.
«Οι συγγενείς έψαχναν στα χωράφια τα μέλη των δικών τους»
Στην ομιλία της η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών, ανέφερε: «Στις 28 Φεβρουαρίου του 2023 η Ελλάδα συγκλονίστηκε από μία τραγωδία. Δύο τρένα συγκρούστηκαν και τουλάχιστον 57 άτομα σκοτώθηκαν, κάποιοι από την σύγκρουση, κάποιοι άλλοι από την έκρηξη και τη φωτιά που ξέσπασε αμέσως μετά. Σε κάποιες οικογένειες παραδόθηκαν οι σοροί των θυμάτων τους. Σε άλλες μόνο μέλη. Κάποιες άλλες πήραν μια χούφτα στάχτες, μια άλλη απολύτως τίποτε. Και τότε ξεκίνησε η πιο ανάλγητη διαδικασία. Το κράτος μπαίνει σαν σίφουνας και μπαζώνει τα πάντα στο πεδίο του εγκλήματος των Τεμπών. Eξαφανίζει όλα τα κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία και τα θάβει κάτω από ογκώδη μπάζα, ώστε να μην βγει ποτέ η αλήθεια στο φως. Οι συγγενείς άρχισαν να ψάχνουν μόνοι τους σε χωράφια ώστε να βρουν τα μέλη των αγαπημένων τους ώστε να τους θάψουν όπως τους αξίζει. Χώματα, ανακατεμένα με υπολείμματα ανθρώπων μεταφέρθηκαν και διασκορπίστηκαν σε παρακείμενα οικόπεδα. Κανείς δεν ανέλαβε την ευθύνη, κανείς δεν τήρησε την βασική υποχρέωση της Πολιτείας. Να προστατέψει, να ερευνήσει, να αποδώσει δικαιοσύνη».
Η Μ. Καρυστιανού διερωτήθηκε «Γιατί άραγε;» και συνέχισε: «Τον λόγο τον καταλαβαίνουμε όλοι. Είναι ο λόγος που βγήκαμε στους δρόμους όλοι μας. Ένας χείμαρρος ανθρώπων που δεν αντέχει να τον θεωρεί το κράτος αφελή και διψά για δικαιοσύνη. Έτσι ξεκίνησε ένας οδυνηρός Γολγοθάς δίχως τέλος. Συγγενείς αναγκάστηκαν να γίνουν ερευνητές, επιστήμονες, νομικοί. Που έπρεπε πρώτα να μάθουν τι σημαίνει τηλεδιοίκηση, συστήματα ασφαλείας, εκπαίδευση προσωπικού, πρωτόκολλα επικοινωνίας για να μπορέσουν να καταλάβουν τι δεν έγινε. Συνειδητοποιήσαμε πολύ γρήγορα πως το έγκλημα της έκθεσης των παιδιών μας στον θάνατο και την πραγμάτωσή του, ακολούθησε ένα ακόμα, αυτό της συγκάλυψης, της υπόθαλψης. Το βαθύ κράτος σε πλήρη λειτουργία προς πάσα κατεύθυνση προσφέρει εδώ και δύο χρόνια υπηρεσίες πλήρους προστασίας στους υψηλά ιστάμενους εμπλεκόμενους του εγκλήματος».
Όπως είπε «έγκλημα ονομάζεται μια τέτοια σύγκρουση επειδή ο αρμόδιος υπουργός εγγυόταν δημόσια λίγες ημέρες πριν την ασφάλεια των σιδηροδρόμων ενώ αποδείχθηκε ότι ασφάλεια δεν υπήρχε πουθενά» και προσέθεσε: «Ούτε τηλεδιοίκηση υπήρχε, παρά την προγραμματισμένη εκδήλωση εγκαινίων της από τον πρωθυπουργό. Δεν υπήρχαν εκπαιδευμένοι σταθμάρχες, ούτε συντονισμός, ούτε τήρηση πρωτοκόλλων. Χρήματα πολιτών που διατέθηκαν σε έργα που δεν έγιναν ποτέ. Έργα υποδομής που έμειναν στα χαρτιά. Στραφήκαμε λοιπόν στη Δικαιοσύνη. Το καταφύγιο των πολιτών. Και εκεί βρήκαμε εμπόδια. Εμπόδια στη διερεύνηση, σιωπή, σκόπιμες καθυστερήσεις για να καμφθεί το ηθικό μας. Απόκρυψη στοιχείων. Αναγκαστήκαμε να ψάξουμε μόνοι μας για να αποδείξουμε πως καήκανε τα παιδιά μας από εύφλεκτες χημικές ουσίες. Να φτάσουμε στα όρια της αντοχής μας για να ακουστεί η φωνή της απόγνωσης μας και να ακουστεί η αλήθεια».
«Η μεγαλύτερη προσπάθεια παραπληροφόρησης της κοινωνίας»
Συνεχίζοντας ανέφερε: «Και σήμερα, δύο χρόνια μετά βρισκόμαστε θεατές στη μεγαλύτερη προσπάθεια παραπληροφόρησης, παραπλάνησης και επικοινωνιακής εξαπάτησης της κοινωνίας. Εμείς που χωρίς να έχουμε το καθήκον της έρευνας, που έχουμε λάβει εκούσια επ΄ ώμου, έχουμε αναδείξει όλες τις κυβερνητικές παραλείψεις και των υπολοίπων Αρχών, κατηγορούμαστε από την κυβέρνηση -εάν είναι δυνατόν- για σκόπιμη απόκρυψη της αλήθειας. Εμείς που διαμαρτυρηθήκαμε στους δρόμους μαζί με όλη την Ελλάδα γιατί οι υπουργοί που ευθύνονται για το έγκλημα βρίσκονται ακόμα μέσα στη Βουλή και προστατεύονται ώστε να αποποιηθούν των ευθυνών τους και τον συνεπειών αυτών. Εμείς που αναγκαστήκαμε να προστρέξουμε για αμερόληπτη βοήθεια στο εξωτερικό. Εμείς που καταγγείλαμε στις Βρυξέλλες από την αρχή ότι εδώ ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ, η θεωρητικά ανεξάρτητη αρχή -όσο ανεξάρτητη μπορεί να είναι στο επιτελικό κράτος μας- δεν υπήρχε καν όταν έγινε το δυστύχημα, καθώς ο οργανισμός αυτός συστάθηκε αργότερα, αφού πέταξαν τα παιδιά μας στον ουρανό. Αυτό λέγεται μετά εορτής ή μάλλον καλύτερα, μετά θάνατον. Τα μέλη που τοποθετήθηκαν από το υπουργείο Μεταφορών με σκοπό να ελέγξουν τις ευθύνες του ίδιου του υπουργείου. Ένας δικηγόρος, δύο πολιτικοί μηχανικοί και ένας ψυχολόγος ανέλαβαν τη διερεύνηση της σύγκρουσης δύο τρένων και την έρευνα για την πυρόσφαιρα που δημιούργησε το παράνομα μεταφερόμενο καύσιμο».
Σχετικά με τις τελευταίες εξελίξεις, η Μαρία Καρυστιανού είπε: «Πριν λίγες ημέρες γίναμε θεατές και σε μία ακόμα τραγελαφική κατάσταση, μια νέα κρατική παρέμβαση. Αυτή τη φορά το κράτος είναι εναντίον του εαυτού του, του πορίσματος, του μερικού ελεγχόμενου πορίσματος του εδώ ΕΟΔΑΣΑΑΜ, διότι βγάζει κάποιες αλήθειες που δεν βολεύουν μεν αλλά είναι αδύνατο να αμφισβητηθούν δε. Και έγινε το αναμενόμενο ο ίδιος ο πρόεδρος του, αμφισβήτησε αρχικά δημόσια τα μέλη της επιτροπής διερεύνησης που τόλμησαν να πουν την επιστημονική αλήθεια, πως τα έλαια σιλικόνης δεν μπορούν να προκαλέσουν την έκρηξη, την ανάφλεξη και φυσικά το φαινόμενο της πυρόσφαιρας που κατέκαψε περί τους 30 νέους ανθρώπους, τα παιδιά μας. Είχε προηγηθεί η κατ’ επανάληψη αμφισβήτηση κάθε πραγματογνώμονα που δημοσίως πήρε παρόμοια θέση με απαξίωση και δολοφονία χαρακτήρων».
«Αναμενόμενο για τους αδίστακτους εμπλεκόμενους, όταν η επιστημονική αλήθεια είναι ολοφάνερη, μόνο με επικοινωνιακά τρικ μπορεί να επιβιώσει το ψέμα. Οι απόψεις τους καλλιεργούνται από μέσα επικοινωνιακά καθώς δεν μπορούν να στηριχθούν επιστημονικά. Σύγχυση πάνω στη σύγχυση προσπαθούν ώστε στο τέλος να γίνουμε όλοι, θύτες και θύματα, ένα κουβάρι. Σπείρουν αμφιβολίες και διχασμό για να εμπλέξουν στο δικό τους έγκλημα εσάς, εμάς, όλη την κοινωνία. Να δείξουν και να πείσουν πως είμαστε ίδιοι και στην τελική όλοι φταίμε. Η πρόθεση τους είναι ξεκάθαρη και ανήθικη. Υποτιμούν όμως το μυαλό του Έλληνα που βλέπει, ότι αυτά τα επικοινωνιακά τερτίπια πλέον βγάζουν μάτι και δεν πείθουν. Η αλήθεια είναι πάντα μία. Οι κυβερνώντες της Βουλής των Ελλήνων απαξιώσανε τον σιδηρόδρομο, οι κυβερνώντες κατασπατάλισαν τα χρήματα της 717. Οι κυβερνώντες δεν προστάτευσαν και ακόμα και τώρα εκθέτουν σε κίνδυνο τους επιβάτες. Οι κυβερνώντες διόρισαν σε θέση ευθύνης ακατάλληλους ανθρώπους. Οι κυβερνώντες έδωσαν αμέσως εντολή συγκάλυψης. Οι κυβερνώντες ελέγχουν πλήρως την ανάκριση και προς τα που θα στραφούν οι έρευνες ώστε το αφήγημα του ανθρώπινου λάθους ως μοναδικό αίτιο να τους γλιτώσει και αυτή τη φορά. Οι κυβερνώντες θάβουν με τόνους ψέματα και λάσπης, ανθρώπους, συνειδήσεις και την ίδια τη Δικαιοσύνη», ανέφερε μεταξύ άλλων η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών.
Σε ότι αφορά τη δική της προσπάθεια και των υπολοίπων συγγενών των θυμάτων των Τεμπών, η κυρία Καρυστιανού επισήμανε:« Οι γονείς και η κοινωνία δεν έχει καμία σχέση με το σκοτάδι. Εμείς αναζητούμε τη λαμπερή αλήθεια. Αντλούμε οξυγόνο και μόνο προσπαθώντας. Αναζητούμε όλους τους ενόχους, αναζητούμε τη δικαιοσύνη για τα 57 θύματα, για όσες και όσους δεν γύρισαν σπίτι για να μην υπάρξει ποτέ ξανά τέτοια τραγωδία, γιατί μας λείπει το φως της αληθινής Δικαιοσύνης, γιατί διψούμε για έναν δίκαιο κόσμο γεμάτο οξυγόνο. Και θα το πετύχουμε γιατί έχουμε τη βοήθεια του ουρανού. Γιατί η δικαίωση είναι ήλιος και τον ήλιο όσα χρήματα του κόσμου να ξοδέψει κανείς δεν μπορεί να τον κρύβει για πάντα».