Η 1η Απριλίου του 1955 στην Κύπρο ξημέρωσε διαφορετική. Εκκωφαντικές εκρήξεις τάραξαν τη Λευκωσία, τη Λάρνακα, τη Λεμεσό καθώς και στρατιωτικές επισταθμίες τα πρώτα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα. Ο αγώνας της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) μόλις άρχιζε. Περίπου 30 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα της 31ης Μαρτίου βόμβες άρχισαν να εκρήγνυνται σε διάφορα σημεία με εντολή του ηγέτη της οργάνωσης Γεωργίου Γρίβα (ή Διγενής).
Στη Λευκωσία οι εκρηκτικοί μηχανισμοί είχαν τοποθετηθεί στον κυβερνητικό ραδιοσταθμό που ήταν όργανο της βρετανικής προπαγάνδας, στην Αρχιγραμματεία, στο Γραφείο Παιδείας, σε εγκαταστάσεις πίσω από τους στρατώνες Γούλσεϊ.
Στη Λεμεσό η πρώτη επίθεση έγινε κατά κεντρικού αστυνομικού σταθμού και του αστυνομικού σταθμού της συνοικίας Αγίου Ιωάννη καθώς και της επισταθμίας Επισκοπής της επαρχίας. Εκρήξεις στην Λάρνακα έγιναν στο κεντρικό αστυνομικό σταθμό, το Διοικητήριο, το Δικαστικό Μέγαρο, το σπίτι του αστυνόμου Μίλιγκ και το σπίτι του διοικητή Μουφτιζαντέ.
Οι κυπριακές εφημερίδες στην έκδοση της 1ης Απριλίου πρόλαβαν και δημοσίευσαν τις πρώτες συγκλονιστικές ειδήσεις από την έναρξη του αγώνα, ο οποίος συνοδεύτηκε από συλλήψεις και με κορυφαίο καταζητούμενο τον Γρηγόρη Πιερή Αυξεντίου, τομεάρχη Αμμοχώστου και επικεφαλής της ομάδας που έδρασε στην επισταθμία της Δεκέλειας. Επικηρύχθηκε με το ποσό των £250, που θα έπαιρνε όποιος έδινε πληροφορίες που θα οδηγούσαν στη σύλληψή του.
Αργότερα το ποσό αυξήθηκε στις £5.000, ενώ στην περίπτωση του Διγενή το ποσό της επικήρυξης του ήταν £10.000. Όλοι οι μετέπειτα καταζητούμενοι επικηρύχθηκαν με το ποσό των £5.000.
Στη Λάρνακα, η Αστυνομία συνέλαβε πέντε μέλη της ΕΟΚΑ, που έδρασαν την 1η Απριλίου. Συνελήφθη ο τομεάρχης Σταύρος Ποσκώτης, δυο ομαδάρχες και δυο μέλη των ομάδων. Από τα μέλη της οργάνωσης στην επαρχία Αμμοχώστου, συνελήφθη ο Χριστοφής Παντελή, αδελφός του Μόδεστου Παντελή, ο οποίος επέστρεφε από την επιχείρηση της ΕΟΚΑ στην επισταθμία της Δεκέλειας.
Όλοι οι συλληφθέντες καταδικάστηκαν σε πολυετείς φυλακίσεις. Η προσαγωγή τους στο δικαστήριο και η καταδίκη τους δεν έκαμψαν το ηθικό τους ούτε κλόνισαν την πίστη τους στην ελευθερία της Κύπρου.
Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Χριστοφή Παντελή ενώπιον του δικαστηρίου, προτού ακούσει την καταδικαστική γι’ αυτόν απόφαση σε επταετή φυλάκιση· «Απλώς έκαμα το καθήκον μου ως Έλλην πατριώτης δια την ελευθερίαν, δια την οποίαν Άγγλοι και Κύπριοι επολέμησαν μαζί».
Τι έγραψαν οι εφημερίδες
Για τις εκρήξεις στη Λευκωσία η εφημερίδα Έθνος είχε γράψει: «Κατά την 12.40 μ. μεσονύκτιον ώραν ολόκληρος η Λευκωσία ανεστατώθη εκ συνεχών και σφοδρών εκρήξεων και έντρομοι οι κάτοικοι ηγέρθησαν από τας κλίνας των και εξήλθον εις τας οδούς, ζητούντες πληροφορίας δια την αιτίαν των εκρήξεων τούτων. Αμέσως, δύο πυροσβεστικοί της Αστυνομίας ξεκίνησαν εκ του παρά την Πύλην Πάφου Αστυνομικού Αρχηγείου, κατευθυνθείσαι η μεν μία προς δυσμάς, η δε άλλη προς ανατολάς, εξελθούσαι των τειχών της πόλεως. Ταυτοχρόνως ηκούοντο επανειλημμένα σφυρίγματα αστυνομικών».
Αναφερόμενος στην έναρξη του Αγώνα, ο Γρίβας είχε δηλώσει: «Η ενέργεια μας αυτή αιφνιδίασε τους πάντας: Τας αρχάς της Κύπρου, τους Κυπρίους, τους εν Ελλάδι. Δεν έλειψαν εν τούτοις και αι αντιδράσεις… Η πρώτη εντύπωσις μεταξύ του Ελληνικού πληθυσμού της νήσου υπήρξεν αρίστη. Ο λαός βλέπει πλέον τον Εθνικόν αγώνα του να λαμβάνη έμπρακτον εκδήλωσιν, αντί της ακολουθούμενης μέχρι της ημέρας εκείνης τακτικής του χαρτοπόλεμου».
Σημαντικό ρόλο στην άνθηση της οργάνωσης έπαιξαν οι νέοι, οι μαθητές, οι εργαζόμενοι, αλλά στον αγώνα συνέβαλαν σχεδόν όλοι οι Κύπριοι που οραματίζονταν το μέλλον τους σε ελεύθερη πατρίδα. Φοιτητές που σπούδαζαν στην Αθήνα, εκπαιδευμένοι στη χρήση των όπλων, διέκοψαν τις σπουδές τους, πήγαν στην Κύπρο και εντάχθηκαν στην ΕΟΚΑ.
Τα συγχαρητήρια του Μακάριου
Μετά τα γεγονότα της 1ης Απριλίου, συγχαρητήρια έσπευσε να στείλει στον Διγενή και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. «Σας στέλλω τις θερμότερες ευχές μου και τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια. Χίλιες φορές εύγε! Οι κατακτηταί αντιλαμβάνονται ότι μπήκαμε σε σοβαρόν στάδιον αγώνος».
Ο Διγενής είχε πει πως «ο αγώνας της Κύπρου ουδέν αντιβρετανικόν ελατήριον υπέκρυπτεν. Υπηγορεύθη από αδήριτον ανάγκην και κατέστη αναγκαίος μετά την διάψευσιν των ελπίδων και των προσδοκιών του Ελληνικού και ιδιαιτέρως του Κυπριακού λαού».