«Από ένα σημείο και πέρα έμπλεξα με έναν Τρικαλινό, τον Απόστολο Τεγόπουλο που γύριζε ταινίες. Θέλαμε να κάνουμε μια ταινία που ο ήρωας ήταν τραγουδιστής».
Τα παραπάνω τα είχε πει ο Νίκος Ξανθόπουλος σε τηλεοπτική του εμφάνιση, αναφερόμενος στον παραγωγό του. Τον Απόστολο Τεγόπουλο, που μαζί με τον ηθοποιό όχι μόνο δημιούργησαν το μύθο του «παιδιού του λαού» αλλά παρόλο που ήταν μια μικρή εταιρεία, έφερε πονοκέφαλο στις μεγάλες.
Και βέβαια πήγαν το μελό πολλά βήματα πιο πέρα, τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και σε θεματολογία.
Για την ιστορία, η ταινία από την οποία άρχισε η συνεργασία Τεγόπουλου-Ξανθόπουλου ήταν το Αγάπησα και πόνεσα, όπου τα τραγούδια είχε γράψει ο Απόστολος Καλδάρας.
Από τα Τρίκαλα στην Τσινετσιτά
Ο Απόστολος Τεγόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά ήταν από τα Τρίκαλα. Γεννήθηκε σε εύπορη οικογένεια, αφού ο πατέρας του είχε εργοστάσιο υφαντουργίας. Μόνο που το τελευταίο κάηκε, φέρνοντας τον πατέρα του σε οικονομική καταστροφή.
Ο Απόστολος, έχοντας φαίνεται μέσα του δημιουργική δύναμη, διάλεξε το δρόμο της προτίμησής του και ξεκίνησε:
Όταν τελείωσε το Γυμνάσιο Τρικάλων, πήγε στην Αθήνα και φοίτησε τρία χρόνια σε σχολή σκηνοθετών. Όταν αποφοίτησε, πήρε το δρόμο για την Ιταλία όπου για αρκετό διάστημα παρακολούθησε γυρίσματα ταινιών στα στούντιο της Cinecittà. Επιστρέφοντας άρχισε να συνεργάζεται με Έλληνες σκηνοθέτες, ως βοηθός. Κι όταν ένιωσε πως ήταν αρκετά δυνατός για να δημιουργήσει και μόνος του, ανέλαβε το γύρισμα ταινιών για λογαριασμό διαφόρων παραγωγών.
Οι ταινίες που φέρουν την υπογραφή του είναι: Καπετάνιος για κλάματα, Το παιδί της πιάτσας και Ο Μιχαλιός του 14ου Συντάγματος. Παράλληλα, πριν κληθεί να υπηρετήσει στρατιώτης, γύρισε και μια δική του, τη Λενιώ η Βοσκοπούλα. Όταν απολύθηκε από το Στρατό, υστέρα από δύο χρόνια, με ανανεωμένες δυνάμεις, ιδρύει γραφείο εκμεταλλεύσεως κινηματογραφικών ταινιών, ενώ συγχρόνως σκηνοθετεί την ταινία Ο ανεψιός μου ο Μανώλης.
Από τον επόμενο χρόνο, όσα χρήματα έβγαλε από την εκμετάλλευση των ταινιών και τη σκηνοθετική εργασία του, τα συγκεντρώνει και αποφασίζει να γίνει σκηνοθέτης και παραγωγός.
Οι πρώτες ταινίες που γύρισε ως παραγωγός ήταν οι Πληγωμένες καρδιές, Αγάπησα και πόνεσα και Είμαι μια δυστυχισμένη. Τα εξωτερικά της τέταρτης ταινίας του με τίτλο Με πόνο και με δάκρυα έγιναν στα Τρίκαλα και τα Μετέωρα. Έτσι, σαν φόρος τιμἠς στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
«”Κλακ φιλμς”, ταινίες για όλη την ελληνική οικογένεια»
Και γνωρίζεται με τον Ξανθόπουλο. Και ξεκινάνε τα έπη. Μέχρι τότε η κινηματογραφική καριέρα του αείμνηστου Πόντιου ηθοποιού ελάχιστα αξιομνημόνευτα φιλμ είχε να επιδείξει. Ήταν ένας ηθοποιός που έπαιζε στο σινεμά για επιβίωση. Όμως ο φακός τον θέλει, αποδεικνύεται ότι έχει μια πολύ καλή λαϊκή φωνή, ενώ η αμεσότητα του λόγου του, είναι ότι πρέπει για τη μεγάλη οθόνη.
Θυμάστε τον Σπύρο Καλογήρου στην ταινία Το ανθρωπάκι όπου από κρεοπώλης γινόταν παραγωγός; Κάπως έτσι ήταν και η κατάσταση στον ελληνικό κινηματογράφο τη δεκαετία του ’60.
Πολλοί, βλέποντας την αγάπη του κόσμου για το ελληνικό σινεμά, αποφάσιζαν να γίνουν παραγωγοί. Στην ουσία αυτή η απόφαση αποδείχτηκε καταστροφική για τους ίδιους, αφού σινεμά δεν είναι μόνο αυτό που φαινόταν στο «πανί». Τις καλές πιάτσες αιθουσών τις είχαν ήδη καταλάβει οι μεγάλες εταιρείες, οπότε οι μικρότεροι παραγωγοί έπαιρναν τις μπομπίνες υπό μάλης και έψαχναν να βρουν αίθουσα να παιχθούν. Φυσικά η έννοια προώθηση-διαφήμιση ήταν άγνωστη στις μικρές εταιρείες.
Ο Τεγόπουλος με τον Ξανθόπουλο ξεκινάνε. Ό,τι κάνουν, γίνεται επιτυχία. Και όσο μεγαλώνει η επιτυχία, τόσο και μεγαλώνουν οι απαιτήσεις της παραγωγής. Από την άλλη ξεκινάει ένας αγώνας να βρεθούν περισσότερες αίθουσες για να παιχτούν οι ταινίες. Μόνο που τις ονομαστές αίθουσες τις έχουν καταλάβει οι μεγάλες εταιρείες.
Η «Κλακ φιλμς» λειτουργεί με το μυαλό.
Π.χ., όλες οι μεγάλες εταιρείες ήθελαν κινηματογράφους σαν το «Αττικό» για να παιχτούν τα φιλμ τους. Οι δυο άντρες ένιωθαν ότι το κοινό τους δεν θα αισθανόταν άνετα να δει μελό σε βελούδα και θεωρεία. Και «χτύπησαν» τους κινηματογράφους από την πλατεία Ομονοίας και κάτω. Μάλιστα δεν δίστασαν να δώσουν ταινίες κατευθείαν σε συνοικιακές αίθουσες, που συνήθως έπαιρναν τα φιλμ αφού είχαν ολοκληρώσει τον κύκλο τους στους κεντρικούς κινηματογράφους.

Η «Κλακ φιλμς», αν και μικρή εταιρεία, αξιώθηκε και τρίωρα έπη να γυρίσει (Η Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου, Ξεριζωμένη γενιά), και έγχρωμες ταινίες.
Η κινηματογραφική συνεργασία Τεγόπουλου-Ξανθόπουλου τελειώνει το 1971. Στην ουσία τούς συμπαρασύρει η κινηματογραφική κρίση, με τις αίθουσες στις συνοικίες –που ήταν ο βασικός τους κορμός– να κλείνουν η μία μετά την άλλη.
Τίνα από το Κωνσταντίνα
«Σπάθη με έβγαλε ο σκηνοθέτης που με ανακάλυψε, ο Απόστολος Τεγόπουλος. Από το επίθετό μου που είναι Σπαθούλα. Μου είπε “θα σε λέμε Σπάθη”. Και είπα “ας με λέτε”. Ωραίο ήταν, έμεινε.»
Η Τίνα Σπάθη, ένας μύθος του ελληνικού σινεμά τη δεκαετία του 1970, μιλάει για το ξεκίνημά της. Συγκεκριμένα, η νεαρή κοπέλα στα μέσα της δεκαετίας δούλευε σε ένα μαγαζί. Περνώντας από ένα φαρμακείο όπου γυριζόταν ένα διαφημιστικό για μια κολόνια έμεινε να δει το γύρισμα, και όταν είπε «εγώ θα ήμουν καλύτερη», κάποιος από το σετ γύρισε και την είδε.
Εντυπωσιάστηκε με την εμφάνισή της, και όταν τελείωσε το γύρισμα, την πήγε στον Απόστολο Τεγόπουλο.
«Με πήγαν στο γραφείο του στην Ακαδημίας και μόλις με είδε είπε “αυτή είναι δικιά μου”. Μέχρι τότε έκανε “ταινίες για όλη την οικογένεια”, Κλακ φίλμς. Με πρωταγωνιστή τον Νίκο Ξανθόπουλο. Μου είπε ο Τεγόπουλος “θα βάλω κάτι πράγματα μέσα”. Ούτε που ήξερα τι και πώς. Του είχα εμπιστοσύνη. Αλλά αποδείχθηκε ότι είχε σκοπό να βγάλει πολλά χρήματα από μένα, όπως και έβγαλε», διηγήθηκε κάποια στιγμή η ίδια η Τίνα Σπάθη.
Βρισκόμαστε λίγο μετά την πτώση της χούντας. Ο εγχώριος κινηματογράφος οδεύει προς το τέλος του, ενώ κάποιοι παραγωγοί προσπαθούν να κάνουν πιο τολμηρές ταινίες. Προσοχή: Όχι πορνό, γιατί χρόνια κυκλοφορεί αυτή η παρανόηση!
«Ο Τεγόπουλος από την αρχή με είδε “κάπως”. Όταν με γνώρισε, μου είπε “μπορώ να φανταστώ πώς θα κοιτάς το φακό”. Ήθελε να είναι το ύφος μου λίγο άγριο. Αν δεις την πρώτη ταινία, τις Διαστροφές, θα δεις ότι δεν φορούσα ούτε μέικαπ ούτε ρουζ. Έβαφα μόνο τις βλεφαρίδες. Έπαιζα με τα μάτια. Δεν μπορώ να πω ότι παίρναμε πολλά λεφτά. Κάποια ικανοποιητικά, ναι», είχε πει η Σπάθη.
Και μπορεί η Τίνα Σπάθη να έγινε μύθος, όμως το πλήρωσε ακριβά.
Παραγωγοί πορνό ταινιών χρησιμοποιούσαν το όνομά της, εν αγνοία της. Και στην ουσία αυτή που πρωταγωνιστούσε δεν ήταν η Τίνα, αλλά μια που χρησιμοποιούσε το όνομά της.
Το μετά
Μετά το τέλος του σινεμά, ο Τεγόπουλος κάνει κάποιες βιντεοταινίες. Και προς το τέλος της δεκαετίας του ’80 συναντιέται ξανά με τον Νίκο Ξανθόπουλο και κάνουν τρεις επικές. Ακριβές, σε σχέση με τις υπόλοιπες, αλλά και μεγάλες σε διάρκεια – κάτι που τις βοηθάει να «κοπούν» σε μίνι σίριαλ που έπαιζαν στις αρχές των εγχώριων μεγάλων καναλιών.

Παρ’ όλα αυτά, ο Τεγόπουλος έμεινε στο σινεμά, αφού υπήρξε πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Κινηματογράφου, Τηλεόρασης και Βίντεο.
Πέθανε ξαφνικά το βράδυ της 2ας Απριλίου 2007 σε ηλικία 71 ετών, όταν αισθάνθηκε αδιαθεσία κατά τη διάρκεια δείπνου του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης «Αθηνά», παρουσία της ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού.
Ο Απόστολος Τεγόπουλος ήταν ένας δυναμικός άνθρωπος που πάλεψε για το όνειρό του.
Και τα κατάφερε. Μπορεί να μην αγωνίστηκε στον πόλεμο, στις φάμπρικες ή στα βάθη της Ανατολής όπως το κινηματογραφικό alter ego του, o Νίκος Ξανθόπουλος, αλλά αγωνίστηκε στο χώρο του θεάματος. Που είναι αρκούντως άγριος.
Σπύρος Δευτεραίος