Ο Αλέξης Ιωαννίδης στο Καρς ήταν δάσκαλος, θα μπορούσε με μια εξάμηνη μετεκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης να αναβαθμίσει το ρωσικό πτυχίο του και να διδάξει στα σχολεία της Ελλάδας, εξασφαλίζοντας μια άνετη ζωή γι’ αυτόν και την οικογένειά του. Έτσι κι αλλιώς στο Αρνταχάν ελληνικά δίδασκε στα ελληνόπουλα, το ζήτημα ήταν καθαρά τυπικό, αυτό θα έκανε οποιοσδήποτε άλλος με τις περγαμηνές και τις δεξιότητές του.
Όμως ο Αλέξης ήταν αλτρουιστής και ιδεολόγος, ένιωθε πως έπρεπε να βάλει στην άκρη τη δική του ζωή για να υπηρετήσει το σύνολο.
Οι συγχωριανοί του τον είχαν σε μεγάλη εκτίμηση. Ήταν χαρισματική προσωπικότητα, μορφωμένος και δυναμικός, τον έβλεπαν ως στήριγμά τους για το νέο τους ξεκίνημα στην Ελλάδα. Δεν μπορούσε να τους απογοητεύσει.
Λίγο μετά από την εγκατάσταση έγιναν αρχαιρεσίες και ο Αλέξης εκλέχτηκε σχεδόν παμψηφεί πρόεδρος της κοινότητας που τότε είχε τη βουλγαρική ονομασία Ματσίκοβο.
Πρώτη του έννοια ήταν να αλλάξει την βουλγαρική ονομασία του καινούργιου του χωριού. Για να τιμήσει τη θυσία των 9 Ευζώνων του 31ου συντάγματος πεζικού, 11ου λόχου, των παλληκαριών που αιχμαλωτίστηκαν σε ύπουλη ενέδρα των κομιτατζήδων, βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν σε ρέμα του χωριού το 1913, πρότεινε την ονομασία «Εύζωνοι» στην επιτροπή η οποία έγινε αμέσως δεκτή. Στις 20/8/1927 με το ΦΕΚ 179/1927 η ονομασία του χωριού άλλαξε και επίσημα επί προεδρίας του, και έτσι ο Αλέξης Ιωαννίδης έγινε ο πρώτος πρόεδρος της κοινότητας των Ευζώνων που αποτελούνταν από έξι χωριά: Εύζωνοι, Μεταμόρφωση, Μικροδάσος, Ποντοηράκλεια, Πλατανιά και Κορώνα.
Ο Αλέξης και η Λίζα μετά τον χαμό του γιου τους Νικόλα προσπάθησαν να ξαναποκτήσουν παιδιά. Κάθε όμως προσπάθεια ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Τα παιδιά που κυοφορούσε η Λίζα είτε γεννιόντουσαν νεκρά, είτε δεν προχωρούσε η εγκυμοσύνη. Τότε απευθύνθηκαν στον γνωστό πολιτικό-βουλευτή και Πόντιο ιατρό Ιωάννη Πασαλίδη στην Καλαμαριά. Ο Πασαλίδης ενημέρωσε το ζευγάρι πως δεν πρόκειται να αποκτήσει άλλο παιδί, ο οργανισμός της Λίζας είχε καταπονηθεί από τα γεγονότα που πέρασε και δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει σε μια επιτυχημένη εγκυμοσύνη. Η Λίζα όμως προσευχόταν και επέμενε. Mετά από οχτώ χρόνια, τον Νοέμβριο του 1928 γέννησε δίδυμα υγιέστατα κοριτσάκια στο ρωσικό νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης.
Ο γιατρός ήταν πανευτυχής που είχε πέσει έξω στις προβλέψεις του. Απαντώντας στην Λίζα όταν του θύμισε την διάγνωσή του, της είπε: «κια νέψα διατρός είμαι, ’κι είμαι Θεός. Ο Θεόν εδέκεν και εποίκες ατα»!
Οι πανευτυχείς γονείς έφεραν τα παιδιά τους στο χωριό με τρένο. Σταμάτησαν στην Ειδομένη όπου τους περίμενε ένα βαρκάκι για να τους περάσει στην απέναντι όχθη του ποταμού Αξιού. Εκεί τους υποδέχτηκε ολόκληρο σχεδόν το χωριό που συμμεριζόταν τη χαρά του προέδρου τους.
Ο Αλέξης από τη μια ήταν συγκινημένος από την υποδοχή αλλά από την άλλη δεν ήθελε όλος αυτός ο κόσμος να αναστατώσει τις μονάκριβες κόρες του, τα νεογέννητα διδυμάκια. Τελικά, η Λίζα πήγε με τα παιδιά σπίτι για να τα κοιμίσει και όλο το χωριό γιόρτασε το χαρούμενο γεγονός με λύρες και νταούλια χορεύοντας τρομαχτόν τίκ’ με τον ευτυχισμένο πατέρα!
Όμως η μοίρα ήταν για άλλη μια φορά σκληρή με το ζευγάρι. Η μία από τις δύο δίδυμες, η Καίτη που φαινομενικά ήταν πιο ζωηρή από την αδελφή της Σοφία, πέθανε ξαφνικά σε ηλικία ενός έτους.
Τότε ο Αλέξης κατέρρευσε παθαίνοντας την πρώτη του καρδιακή προσβολή. Πριν γονατίσει από τον πόνο φώναξε «γιατί κρουσ’ με αέτς Θεέ μ’. Ντο εποίκα σε»; Ήταν μόλις 37 χρονών. Οι γιατροί διέγνωσαν μεγαλοκαρδία (νόσος του καρδιακού μυός). Η μεγαλοκαρδία του Αλέξη ήταν μεταφορική και κυριολεκτική συνάμα. Ο Αλέξης και η Λίζα έκαναν άλλα δύο παιδιά, την Ελπίδα τον Ιούλιο του 1932 και τον Πέτρο τον Μάρτιο του 1934.
Τα ονόματα που τους έδωσαν δεν ήταν καθόλου τυχαία!
Προήδρευσε στην διευρυμένη κοινότητα Ευζώνων για περισσότερο από 15 συναπτά έτη μέχρι και το 1938, έτος της πρόωρης εκδημίας του. Είναι χαρακτηριστικό πως σε μια από τις εκλογικές αναμετρήσεις ο αντίπαλός του δεν πήρε ούτε την ψήφο της γυναίκας του. Όταν δε υποψιασμένος για το γεγονός την ρώτησε ευθέως εκείνη του απάντησε: «Τέρεν τεσόν τα δουλείας. Εσύ για πρόεδρος κ’ ιεύς. Άφσον τον Αλέξη για τ’ατά τα δουλείας».
Ως πρόεδρος της κοινότητας μερίμνησε για την αποζημίωση των Ποντίων και τον αναδασμό.
Ήταν τόσο ευρύνους και προοδευτικός, που από τα πρώτα έτη της εγκατάστασης έπεισε τους συγχωριανούς του να συνεταιριστούν και να ασφαλίσουν με συμβόλαιο στην Αγροτική Τράπεζα τις σοδειές τους για να κατοχυρώνουν σε κάθε περίπτωση εισόδημα από τον κόπο τους.
Αυτός έθεσε τον θεμέλιο λίθο για τη λειτουργία του Δημοτικού Σχολείου Ευζώνων το 1929 (πρωτύτερα στεγαζόταν σε οικία που είχε εγκαταλειφθεί από Τούρκο), και του κοινοτικού καταστήματος (Κοινότητας) Ευζώνων. Αυτός έκανε τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να ηλεκτροδοτηθεί το χωριό. Επίσης μερίμνησε για την υδροδότησή του.
Λόγω των δημοκρατικών του φρονημάτων και της στενής του φιλίας με τον υπουργό Λεωνίδα Ιασονίδη κυνηγήθηκε από τους βασιλόφρονες οι οποίοι δεν δίστασαν να τον συκοφαντήσουν για κακοδιαχείριση. Η σκευωρία τους όμως κατέπεσε στα δικαστήρια. Το κατηγορητήριο ήταν στημένο από τους αντιπάλους του, των οποίων οι καταθέσεις έμοιαζαν να αναπαράγουν την ίδια ψευδή κατηγορία με την επωδό «εάν ο κατηγορούμενος εισέπραξε δια τας ανωτέρω αιτίας από το Ταμείον χρήματα ή πόσα δεν γνωρίζω εγώ ούτε και αν τούτο το οποίον ισχυρίζονται ούτοι είναι αληθές, δύναμαι να βεβαιώσω», σε άλλη κατάθεση: «Από τους πρώην όμως Κοινοτικούς συμβούλους ακούω διαδιδόμενον το τοιούτον, χωρίς όμως να ξέρω αν είνε αλήθεια» και σε μια τρίτη: «Ως ήκουσα από τους Παλαιούς Κοινοτικούς Συμβούλους, ο κατηγορούμενος εισέπραξε δια τας ανωτέρω αιτίας χρήματα από το Ταμείον αλλά εγώ εάν είναι αλήθεια τούτο, ή όχι δεν δύναμαι να βεβαιώσω».
Ο Αλέξης Ιωαννίδης κατηγορήθηκε με αστήρικτες κατηγορίες. Το κοινοτικό κατάστημα των Ευζώνων δεν είχε αποπερατωθεί ακόμη, γι’ αυτόν τον λόγο ο πρόεδρος διέθεσε το ένα από τα δύο δωμάτια του σπιτιού του ως γραφείο της Κοινότητας. Για να επιπλώσει το κοινοτικό γραφείο που λειτουργούσε στον ιδιωτικό χώρο του σπιτιού του ελλείψει κοινοτικού μεγάρου, αγόρασε με έξοδα της κοινότητας ένα τραπέζι στο οποίο τοποθέτησε τη γραφομηχανή του, και πέντε καρέκλες για να κάθονται αυτοί που θα τον επισκέπτονταν.
Οι κατήγοροί του όμως υπέθεσαν πως τα έξοδα για την αγορά του τραπεζιού και των καρεκλών θα τα κάλυπτε από την τσέπη του γιατί βρισκόταν μέσα στο σπίτι του παρότι χρησιμοποιούνταν για τις ανάγκες τις κοινότητας. Επιπροσθέτως τον κατηγόρησαν πως διέθεσε χρήματα από το κοινοτικό ταμείο για ελεημοσύνη σε φτωχούς συνδημότες του, αλλά όπως ισχυρίζονταν δεν ήταν αλήθεια, παρότι οι ευεργετηθέντες διαβεβαίωναν πως έλαβαν την βοήθεια.
Η αλήθεια είναι πως ο Αλέξης διέθεσε όλη σχεδόν την ασημένια οικοσκευή (το περιεχόμενο ενός μεγάλου μπαούλου) και τα κοσμήματα (την προίκα) της ευπόρου Αργυρουπολίτισσας συζύγου του, για να καλύψει τις ανάγκες των συμπατριωτών του.
Γι’ αυτόν δεν είχε καμία σημασία εάν θα έτρωγε με ασημένια μαχαιροπίρουνα και εάν η γυναίκα του Λίζα θα φορούσε τα ακριβά της κοσμήματα, την ώρα που οι συγχωριανοί του θα υπέφεραν μη έχοντας πού την κεφαλή κλίνη.
Οι κατηγορίες όμως δεν σταμάτησαν εδώ. Οι αντίπαλοι του Αλέξη Ιωαννίδη τον κατηγόρησαν αναίσχυντα πως δικαιολόγησε ποσό για το μνημόσυνο των 9 Ευζώνων που ο ίδιος θέσπισε ενώ δεν είχε τελέσει μνημόσυνο, ενώ άλλοι έλεγαν ό,τι το έκανε το μνημόσυνο αλλά δεν ήξεραν το ποσό που δαπάνησε. Το θράσος των κατηγόρων, αυτών των κατοίκων του Ματσίκοβου που άφηναν για χρόνια ολόκληρα τα λείψανα των ηρώων Ευζώνων βορά στα άγρια θηρία χωρίς να τα περιμαζέψουν από το ρέμα στο οποίο δολοφονήθηκαν από κομιτατζήδες, ήταν απύθμενο! Και όλα αυτά για τον άνθρωπο που άλλαξε το όνομα του χωριού από Ματσίκοβο σε Εύζωνοι προς τιμήν των ηρώων.
Το πλαστό κατηγορητήριο κατέληγε πως «ενώ είχε δαπανήσει ένα ποσό για τον φωτισμό του χωριού, εντούτοις το χωριό παρέμενε χωρίς φωτισμό» θαρρείς και οι υποδομές για ένα τέτοιο έργο γίνονταν από την μια μέρα στην άλλη και ήταν εύκολη η ολοκλήρωσή τους. Αυτές οι ατεκμηρίωτες κατηγορίες προς τον πρόεδρο κατάφεραν να τον θέσουν σε αργία για μικρό μόνο χρονικό διάστημα. Έγιναν εκλογές και ο Αλέξης επανεξελέγη πανηγυρικά με ποσοστό 90% και πάλι (η δημοφιλία του ήταν αυτής της τάξης και λάμβανε ανάλογο ποσοστό σε κάθε εκλογική αναμέτρηση).
Ο φθόνος όμως όλων αυτών που τον εχθρεύονταν δεν σταμάτησε εδώ. Το καλοκαίρι του 1933 κατηγορήθηκε από τους «συνήθεις ύποπτους» πως μετά τα αποτελέσματα της εκλογικής μάχης της 2ας Ιουλίου 1933 στην οποία ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπερίσχυσε του Παναγή Τσαλδάρη, γιόρταζε τη νίκη των Βενιζελικών με φίλους-ομοϊδεάτες του στο σπίτι του και καταφέρθηκε εχθρικά εναντίον μιας ομάδας συγχωριανών του με φιλοβασιλικά αισθήματα. Εύλογα γεννάται το ερώτημα τι γύρευε η «ομάδα φιλοβασιλικών συγχωριανών» στο σπίτι του βενιζελικού προέδρου που βρίσκονταν απομονωμένο στο νοτιοανατολικό άκρο του χωριού. Μήπως πήγαν για να προκαλέσουν επεισόδια και να κατηγορήσουν τον πρόεδρο; Η εν λόγω ομάδα ισχυρίστηκε πως στη φιλονικία τους αυτή, ο πρόεδρος τους αποκάλεσε «Βουλγάρους» και ύβρισε τις γυναίκες τους και την Κυβέρνηση. Το ήθος του Αλέξη δεν θα του επέτρεπε ποτέ, όποια επίθεση κι αν είχε δεχτεί να την αποκρούσει με ύβρεις προς τις γυναίκες των επιτιθέμενων. Αυτοί μάλλον έκριναν εξ ιδίων τα αλλότρια!
Ο Αλέξης Ιωαννίδης προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να ακυρώσει την άδικη απόφαση για την προσωρινή παύση του και συνέταξε γραπτώς την απολογία του προς τον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας Φίλιππο Δραγούμη (αδελφός του Ίωνα Δραγούμη). Μεταξύ άλλων αναφέρει:
«[…] Επαναλαμβάνω κ. Υπουργέ, ότι ουδέν εξ εκείνων που μου κατηγορούν διέπραξα. Ως άτομον, ελεύθερος πολίτης και ψηφοφόρος την επομένην των εκλογών διασκέδασα μετά των φίλων μου. Τους γηγενείς κατοίκους δεν ύβρισα. Την ύβριν ¨Βούλγαροι¨ εγώ δεν εξεστόμισα. Η κοινή γνώμη όμως και εδώ και εις άλλα χωρία της μεθορίου την παραδέχεται ουχί ως ύβριν αλλά ως ουσίαν. Υπενθυμίζω μόνον την ληστείαν Τυρνόβου όπου Εισαγγελεύς, Διοικητής, και Πρόεδρος Κοινοτήτων ωμιλούν περί Βουλγαροφώνων, Βουλγαριζόντων, Βουλγάρων κλπ εφημερίς ΦΩΣ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, κλπ.[…] Αρνούμαι απολύτως ότι εξύβρισα την Κυβέρνησιν, αλλά και αν τοιούτον τι συνέβαινε αρμόδιον θα ήτο το ποινικόν δικαστήριον να δικάση τον υβριστήν ιδιώτην Αλέξην Ιωαννίδην. Δι’ο παρακαλώ Υμάς, Κύριε Υπουργέ, όπως λαμβάνοντες υπ’ όψιν την αθωότητά μου εις όλα τα καταγγελλόμενα, ευαρεστηθήτε και ακυρώσητε την υπ’ αριθ. 90773 απόφασιν Υμών, αποδίδοντες το δίκαιον όπου ανήκει».
Ο Αλέξης Ιωαννίδης μετά από την παρέλευση της αργίας που του επιβλήθηκε κατόπιν συκοφαντικής δυσφήμισης από όλες εκείνες τις δυνάμεις που τον επιβουλεύονταν για τους δικούς τους λόγους, επανήλθε στην προεδρία. Η κατάσταση της υγείας του όμως είχε επιβαρυνθεί. Σαν να μην έφταναν τα γεγονότα της γενοκτονίας, ο χαμός του αγαπημένου του αδελφού, οι θάνατοι των παιδιών του, η προσφυγιά, η απώλεια της περιουσίας του, είχε και την ψυχολογική επιβάρυνση όλου αυτού του πολέμου εναντίον του. Τίποτα δεν θύμιζε τον μελαχρινό εκείνον όμορφο νέο από το Μερτινίκ του Καρς. Όλα αυτά που πέρασε τον έκαναν να μοιάζει πολύ μεγαλύτερος. Κουραζόταν πιο γρήγορα και ανέπνεε με δυσκολία.
Πέθανε τον Αύγουστο του 1938 σε ηλικία 46 ετών, λίγο πριν από την γιορτή του Δεκαπενταύγουστου που πανηγύριζε το νέο του χωριό, οι Εύζωνοι, στο οποίο πρόσφερε τόσα πολλά, όλη την ικμάδα του έως και την ίδια την ζωή του.
Η κηδεία του ήταν πάνδημη, όλες οι αρχές του τόπου έδωσαν παρών στο κατευόδιο του. Άφησε ορφανά τα τρία παιδιά του τη Σοφία (κατόπιν Εισοδία μοναχή στην Ι.Μ. Ορμυλίας), την Ελπίδα και τον Πέτρο, εννέα, έξι και τεσσάρων χρονών αντίστοιχα.
Η κόρη του Ελπίδα την ώρα που κατέβαζαν την σορό του στο χώμα, πήδηξε μέσα στον τάφο κλαίγοντας και μη θέλοντας να τον αποχωριστεί. Σκηνές αρχαίας τραγωδίας εκτυλίχθηκαν. Ο νομάρχης Κιλκίς Χρήστος Δρόλιας, απόστρατος συνταγματάρχης του Στρατού, εκφώνησε επικήδειο λόγο ο οποίος τελείωνε με τα εξής λόγια: «Γαίαν έχοις ελαφράν. Ήσουν ο καλύτερος πρόεδρος του νομού Κιλκίς, ο καλύτερος της Κεντρικής Μακεδονίας».
Αυτός ήταν εν συντομία ο βίος ενός μεγάλου ανδρός, ενός πατριώτη, δημοκράτη, φιλάνθρωπου, ιδεολόγου …ενός Καυκάσιου, του Αλέξη Ιωαννίδη. Μακάριος ανήρ, ος ουκ επορεύθη εν βουλή ασεβών και εν οδώ αμαρτωλών ουκ έστη και επί καθέδρα λοιμών ουκ εκάθισεν.
Αλεξία Ιωαννίδου