Ένα νέο… Ελ Ντοράντο στα ενδότερα της Μικράς Ασίας, στα νοτιοδυτικά του Πόντου βρήκαν οι Τούρκοι και Γερμανοί ειδικοί όταν στέρεψαν τα μεταλλεία της Αργυρούπολης. Δίπλα στις νέες πλουτοφόρες μεταλλευτικές περιοχές οι μεταλλωρύχοι –οι περισσότεροι από τους οποίους προέρχονταν από την Αργυρούπολη και την περιοχή της– δημιούργησαν βραχυχρόνιους οικισμούς, τα μαντεμοχώρια της Αμάσειας.
Η μετακίνηση των ματεντζήδων –των Πόντιων ειδικών τεχνιτών και των εργατών μεταλλείων– στα βάθη της Μικράς Ασίας έγινε εντονότερη στα μέσα του 18ου αι.
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, αυτή την περίοδο δημιουργήθηκαν τα εξής μαντεμοχώρια: α) το Κιουμούς Μαντέν (μεταλλείο αργύρου), β) το Κεσκίν Μαντέν (μεταλλείο διαμαντόπετρας), γ) το Ακ Τας Μαντέν (μεταλλείο λευκόλιθου), και δ) το Μπακίρ Μαντέν (μεταλλείο χαλκού). Όπως γίνεται αντιληπτό, ονομάστηκαν μαντεμοχώρια από το μαντέν, την τουρκική λέξη για το μεταλλείο.
Ολόκληροι πληθυσμοί με ειδικευμένους εργάτες εγκατέλειψαν τις πατρικές τους εστίες και πήγαν να εργαστούν στους οικισμούς αυτούς, για να επιβιώσουν. Μετέφεραν τα σπιτικά και τις οικογένειές τους, εγκαταστάθηκαν εκεί και πρόκοψαν ξεκινώντας σχεδόν όλοι τους από το τίποτε.
Η μετανάστευση αυτή εξελίχθηκε σε ευεργετική σε ό,τι αφορά τη διάρθρωση της ποντιακής κοινωνίας, διότι δεν έλυσε μόνο ορισμένες πληθυσμιακές και οικονομικές ανάγκες, αλλά παράλληλα δημιούργησε και ένα ασφαλές βάθρο για την ενότητα και το ενιαίο του ελληνισμού στον εσωτερικό μικρασιατικό χώρο, δεδομένου ότι τα μαντεμοχώρια αυτά διατήρησαν στο ακέραιο τη θρησκεία και τη γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις του ποντιακού ελληνισμού, και οι κάτοικοί τους ποτέ δεν ήρθαν σε επιμιξία με τους αλλόθρησκους και αλλόφυλους λαούς.