Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δεν έκρυψε ποτέ τη βούλησή του να καταργήσει το υπουργείο Παιδείας, προετοιμάζει τη διάλυσή του, όπως μεταδίδουν αμερικανικά ΜΜΕ, τα οποία, εντούτοις, υπογραμμίζουν πως μια οριστική κατάργησή του εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Κογκρέσου.
Αυτή η απόφαση εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των «πολιτισμικών πολέμων» που διεξάγουν οι Αμερικανοί συντηρητικοί, οι οποίοι κατηγορούν τα δημόσια σχολεία ότι προκρίνουν προοδευτικές ιδέες.
Η εκπρόσωπος Τύπου του Αμερικανού προέδρου Κάρολαϊν Λίβιτ διαβεβαίωσε με ανάρτησή της στο x.com ότι ο Τραμπ δεν θα υπογράψει σήμερα κάποιο διάταγμα προς αυτήν την κατεύθυνση, χωρίς όμως να διαψεύδει κατηγορηματικά τις πληροφορίες που μετέδωσαν αμερικανικά ΜΜΕ.
Σε γνώση αμερικανικών μέσων, με πρώτη την εφ. Wall Street Journal, περιήλθε ένα προσχέδιο διατάγματος το οποίο ανέθετε στη νέα υπουργό Παιδείας και πρώην επικεφαλής της αμερικανικής ομοσπονδίας κατς, Λίντα Μακμάν, να διαλύσει το υπουργείο της. Σύμφωνα με αυτά τα μέσα, η υπογραφή του εκτελεστικού διατάγματος θα μπορούσε να λάβει χώρα σήμερα, κάτι που ωστόσο ο Λευκός Οίκος διέψευσε.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του κειμένου, η Μακμάν θα αναλάβει «να πάρει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διευκολύνει το κλείσιμο του υπουργείου Παιδείας εντός του ορίου που αρμόζει και επιτρέπεται από τον νόμο».
Κατά την προεκλογική εκστρατεία του ο Τραμπ είχε υποσχεθεί ότι θα διέλυε το υπουργείο προκειμένου να μεταφέρει τις αρμοδιότητές του στις αμερικανικές πολιτείες, που διαθέτουν ήδη τις αναγκαίες δεξιότητες επί του θέματος.
Άλλωστε είχε διορίσει τη Λίντα Μακμάν με την αποστολή να «θέσει τον εαυτό της σε ανεργία».
Η αμερικανική σκληροπυρηνική Δεξιά κατηγορεί τα δημόσια σχολεία ότι κάνουν πλύση εγκεφάλου στα παιδιά, προωθώντας ιδέες της «woke» κουλτούρας. Σε ορισμένες συντηρητικές πολιτείες, παιδαγωγικά περιεχόμενα σχετικά με τη δουλεία τροποποιήθηκαν, και μυθιστορήματα με θέμα τη σεξουαλικότητα ή το ρατσισμό αποσύρθηκαν από τις σχολικές βιβλιοθήκες.
Ιδρυθέν το 1979 υπό την προεδρία του Τζίμι Κάρτερ, το υπουργείο Παιδείας δεν μπορεί να διαλυθεί πλήρως χωρίς την έγκριση ενός νόμου που θα έχει εξασφαλίσει 60 ψήφους στη Γερουσία, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι διαθέτουν αυτήν τη στιγμή 53 έδρες.