Τον Φεβρουάριο του 1916 τα ρωσικά στρατεύματα αφού είχαν καταλάβει τις κωμοπόλεις του ανατολικού Πόντου όπως την Χόπα, την Άρχαβη, την Αθήνα στα παράλια, και το Ερζερούμ με το Ερζιγκιάν και την Παϊπούρτη στα μεσόγεια, βρέθηκαν έξω από την Ριζούντα. Η Ριζούντα καταλήφθηκε από τον τσαρικό στρατό τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου και άνοιξε τον δρόμο για την κατάληψη της Αργυρούπολης, της Άρδασσας, της Κρώμνης, της Ίμερας, των Σουρμένων, της Μούζενας και της Ματσούκας. Ο ελληνικός πληθυσμός είχε αναθαρρήσει.
Όταν τη Μεγάλη Τρίτη οι Κοζάκοι μπήκαν θριαμβευτικά στην Τραπεζούντα, στην πρωτεύουσα των Κομνηνών, οι Έλληνες πίστεψαν στο θαύμα. Μαζί με την Ανάσταση του φίλου του Χριστού του Λαζάρου του τετραήμερου, νόμισαν πως θα ανασταίνονταν και ο υποδουλωμένος στους Οθωμανούς για 455 χρόνια ελληνισμός του Πόντου.
Πριν ακόμα μπουν στην Τραπεζούντα οι Ρώσοι στρατηγοί Γιουντένιτς και Λιαχώβ, οι τουρκικές Αρχές «παρέδωσαν» την πόλη στον μητροπολίτη Χρύσανθο. Συγκεκριμένα τη Μεγάλη Δευτέρα ο βαλής Τζεμάλ Αζμή απευθυνόμενος στον Δεσπότη και αρχηγό του Ρουμ Μιλέτ είπε:
«Δεσπότ’ εφέντη, από σας τους Ρωμιούς πήραμε αυτή την πολιτεία τον καιρό του Μωάμεθ του Πορθητή και σε σας την παραδίνουμε σήμερα που φεύγουμε από την εξουσία της. Χαλάλι σας! Μόνο να φανείτε καλοί στους ομόθρησκούς μας».
Η παράδοση Τραπεζούντας από τον βαλή στον Μητροπολίτη, μας θυμίζει την παράδοση της Θεσσαλονίκης από τον Χασάν Ταχσίν Πασά στους Έλληνες ενώ τα βουλγαρικά στρατεύματα ήταν προ των πυλών.
Ο μητροπολίτης Χρύσανθος του αποκρίθηκε: «Πηγαίνετε στο καλό και μην ανησυχείτε. Θα φροντίσουμε να μην πάθουν οι δικοί σας τίποτα, ούτε από τους δικούς μας, ούτε από τους Ρώσους».
Τη Μεγάλη Τρίτη λοιπόν, ο ρωσικός στρατός μπήκε την Τραπεζούντα πανηγυρικά όπου οι Έλληνες τον υποδέχτηκαν ως απελευθερωτή τους. Στη θάλασσα, στο λιμάνι της Τραπεζούντας την περίφημη Δαφνούντα ο ρωσικός στόλος έριχνε πανηγυρικούς κανονιοβολισμούς. Όλα έμοιαζαν να συμμετέχουν στη μεγάλη γιορτή. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν χαρμόσυνα μεσούσης της Μεγάλης Εβδομάδας, τα κάστρα των Κομνηνών έμοιαζαν σαν είχαν ψηλώσει και να χαιρετούσαν τον ρωσικό στόλο, ο κόσμος αν και έβρεχε, είχε ξεχυθεί στους δρόμους και τις πλατείες για να υποδεχτεί το «ξανθό ομόδοξο γένος». Ήλπιζαν πως ήταν η λύση στο πρόβλημά τους, αφού η Ελλάδα είχε αφήσει τους ομογενείς της βορά στο στόμα των λύκων.
Ο μητροπολίτης Χρύσανθος χοροστατούσε στην δοξαστική λειτουργία στον καθεδρικό του Αγίου Ευγενίου. Ανάμεσα στο ποίμνιο και Ρώσοι αξιωματικοί, Έλληνες πρόκριτοι και λαός. Με το άκουσμα του Ακάθιστου Ύμνου «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…» καυτά δάκρια κυλούσαν από τα μάτια των ταλαιπωρημένων Ελλήνων. Η Παναγιά δεν τους ξέχασε!
Μόνο για δύο χρόνια κράτησε το όνειρο. Το τσαρικό καθεστώς στη Ρωσία με τα γεγονότα της Οκτωβριανής Επανάστασης το 1917 καταρρέει και η πολιτική της ατζέντα ανατρέπεται πλήρως. Οι Τούρκοι επιστρέφουν στην Τραπεζούντα τον Φεβρουάριο του 1918, όταν η Ρωσία μετά τη Συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ ανακάλεσε τα στρατεύματά της από τα «τουρκικά εδάφη». Ο Πόντος για άλλη μια φορά μόνος και έρημος!
≈
Τραγούδι Τούρκων προσφύγων που αναγκάστηκαν να αφήσουν την Τραπεζούντα μετά την κατάληψή της από τον ρώσικο στρατό.
Από την Τραπεζούντα βγήκα
(με) το κεφάλι ήσυχο.
Στο Ελεβί πριν φτάσω ξέσπασε η φουρτούνα.
Της Τραπεζούντας όλα τα γύρω είναι λιμάνια.
Ο Σουλτάν Ρεσάτ δε δίνει και σε μας άδεια.
Μητροπολίτη, σ’ εσένα η Τραπεζούντα
(αφήνεται) ενέχυρη.
Η προσφυγιά και τώρα λυγίζει το κορμί μου.
Τρία αδέλφια είμεθα σε μία ομάδα.
Από τη σκοπιά μας ρίχνομε ‘δρωμένη σφαίρα.
Άπιστος Ρώσος, άπονος, έκαψε και χάλασε το σπίτι μου.
Η προσφυγιά και τώρα λυγίζει το κορμί μου.
Άπιστος Ρώσος, άπονος, βομβαρδίζει το σπίτι μου.
(Τουρκικό Μουατζίρικο (προσφυγικό), κείμενο – ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά)
Αλεξία Ιωαννίδου