Κατά πάσα πιθανότητα, το όνομα Κωνσταντίνος Καρακασίδης κάτι σας λέει… Είτε ασχολείστε περισσότερο με την ποντιακή μουσική, είτε με την ποντιακή διάλεκτο, είτε με τις εκδηλώσεις των συλλόγων, κάπου το έχετε συναντήσει. Κι αν νομίζατε ότι πρόκειται για διαφορετικά πρόσωπα (άλλος ο μουσικός & στιχουργός, άλλος ο άνθρωπος που δημιούργησε το site «Ποντιακός Στίχος» –ή pontianlyrics.gr– και άλλος αυτός που συνδημιούργησε το πασίγνωστο πλέον G, το οποίο με το που εμφανίστηκε κατόρθωσε να ταυτιστεί με τη Γενοκτονία των Ποντίων), η απάντηση είναι «όχι, είναι ένα πρόσωπο»!
Είναι ο Κωνσταντίνος Καρακασίδης που γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη, που είναι 1.000% Πόντιος, ένας δημόσιος υπάλληλος, όπως μας λέει, που όμως κάθε έκφανση της ύπαρξής του έχει σημείο αναφοράς στον Πόντο!
Του ζητήσαμε τα «δημογραφικά» στοιχεία του, και μάθαμε τα εξής: «Γονείς Πόντιοι με καταγωγή από Πλατανιά Κιλκίς ο πατέρας και Δαφνώνα Ξάνθης η μητέρα. Από την πλευρά του πατέρα Όρντουλης (Κοτυωρίτης) με λίγη φλέβα και από Κερασούντα, ενώ από της μητέρας 100% Χχεριανέτες».
Κι αφού τελειώσαμε με τα …πεζά, ξεκινήσαμε τη συνέντευξη. Για εμάς, αφορμή στάθηκε η πληροφορία ότι μετά το τεράστιο έργο του Ποντιακού Στίχου (ΠΣ), έχει βάλει στα σκαριά τη δημιουργία ενός διαδικτυακού ποντιακού λεξικού. Προξενητής στη συνάντησή μας υπήρξε ο Δημήτρης Λαμπρόπουλος, μια και ο Σύλλογος Ποντίων Νυρεμβέργης ανήκει στους συμπαραστάτες του ΠΣ, πολύ προτού το όλο εγχείρημα ακόμη πάρει σάρκα και οστά.
Πήραμε όμως τα πράγματα από την αρχή, από τις ρίζες που είναι τόσο βαθιές που δεν κουράζονται να καρπίζουν:
Ποια είναι τα πρώτα σας ποντιακά βήματα; Πόσο πίσω πάνε οι μνήμες και οι ρίζες;
Οι ποντιακές μνήμες μου πάνε τόσο πίσω όσο και οι πρώτες παιδικές μου μνήμες, καθώς και οι δύο γονείς μου ήταν ποντιακής καταγωγής – γεγονός που φρόντιζαν σε κάθε περίσταση να μου το υπενθυμίζουν αισθανόμενοι ιδιαιτέρως περήφανοι για την καταγωγή τους. Είχα την τύχη να ζήσω για πολλά χρόνια και τους τέσσερις γονείς των γονιών μου, καθώς και να προλάβω να γνωρίσω έναν προπαππού και δύο προγιαγιάδες, όλους από την πλευρά της μητέρας μου.
Η γιαγιά μου η Ευτυχία Σιδηροπούλου (το γένος Κιντζονίδη), που είναι ακόμα εν ζωή, εξακολουθεί να αποτελεί για εμένα τεράστια πηγή γνώσης για την ποντιακή γλώσσα. Εξίσου σημαντική, όμως, υπήρξε και η προγιαγιά μου η Ελένη, που μιλούσε αποκλειστικά ποντιακά, και μαζί της κάναμε εξάσκηση όσα μαθαίναμε μεγαλώνοντας, ένας αληθινός «διδάσκαλος» της γλώσσας στην πιο φυσική μορφή της.
Οι ρίζες μου, λοιπόν, είναι βαθιές και στενά δεμένες με τη γλώσσα και τις ιστορίες που άκουσα από μικρός. Αυτές οι πρώτες επαφές με την παράδοση αποτέλεσαν το θεμέλιο της πορείας μου σήμερα, αναζωπυρώνοντας συνεχώς την αγάπη μου για τη γλώσσα και τον πολιτισμό του Πόντου.
Σε τι επίπεδο βρισκόταν η ποντιακή (μουσική και όχι μόνο) σκηνή τις δεκαετίες 1980-1990;
Για τη δεκαετία του ’80 θαρρώ πως δεν έχω προσωπική άποψη, καθότι γεννημένος το 1982. Η δεκαετία του ’90 αποτέλεσε ιδιαίτερα σημαντική περίοδο για την ποντιακή μουσική σκηνή, και είχα το προνόμιο να την βιώσω κατά τη διάρκεια των εφηβικών μου χρόνων – ήταν μια περίοδος που συνέπεσε με την προσωπική μου αναζήτηση της ποντιακής ταυτότητας. Αν και όπως προανέφερα δεν έχω άμεση εμπειρία της δεκαετίας του ’80, η δεκαετία του ’90 νομίζω χαρακτηρίστηκε από αξιοσημείωτη άνθηση της ποντιακής μουσικής κουλτούρας στη Θεσσαλονίκη.
Εκείνη την εποχή τα ποντιακά κέντρα διασκέδασης γνώρισαν πρωτοφανή ακμή.
Εμβληματικοί χώροι όπως το «Μίθριο», η «Αυλαία» και η «Λεμόνα» έγιναν σημεία αναφοράς για την ποντιακή νεολαία, ενώ παράλληλα υπήρχε συνεχής κινητικότητα με νέα μαγαζιά που άνοιγαν και έκλειναν, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση ενός ζωντανού μουσικού τοπίου. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στο «Παρακάθ’», έναν χώρο που ξεχώρισε για την ιδιαίτερη φιλοσοφία του, και στον οποίο υπήρξα τακτικός θαμώνας.
Το «Παρακάθ’» ως ταβέρνα με ζωντανή μουσική –που εν συνεχεία εξελίχθηκε σε αυθεντική μουσική σκηνή–, διαφοροποιήθηκε από τα νυχτερινά κέντρα της εποχής. Όπως είχε κάποτε πει και ο αείμνηστος Χρήστος Αντωνιάδης και θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί του, στο «Παρακάθ’» η νεολαία διασκέδαζε «στο φως» – μια προσέγγιση που ταίριαζε περισσότερο με την παραδοσιακή ποντιακή κουλτούρα και την προσωπική μου ιδιοσυγκρασία.
Εκτιμώ ότι αυτή την περίοδο συντελέστηκε μια σημαντική στροφή στον τρόπο που η νεότερη γενιά των Ποντίων προσέγγιζε την πολιτιστική της κληρονομιά, συνδυάζοντας την παράδοση με σύγχρονους τρόπους διασκέδασης και έκφρασης. Ήταν μια εποχή που η ποντιακή μουσική δεν περιοριζόταν πλέον στα παραδοσιακά πανηγύρια και τις οικογενειακές συγκεντρώσεις, αλλά έβρισκε τη θέση της στην καθημερινή νυχτερινή διασκέδαση της πόλης.
Παίζετε φλογέρα και ζουρνά, γράφετε μουσική και στίχους, και σίγουρα χορεύετε. Πότε, πού και πώς ξεκίνησαν όλα αυτά;
Η επισταμένη ενασχόλησή μου με την ποντιακή παράδοση ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, με τα πρώτα χορευτικά μου βήματα σε ποντιακό σύλλογο – όπως και για τα περισσότερα παιδιά. Ο «Φάρος Ποντίων» Θεσσαλονίκης έγινε το δεύτερο σπίτι μου. Στα χρόνια της παρουσίας μου στο σύλλογο, είχαμε το προνόμιο να έχουμε κοντά μας τον αείμνηστο πρόεδρό μας και λαογράφο Στάθη Ευσταθιάδη – έναν άνθρωπο-θησαυρό της ποντιακής λαογραφίας.
Κάθε συνομιλία μαζί του στους χώρους του συλλόγου ήταν ένα γενναιόδωρο μάθημα περί της ποντιακής παράδοσης.
Εξίσου τυχερό θεωρώ τον εαυτό μου που είχα για χοροδιδάσκαλο εκείνη την εποχή τον Τάκη Ζερζελίδη, έναν εξαίρετο άνθρωπο που μας πρόσεχε σαν δεύτερος πατέρας, μπορώ να πω.
Ο «Φάρος» ξεχώριζε για την πολύπλευρη δράση του. Διέθετε ενεργό θεατρικό τμήμα, όπου είχαμε την ευκαιρία να εκφραστούμε τόσο ως χορευτική ομάδα όσο και ως ηθοποιοί, καθώς και το ιστορικό τμήμα χορωδίας. Στις παραστάσεις της χορωδίας, ο κύριος Στάθης μάς χάριζε συνήθως μια σύντομη, άτυπη διάλεξη – στιγμές που όλοι, από το κοινό μέχρι εμάς τους χορωδούς, περιμέναμε με ανυπομονησία και παρακολουθούσαμε με δέος.
Η μουσική μπήκε στη ζωή μου πολύ φυσικά και οργανικά. Μετά από μια σύντομη θητεία στο ωδείο, η μοίρα έφερε στα χέρια μου μια φλογέρα – δώρο του αείμνηστου Γιάννη Καλπατσινίδη στον αδερφό μου. Το όργανο αυτό, που πάντα με μάγευε, έγινε η αφορμή για μια βαθιά προσωπική μουσική εξερεύνηση. Αφοσιώθηκα στην εκμάθησή του ως αυτοδίδακτος, με το πάθος και την επιμονή ενός ερωτευμένου.
Στα «Μαντίλια» Ο ΚΚ παίζει φλογέρα
Η δημιουργική έκφραση δεν άργησε να ακολουθήσει. Άρχισα να πειραματίζομαι με τη στιχουργική, γράφοντας τα πρώτα μου δίστιχα και τραγούδια. Η τύχη μού χαμογέλασε όταν κάποια από αυτά βρήκαν το δρόμο τους στη δισκογραφία, χάρη σε φίλους καλλιτέχνες που, ακούγοντάς τα, αποφάσισαν να τα συμπεριλάβουν στη δισκογραφία τους.
Η υπογραφή σας βρίσκεται και στο πιο διάσημο G, στον εξαιρετικό λογότυπο για τα 100 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων, σωστά; Ποια ήταν η συμμετοχή σας;
Είμαι ένας εκ των πέντε συντελεστών που συνδιαμόρφωσαν το επετειακό λογότυπο, το οποίο πλέον ο κόσμος το έχει αγκαλιάσει και το χρησιμοποιεί παντού στις επετειακές εκδηλώσεις μνήμης για τη Γενοκτονία των Ποντίων. Οι άλλοι συντελεστές ήταν ο κύριος εμπνευστής της ιδέας, Αλέξανδρος Μυριούνης, ο Αλέξανδρος Εφραιμίδης, η Ελένη Μεντεσίδου, και βεβαίως ο γραφίστας μας, ο Δημήτρης Διαμαντόγιαννης, ο οποίος μετουσίωσε τις σκέψεις μας σε εικόνα και διαμόρφωσε το τελικό αποτέλεσμα που γνωρίζει όλος ο κόσμος.
Είναι πραγματικά συγκινητικό και απρόσμενο το πώς το G έχει αγκαλιαστεί από τον κόσμο και χρησιμοποιείται παντού στις επετειακές εκδηλώσεις μνήμης για τη Γενοκτονία.
Κανείς από την ομάδα μας δεν μπορούσε να φανταστεί τότε την απήχηση που θα είχε αυτό το σύμβολο.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όταν το παρουσιάζαμε τον Δεκέμβρη του ’18 σε μια σχετική εκδήλωση, είχα αμφιβολίες ακόμη και για το αν θα έρθει αρκετός κόσμος να μας ακούσει. Η εξέλιξή του ξεπέρασε κάθε προσδοκία μας.
Και ερχόμαστε σ’ αυτό που αποτέλεσε την αφορμή γι’ αυτήν τη συνέντευξη: Την ιστοσελίδα pontianlyrics.gr. Γιατί, πώς και ποιοι το ξεκινήσατε; Ποιο ήταν το βασικό κίνητρο, η ανάγκη που ώθησε στο πρώτο βήμα (που αν δεν κάνω λάθος ήταν στο facebook);
Το βασικό κίνητρο πίσω από τη δημιουργία του «Ποντιακού Στίχου» ήταν η βαθιά αγάπη μου για τον ποντιακό πολιτισμό, μια αγάπη που με συνόδευσε από τα πρώτα μου χρόνια· οποιοδήποτε έργο απαιτεί αφοσίωση –πόσο μάλλον ένα εγχείρημα σαν αυτό–, που χρειάζεται αμέτρητες ώρες προσωπικής ενασχόλησης και πάθος για να αποδώσει καρπούς.
Πέρα όμως από το προσωπικό μου πάθος, ήταν φανερό το κενό που υπήρχε για δεκαετίες στην οργανωμένη καταγραφή των στίχων της ποντιακής δισκογραφίας.
Για εμάς τους Ποντίους, η ανάγκη αυτή ήταν τεράστια. Η παράδοση και η γλώσσα μας βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην προφορικότητα, γεγονός που καθιστούσε συχνά δυσχερές το να μάθουμε σωστά τα τραγούδια μας. Έτσι, η δημιουργία ενός συστηματικού αρχείου στίχων ήταν κάτι παραπάνω από αναγκαία προκειμένου να διαφυλαχθεί και να διαδοθεί η πολιτιστική μας κληρονομιά.
Παράλληλα, ήταν καιρός η ίδια η προσέγγιση τέτοιων πολιτιστικών πρωτοβουλιών να αποκτήσει εξωστρέφεια. Έπρεπε η καταγραφή της ποντιακής παράδοσης να γίνει ανοιχτή, ζωντανή και προσβάσιμη σε όλους –όχι κλεισμένη σε συρτάρια και αρχεία λίγων, αλλά δημιουργημένη με όρους που μιλούν στη σημερινή ψηφιακή εποχή. Μια δουλειά με φρέσκια ματιά, ικανή να συνομιλεί με το διαδίκτυο και τις δυνατότητές του, να αξιοποιεί τις σύγχρονες τεχνολογίες και να απευθύνεται τόσο στους γνώστες όσο και στις νεότερες γενιές που αναζητούν τις ρίζες τους με ένα κλικ.
Αυτό το όραμα της προσβασιμότητας και της ανοιχτής γνώσης αποτέλεσε έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους του pontianlyrics.gr.
Θα προσθέσω, επίσης, πως η ιδέα για ένα τέτοιο έργο υπήρχε στο μυαλό μου εδώ και πολλά χρόνια. Το πρώτο βήμα έγινε μέσω της κοινότητας που δημιουργήθηκε στο facebook, όπου άρχισα να συγκεντρώνω και να μοιράζομαι στίχους, μέχρι που το εγχείρημα πήρε τη μορφή της ιστοσελίδας που βλέπετε σήμερα.
Πώς επιλέγεται το κάθε τραγούδι; Υπάρχουν κάποια κριτήρια;
Τα μοναδικά κριτήρια επιλογής ενός τραγουδιού είναι, πρώτον, να είναι γραμμένο στην ποντιακή γλώσσα– αν και εδώ ανοίγεται ένα μεγάλο πεδίο συζήτησης για το τι ακριβώς θεωρούμε «ποντιακή γλώσσα», δεδομένων των γλωσσικών επιρροών και των διαφοροποιήσεων που έχουν προκύψει μέσα στο χρόνο. Δεύτερον, η μουσική του πρέπει να εντάσσεται στο ευρύτερο ύφος της ποντιακής μουσικής παράδοσης, αν και εδώ ας πούμε ότι υπάρχει μεγαλύτερη ανεκτικότητα.
Δεν μας ενδιαφέρει αν το τραγούδι είναι σύγχρονης δημιουργίας ή αν προέρχεται από την παλαιότερη παράδοση.
Αυτό που έχει σημασία είναι η ουσία και η ταυτότητά του· η σύνδεση με τη γλώσσα, το ρυθμό και τη μουσική ψυχή που καθορίζουν αυτό το ιδιαίτερο πολιτισμικό μας στοιχείο. Αντικειμενικοί κανόνες μπορεί να μην υπάρχουν πολλοί, αλλά η αγάπη για τη μουσική μας και η πίστη στη ζωντανή παράδοση είναι η πυξίδα που μας δείχνει το δρόμο.
Βλέπω για παράδειγμα ότι υπάρχουν ηχογραφήσεις από τη δεκαετία του 1930 (της σπουδαίας Μέλπως Μερλιέ) μέχρι σήμερα (κυριολεκτικά). Πόσο εύκολο είναι να διαχειριστεί κανείς τόσο όγκο;
Η σύντομη απάντηση είναι πως όταν υπάρχει μεράκι, αγάπη, και οι κατάλληλοι άνθρωποι να σε στηρίξουν, ακόμα και ο μεγαλύτερος όγκος υλικού γίνεται διαχειρίσιμος. Προφανώς, όμως, αυτό απαιτεί σημαντική αφιέρωση προσωπικού χρόνου και πολλές θυσίες. Θα μου επιτρέψεις μόνο στο σημείο αυτό επειδή ανέφερες τις ηχογραφήσεις της Μέλπως Μερλιέ από τη δεκαετία του 1930 να σημειώσω ότι πράγματι αποτελούν ιστορικό θησαυρό για την ποντιακή μουσική παράδοση, ενώ είναι αξιοσημείωτο πως αυτές οι μοναδικές καταγραφές παρέμεναν σχεδόν άγνωστες στο ευρύ κοινό μέχρι το 2003. Τότε ήταν που η έκδοση του διπλού CD, σε παραγωγή των εκδόσεων Ινφογνώμων και του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου Μέλπως Μερλιέ, έφερε για πρώτη φορά αυτές τις σπάνιες ηχογραφήσεις στο φως της δημοσιότητας.
Σήμερα είμαστε περήφανοι που ο Ποντιακός Στίχος λειτουργεί με έναν τρόπο συμπληρωματικό προς αυτήν την ιστορική έκδοση.
Μέσω της Gallica, της ψηφιακής βιβλιοθήκης της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, καταφέραμε να ανακτήσουμε πρόσθετες ηχογραφήσεις της ίδιας περιόδου που δεν είχαν συμπεριληφθεί στην αρχική έκδοση. Έτσι, όχι μόνο αναδεικνύουμε τη σπουδαία κληρονομιά της Μερλιέ, αλλά συνεχίζουμε το έργο της διάσωσης και διάδοσης του ποντιακού ηχητικού πλούτου, με την προσβασιμότητα και την ελευθερία που παρέχει η σύγχρονη ψηφιακή εποχή.
Αν η αρχική ιδέα για μια ομάδα εντός του facebook είχε διαστάσεις… φοιτητικής γκαρσονιέρας, το σημερινό site τι είναι; Πότε άρχισε να θεριεύει;
Αν με ρωτούσατε από την αρχή, θα έλεγα ότι μια «φοιτητική γκαρσονιέρα» μού ήταν αρκετή. Εξάλλου, το δικό μου ζητούμενο δεν ήταν ποτέ η μαζική αποδοχή. Η μεγαλύτερη φιλοδοξία μου ήταν να δημιουργηθεί ένα έργο σοβαρό, προσεγμένο στην κάθε λεπτομέρεια, ώστε να αποφευχθούν τα λάθη παρόμοιων εγχειρημάτων του παρελθόντος και να συγκεντρωθεί, επιτέλους, όλη η στιχουργική κληρονομιά της ποντιακής δισκογραφίας.
Ένα σημείο αναφοράς για όσους, όπως κι εγώ, θέλαμε να μάθουμε με ακρίβεια τι τραγουδάμε.
Το εγχείρημα πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις όταν μπήκε στην παρέα ο αδελφικός μου φίλος και κουμπάρος, Κώστας Γεωργιάδης. Με την τεχνογνωσία και το πάθος του, δημιούργησε το ψηφιακό εργαλείο που αρχικά μου έδωσε τη δυνατότητα να επιταχύνω την καταγραφή των στίχων, και στη συνέχεια έχτισε την ιστοσελίδα που βλέπετε σήμερα. Από εκεί και πέρα, το έργο άρχισε να θεριεύει. Μέρα με τη μέρα ολοένα και περισσότεροι το ανακαλύπτουν, κι αυτό αποτυπώνεται στην επισκεψιμότητά μας, που συνεχώς ανεβαίνει – οργανικά, χωρίς καμία διαφήμιση. Το ταξίδι που ξεκίνησε σε ένα μικρό ψηφιακό δωμάτιο, μοιάζει πλέον με ανοιχτό σπίτι γεμάτο ζωή, με πόρτες ορθάνοιχτες για όσους αγαπούν τον ποντιακό στίχο και την παράδοσή μας.
Υπήρξε σε κάποιο στάδιο επαφή/συνεργασία με την Επιτροπή Ποντιακού Στίχου της ΠΟΕ; Υπάρχουν κάποιοι φορείς με τους οποίους συνεργάζεστε, και σε ποια επίπεδα;
Ειλικρινά, δεν γνωρίζω αν υπάρχει ενεργός Επιτροπή Ποντιακού Στίχου στην ΠΟΕ αυτήν τη στιγμή – αν υπάρχει και δεν το γνωρίζω, ζητώ συγγνώμη. Από όσο γνωρίζω, υπήρχε τέτοια επιτροπή πριν από περίπου οκτώ χρόνια, όταν μου είχε ζητηθεί να συνδράμω σε ένα εντελώς διαφορετικό και αρκετά πιο απλοϊκό εγχείρημα από τον τότε πρόεδρο της Επιτροπής αυτής και αδερφικό μου φίλο, Αλέξη Παρχαρίδη. Σε κάθε περίπτωση, είμαστε πάντα ανοιχτοί σε συνεργασίες, με την προϋπόθεση να υπάρχει κοινό όραμα και άμεση συσχέτιση με το γνωστικό αντικείμενο μας.
Ήδη έχουμε πραγματοποιήσει κάποιες πρώτες επαφές με ακαδημαϊκούς οργανισμούς και συλλογικότητες που μοιράζονται την ίδια αγάπη για τη γλώσσα και την παράδοση.
Οι συνεργασίες αυτές βρίσκονται ακόμα σε πρώιμο στάδιο, αλλά ευελπιστούμε ότι θα εξελιχθούν σε δυναμικές και παραγωγικές συνέργειες. Επιπλέον, μελλοντικές δράσεις και πρωτοβουλίες θα επικοινωνούνται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα του Ποντιακού Στίχου, ώστε να μπορούμε να μοιραστούμε το έργο μας και να καλλιεργήσουμε ακόμη μεγαλύτερη σύνδεση με το κοινό μας.
Ποιο είναι το κοινό του Ποντιακού Στίχου; Τι τύπου σχόλια βλέπετε στο facebook;
Νομίζω ότι το κοινό του Ποντιακού Στίχου είναι γενικά από όλες τις ηλικίες, αν και ακριβές στατιστικό δείγμα δεν μπορώ να έχω αυτή τη στιγμή. Όμως, μπορώ να πω με σιγουριά ότι είναι ένα κοινό που αγκαλιάζει το έργο μας με έντονη ζεστασιά και σεβασμό.
Τα σχόλια στο facebook είναι κυρίως ενθαρρυντικά, γεμάτα θερμά λόγια και προτροπές να συνεχίσουμε το έργο μας.
Αυτός ο ενθουσιασμός και η υποστήριξη είναι η κινητήριος δύναμη για να προχωρήσουμε μπροστά και να μεγαλώσουμε ακόμη περισσότερο τον Ποντιακό Στίχο, με τη σιγουριά ότι οι άνθρωποι που μας παρακολουθούν εκτιμούν κάθε βήμα που κάνουμε.
Πώς λειτουργεί η διαδικασία με τους καλλιτέχνες; Όλο και πιο συχνά βλέπω αναρτήσεις ποντιακών τραγουδιών στο YouTube που παραθέτουν τους στίχους τους από το pontianlyrics.gr. Πώς ακριβώς γίνεται αυτό; Όταν είναι να αναρτηθεί κάποιο τραγούδι, σας προωθούν τους στίχους για το site;
Η συνεργασία μας με τους καλλιτέχνες εξελίσσεται με διάφορους τρόπους, πάντα με γνώμονα την ορθή απόδοση και διατήρηση της ποντιακής γλώσσας. Η επικοινωνία μαζί τους πραγματοποιείται είτε μέσω των social media είτε μέσω προσωπικών επαφών, και η φύση της συνεργασίας ποικίλλει ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι καλλιτέχνες μάς προσεγγίζουν πριν από την κυκλοφορία ενός νέου τραγουδιού, ζητώντας την επιμέλεια και τη μεταγραφή των στίχων στα ποντιακά.
Άλλοτε, πάλι, μας εμπιστεύονται για πιο ουσιαστικές παρεμβάσεις, ζητώντας τη γνώμη μας ή ακόμη και διορθώσεις που θα καταστήσουν το κείμενο γλωσσικά αρτιότερο. Η φιλοσοφία του Ποντιακού Στίχου σε αυτή τη διαδικασία είναι ξεκάθαρη: δεν λειτουργούμε επικριτικά απέναντι στους δημιουργούς, αλλά ως συνοδοιπόροι στην προσπάθεια για την ορθή απόδοση της ποντιακής γλώσσας. Στόχος μας είναι να διασφαλίσουμε ότι η γλωσσική μας κληρονομιά θα μεταδοθεί με ακρίβεια στις επόμενες γενιές. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλη αυτή η προσπάθεια γίνεται εθελοντικά, χωρίς καμία οικονομική ανταμοιβή, καθώς πιστεύουμε στη σπουδαιότητα αυτής της πολιτιστικής προσφοράς.
Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό που όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες επιλέγουν να κάνουν παραπομπή στο PL για τους στίχους των τραγουδιών τους στο YouTube, αναγνωρίζοντας έτσι την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της δουλειάς μας. Στο άμεσο μέλλον σκοπεύουμε να κάνουμε αυτή τη διαδικασία συνεργασίας ακόμη πιο ανοιχτή και προσβάσιμη σε όλους τους ενδιαφερόμενους καλλιτέχνες.
Η επιμέλεια της ποντιακής διαλέκτου; Πόσο βαρύ είναι αυτό το έργο; Ρωτάω γιατί πριν από κάποια χρόνια πολύ σπάνια έβλεπε κανείς προσεγμένο κείμενο στα ποντιακά, κι αυτό όσο πάει αλλάζει.
Η επιμέλεια της ποντιακής διαλέκτου ανέκαθεν αποτελούσε έργο ανθρώπων που ίσως μπορούσαν να θεωρηθούν ρομαντικοί – με την έννοια της αφοσίωσης που απαιτείται, αλλά και της ανιδιοτελούς προσφοράς που συνήθως τη συνοδεύει.
Ιστορικότερος όλων, και πρότυπο για όλους μας, υπήρξε ο «θείος» Χριστόφορος Χριστοφορίδης («Σάρπογλης»), ο οποίος ανέλαβε πρώτα την επιμέλεια των γραπτών έργων του πατέρα του και στη συνέχεια παρέμεινε πάντοτε ενεργός εραστής της ποντιακής παράδοσης.
Ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει οποιονδήποτε του ζητούσε βοήθεια, και πάντα χωρίς οικονομική ανταμοιβή. Η προσφορά του υπήρξε τεράστια και σε όγκο, καθώς ο ίδιος αποτέλεσε σημαντική μορφή για τη διάδοση και διατήρηση της ποντιακής γλώσσας.
Φυσικά, υπήρξαν και άλλοι καλοί γνώστες της ποντιακής γλώσσας πριν από τον «θείο» Χριστόφορο και κατά τη διάρκεια της ζωής του, καθώς και σύγχρονοί του, αλλά η συνεισφορά του υπήρξε μοναδική και μεγάλη. Μοιραία, το έργο αυτό θα το επωμιστούν οι νεότερες γενιές, και άτομα με τα κατάλληλα σπουδαστικά εφόδια, όπως φιλόλογοι, γλωσσολόγοι και λαογράφοι, θα έχουν την ευθύνη να το συνεχίσουν.
Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι ένα, και αυτό είναι η καλή γνώση της ποντιακής γλώσσας.
Όσο όμως αυτή χάνει σταδιακά τους φυσικούς ομιλητές της, καθίσταται ολοένα και πιο δυσχερής η εκμάθησή της, και κυρίως η φυσική και οργανική εκμάθηση που κάποιος παίρνει μεγαλώνοντας σε ένα περιβάλλον όπου ομιλείται. Αυτό, δυστυχώς, σημαίνει ότι για τις επόμενες γενιές δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τη μελέτη.
Σκεφτείτε το εξής: ένας φυσικός ομιλητής της νεοελληνικής γλώσσας στην Ελλάδα σήμερα μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον όπου παντού ομιλείται η γλώσσα αυτή, την διδάσκεται για τουλάχιστον 12 χρόνια, και έχει στη διάθεσή του ψηφιακά εργαλεία, όπως online λεξικά και αυτόματους διορθωτές, που τον βοηθούν να ελέγξει ή να διορθώσει κάτι κάθε στιγμή. Από την άλλη, το άτομο που επιθυμεί να μάθει την ποντιακή έχει να αντιμετωπίσει πολλαπλά εμπόδια, με τη γλώσσα αυτή να υπολείπεται ακόμα υποβοηθητικών ψηφιακών εργαλείων.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ότι όσοι ασχολούνται με τη διατήρηση της ποντιακής γλώσσας, θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι όσο αυτό το έλλειμμα βιωματικής γνώσης μεγαλώνει, θα χρειαστεί πολύ περισσότερη μελέτη.
Δεν είναι όπως κάποτε που αρκούσε να «ακούσεις» τη γλώσσα γύρω σου. Αν έχουμε σκοπό αυτή η γλώσσα να συνεχίσει να υφίσταται και να προσδιορίζει την ταυτότητά μας, τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το διάβασμα, τη μελέτη και την κατανόηση. Σίγουρα η ποντιακή γλώσσα ακόμη υπολείπεται σε ψηφιακά εργαλεία που θα την κάνουν πιο ελκυστική για τις νέες γενιές, γεγονός για το οποίο παλεύει και η ομάδα του Ποντιακού Στίχου να βρει λύσεις και να φέρει νέες καινοτόμες ιδέες. Ευχή μου πάντως είναι να μη θεωρείται κάποια στιγμή «βαρύ» έργο η επιμέλεια ενός κειμένου στην ποντιακή γλώσσα.
Στο κανάλι του Ποντιακού Στίχου στο YouTube φιλοξενείται ο φόρος τιμής του Βασίλη Μαυρομουστακίδη στη Μέλπω Μερλιέ
Αληθεύει η πληροφορία ότι βαδίζετε προς τη δημιουργία ηλεκτρονικού ποντιακού λεξικού;
Αυτό είναι κάτι που μπορούμε με κάθε επισημότητα να το επιβεβαιώσουμε και ήδη έχουν πέσει τα πρώτα θεμέλια της υλοποίησης του έργου αυτού. Ακόμη όμως δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε μια εκτίμηση ως προς τον χρονικό ορίζοντα υλοποίησής του. Να έχουμε την υγεία μας και όλα θα γίνουν!
Η βάση θα είναι το Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου του Άνθιμου Παπαδόπουλου;
Απόλυτα φυσικά και θα πατήσουμε πάνω στο Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου του Άνθιμου Παπαδόπουλου, καθώς είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο πρέπει να χτίσουμε. Δεν μπορούμε παρά να σεβαστούμε το τεράστιο έργο του και να το εξελίξουμε, προσφέροντας τις δυνατότητες που μας δίνουν οι σημερινές τεχνολογίες. Σίγουρα, η πρόθεσή μας είναι να το εμπλουτίσουμε και να διορθώσουμε τα σημεία που χρειάζονται διόρθωση.
Και είμαι σίγουρος ότι αν ζούσε ο ίδιος, θα το ήθελε κι εκείνος.
Η κληρονομιά του είναι ανεκτίμητη, και εμείς απλά προσπαθούμε να προσφέρουμε τη δική μας συμβολή σε αυτή την πορεία. Αν μπορούμε να κοιτάμε ακόμη πιο μακριά είναι γιατί πατάμε πάνω στους ώμους γιγάντων, που μας άφησαν παρακαταθήκη τεράστιο έργο.
Η δική μας εικόνα είναι ότι την τελευταία δεκαετία έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον για τα ποντιακά πράγματα. Ισχύει αυτό; Και αν ναι, πώς εξηγείται;
Δεν είμαι σίγουρος αν έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον για τα ποντιακά πράγματα τα τελευταία χρόνια. Είναι δύσκολο να το εκτιμήσει κανείς με βεβαιότητα, και ο όρος «ποντιακά πράγματα» μπορεί να ερμηνευτεί διαφορετικά από τον καθένα. Αυτό που σίγουρα παρατηρείται είναι ότι η μουσική και ο χορός παραμένουν τα κυριότερα πεδία ενδιαφέροντος, ενώ στο θεσμικό επίπεδο συνεχίζεται η σημαντική προσπάθεια για την αναγνώριση της Γενοκτονίας.
Αν όμως με ρωτάτε τι θεωρώ σημαντικό για το μέλλον της ποντιακής κληρονομιάς, η απάντησή μου είναι η γλώσσα.
Η γλώσσα είναι το πιο αυθεντικό και ταυτοτικό στοιχείο μας, και αν την χάσουμε όλα τα υπόλοιπα, όπως η μουσική μας, θα αρχίσουν να «αφομοιώνονται» μέσα στο γενικό νεοελληνικό πλαίσιο. Αν θέλουμε να κρατήσουμε ζωντανή αυτή την παράδοση, πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στη γλώσσα, να προωθήσουμε δράσεις εκμάθησής της, ίσως ακόμα και να απαιτήσουμε την εισαγωγή της ως μάθημα επιλογής στα σχολεία. Επίσης, συλλογικότητες που επικεντρώνονται στη γλώσσα, όπως θεατρικές ομάδες, θα μπορούσαν να προσφέρουν πολλά σε αυτό το πλαίσιο.
Στην εποχή μας, η δημιουργία συνεργασιών με εκπαιδευτικούς φορείς και η ανάπτυξη σύγχρονων ψηφιακών εργαλείων εκμάθησης θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό βήμα για να κάνουμε τη γλώσσα πιο προσβάσιμη και ενδιαφέρουσα για τις νέες γενιές. Η διαδικασία πιστοποίησης των εκπαιδευτών της ποντιακής διαλέκτου, για παράδειγμα, έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προώθηση και διάδοση της γλώσσας. Ωστόσο, είναι χρήσιμο να αναλογιστούμε πώς θα μπορούσαν να ενισχυθούν οι διαδικασίες αυτές, ώστε να διασφαλιστεί η αυθεντικότητα και η βιωματική γνώση της.
Γνωρίζουμε από τις δημόσιες αναρτήσεις σας ότι ο Ποντιακός Στίχος είναι μια ομάδα ανθρώπων που έχουν πλαισιώσει το όλο εγχείρημα. Να μιλήσουμε λίγο γι’ αυτούς κλείνοντας;
Φυσικά, εξάλλου η δημιουργία του ΠΣ δεν θα είχε υλοποιηθεί χωρίς τη βοήθεια και την αφοσίωση των ανθρώπων που πίστεψαν στην ιδέα και την υποστήριξαν από την πρώτη στιγμή. Ο αγαπητός κουμπάρος μου, Κώστας Γεωργιάδης, όπως ανέφερα νωρίτερα είχε καθοριστική συνεισφορά στο χτίσιμο της ιστοσελίδας και στη δημιουργία των ψηφιακών εργαλείων της όλης καταγραφής, κάτι που αποτέλεσε το πρώτο μεγάλο βήμα για την υλοποίηση του ψηφιακού οράματός μας, ενώ και η σύζυγός του και κουμπάρα μου, η Νατάσα Λυκίδου, έχει συμβάλλει καθοριστικά στο γραφιστικό κομμάτι της σελίδας.
Η προσπάθεια αυτή δεν θα είχε φτάσει εκεί που είναι σήμερα χωρίς την καθοδήγηση και συνεργασία ανθρώπων όπως ο Γιάννης Τερζίδης, ο Θανάσης Στυλίδης, ο Χρήστος Ακριτίδης, ο Αναστάσιος Πετρόπουλος, ο Αλέξης Παρχαρίδης, η Δώρα Μπεϊλεκτσίδου, οι οποίοι με γενναιοδωρία μοιράστηκαν τη γνώση και την εμπειρία τους.
Τεράστια είναι βέβαια η συνεισφορά του πυρήνα της ομάδας καταγραφής, αλλά νιώθω την ανάγκη να σταθώ ιδιαίτερα σε δύο ανθρώπους που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του ΠΣ.
Η Κωνσταντίνα Αβραμίδου (το τσιράχι μ’) δεν είναι απλώς μια πολύτιμη συνεργάτιδα, αλλά μια αληθινή ψυχή του εγχειρήματος. Η αφοσίωση, η μεθοδικότητα και το πάθος της είναι ανεξάντλητα, και χωρίς εκείνη, τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο. Με πλαισίωσε –ειδικά τον τελευταίο χρόνο– με τρόπο που ξεπερνά κάθε προσδοκία, και με κάνει να νιώθω βέβαιος πως το όλο εγχείρημα έχει πλέον ριζώσει για τα καλά σε ακόμη πιο στέρεες βάσεις.
Το ίδιο ισχύει για τον Βασίλη Γιορανίδη, ο οποίος με τη βαθιά γνώση του τόσο της ποντιακής όσο και της τουρκικής γλώσσας έχει συμβάλει καθοριστικά στην έρευνά μας, βοηθώντας σε πολύτιμες μεταφράσεις και διευρύνοντας την πρόσβασή μας σε πηγές που αλλιώς θα έμεναν ανεξερεύνητες. Η προσωπική του ερευνητική ενασχόληση με την ποντιακή γλώσσα και τον πολιτισμό δεν αποτελεί απλώς μια παράλληλη προσπάθεια, αλλά ένα αναπόσπαστο κομμάτι της συλλογικής μας πορείας. Η συμβολή του είναι ανεκτίμητη και το αποτύπωμά του στον ΠΣ θα είναι διαχρονικό. Πρέπει να ευχαριστήσω βέβαια θερμά όλα τα παιδιά που συνέβαλαν κατά καιρούς, είτε με καταγραφές είτε με άλλες πολύτιμες συμβουλές και ενέργειες.
Επίσης, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε τον Γιάννη Απαζίδη, του οποίου το τεράστιο φυσικό αρχείο της ποντιακής δισκογραφίας έχει καταστεί ανεκτίμητο εργαλείο για την ακρόαση και καταγραφή χιλιάδων τραγουδιών. Η συνεισφορά του είναι τόσο σημαντική που δικαίως θεωρείται κομμάτι του Ποντιακού Στίχου.
Τέλος, δεν θα μπορούσα να παραλείψω τη γυναίκα μου, Βασιλική Κόβε, η οποία με στηρίζει αδιάκοπα, έχοντας αφιερώσει αμέτρητες ώρες για το έργο του επερχόμενου Λεξικού. Χωρίς την αφοσίωση και την υποστήριξή της, τίποτα από όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατό.
Η βοήθεια όλων αυτών των ανθρώπων είναι ανεκτίμητη και χωρίς αυτούς, το όνειρο του Ποντιακού Στίχου δεν θα είχε μετατραπεί σε πραγματικότητα.
Χριστίνα Κωνσταντάκη