Έχουμε διαβάσει χιλιάδες άρθρα για τα παιδιά-θαύματα που συνέχισαν την καριέρά τους στην υποκριτική και μερικοί έκαναν σπουδαία πράγματα, όμως τι γίνεται με τα τότε παιδάκια που στην τρυφερή τους ηλικία πέρασαν από το σινεμά αλλά μεγαλώνοντας δεν συνέχισαν και απλά κράτησαν μια τρυφερή ανάμνηση από την υποκριτική τους καριέρα να έχουν να λένε στα εγγόνια τους; Να τα θυμηθούμε;
Το μωρό θαύμα
Έτος 1957. Οι Αφίδνες (ή Κιούρκα) μετονομάζονται σε Λεστινίτσα. Ναι, εκεί είχε γυριστεί η κλασική πια ταινία Η κυρά μας η μαμή.
Για την ακρίβεια, τα γυρίσματα της τελευταίας σκηνής έγιναν στις 23 Σεπτεμβρίου 1957. Και φυσικά είχε μαζευτεί κόσμος και από άλλες περιοχές.
Για την τελευταία σκηνή χρειαζόταν να παίξει ως κομπάρσος και ένα μωρό, το υποτιθέμενο παιδί των Δημήτρη Παπαμιχαήλ και Ξένιας Καλογεροπούλου που θα ήταν σε ένα καροτσάκι και θα το έσπρωχναν μαζί (ως συνεργαζόμενοι) η Γεωργία Βασιλειάδου και ο Ορέστης Μακρής.
Φυσικά δεν έγινε ακριβώς casting, αλλά διάλεξαν ένα μωρό από τον (πολύ) κόσμο που βρισκόταν εκεί. Οι γονείς συμφώνησαν, και το γύρισμα ξεκίνησε.
Το μωρό είναι ο Αντώνης Ζαρογκίκας, που φυσικά είναι περήφανος για αυτήν τη στιγμή στην αρχή της ζωής του – ασχέτως που δεν το θυμάται καθόλου, λόγω του ότι ήταν μωρό.
Αχ, βρε Φανίτσα
Θεωρείται από πολλούς η καλύτερη ελληνική ταινία του 20ού αιώνα. Ο λόγος για τη σπονδυλωτή Κάλπικη λίρα. Και ποιος δεν την έχει δει, και ποιος δεν έχει δακρύσει με την ιστορία της ορφανής Φανίτσας που λύγισε την καρδιά ως και του σπαγγοραμένου σπιτονοικοκύρη κυρ-Βασίλη, που τον υποδυόταν ο σπουδαίος Ορέστης Μακρής.
Το κοριτσάκι που υποδύθηκε τη Φανίτσα λέγεται Μαρία Καλαμιώτου, αλλά μην την ψάξετε σε άλλη ταινία. Δεν έπαιξε. Όμως δεν καταπίεσε την καλλιτεχνική της φύση, καθώς έγινε χορεύτρια στη Λυρική Σκηνή. Ζει στη Γαλλία με την οικογένειά της και είναι πολύ ευτυχισμένη. Και φυσικά δεν ξέχασε ποτέ την Φανίτσα.
«Αλέκσιιη, μη φύγεις»
Τον Δεκέμβριο του 1968 κάνει πρεμιέρα στις αίθουσες η ταινία της Φίνος Φιλμ Ο μικρός δραπέτης. Πρόκειται για το πρώτο φιλμ του σκηνοθέτη Σταύρου Τσιώλη, εντελώς διαφορετικό απ’ ό,τι έκανε στην πορεία, ακόμα και από αυτά που γύρισε στον Φίνο.
Ο Μικρός δραπέτης είναι μακράν η καλύτερη ελληνική παιδική ταινία, που μπορεί να παραξένεψε κάποιους, αλλά αγαπήθηκε από μια ολόκληρη γενιά. Και όταν στα 70ς πουλήθηκαν οι ταινίες της εταιρείας στην τηλεόραση, αγαπήθηκε κι από μια άλλη γενιά.
Δυστυχώς με την είσοδο των ιδιωτικών καναλιών οι περισσότερες δραματικές ταινίες, ακόμα και αν έγραψαν ιστορία, εξορίστηκαν.
Παρ’ όλα αυτά ο Μικρός δραπέτης έγινε ένα μικρό cult μυστικό με θεατές που το λατρεύουν. Και βέβαια η ατάκα που έλεγε η μικρή («Αλέκσιιη, μη φύγεις») έχει γράψει ιστορία. Όσο για τον Αλέκσιιη; Ο Νίκος Οικονομίδης που υποδύθηκε τον ήρωα έπαιξε σε άλλα δύο φιλμ (στην Ερωτική συμφωνία με την Τζένη Καρέζη και στο Δεν υπάρχουν λιποτάκτες όπου υποδυόταν τον γιο της Κατερίνας Χέλμη), και that’s all.
Στην πορεία ασχολήθηκε με την τέχνη, αλλά με τα εικαστικά. Σήμερα είναι ένας συμπαθέστατος και κομψός κύριος, παντρεμένος, που θυμάται με νοσταλγία την υποκριτική της εφηβικής του ηλικίας.
Το άλλο «αστέρι» του δραπέτη
Δεν ήταν όμως μόνο ο Νίκος Οικονομίδης που ξεχώρισε από τον Δραπέτη. Και έτερο αγοράκι, ο Τάσος Δαρδαμάνης που έπαιξε σε άλλες δύο ταινίες. Στο αμέσως επόμενο φιλμ στο οποίο έπαιξε, τον Πανικό, που ήταν του ίδιου σκηνοθέτη και στην ίδια εταιρεία, αναβαθμίστηκε σε πρωταγωνιστή.
Ήταν το αγοράκι το οποίο απήγαγε μια συμμορία, και η φιλία του με έναν εξ αυτών αποδείχτηκε σωτήρια και άκρως συγκινητική. Τον τελευταίο υποδύθηκε ο Νίκος Γαλανός. Ήταν τόσο ταιριαστή η χημεία τους, που είχε κυκλοφορήσει η φήμη ότι ήταν αδέλφια. Κάτι που φυσικά δεν ίσχυε.
Ο Τάσος Δαρδαμάνης δεν συνέχισε στην υποκριτική. Αλλά το 2021 στα «Προσωπικά» της Έλενας Κατρίτση, μίλησε ύστερα από μισό αιώνα, σε εκπομπή αφιερωμένη στον Νίκο Γαλανό.
Ο βετεράνος
Όταν οι συμμαθητές του έπαιζαν κρυφτό, ο Τάκης Γκιόκας έπαιζε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, «ενοχλούσε» μέσα στο σινεμά τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και τη Μάρθα Καραγιάννη ή έλεγε στην Ρένα Βλαχοπούλου «Θα σου βγάλω το μάτι».
Ο Τάκης Γκιόκας ήταν το γλυκό ξανθό αγοράκι με τα ξανθά σγουρά μαλλιά, που μέχρι τα 11 του είχε παίξει σε ουκ ολίγες ελληνικές ταινίες.
«Στο χώρο βρέθηκα μέσω των γονιών μου, συγκεκριμένα από τη μητέρα μου, που διατηρούσε τότε ένα από τα σωματεία κομπάρσων», είχε πει σε συνέντευξή του. Και συνέχισε: «Από μωρό σχεδόν με έπαιρνε μαζί στο γραφείο της, αλλά και στα γυρίσματα των ταινιών, που πολλές φορές τόσο η ίδια όσο και ο πατέρας μου συμμετείχαν ως κομπάρσοι».
Μεγαλώνοντας όμως σταμάτησε. «Σίγουρα έπαιξαν αρνητικό ρόλο και οι δυσκολίες που έβλεπα να αντιμετωπίζει η μητέρα μου στον χώρο. Όμως, το σημαντικότερο είναι ότι από μικρή ηλικία με ενδιέφεραν ιδιαιτέρως η τεχνολογία και οι επιστήμες» είχε πει, για να συμπληρώσει: «Πάντως, ήταν όμορφη εποχή και έχω γλυκές αναμνήσεις από τότε, αν και αμυδρές – άλλωστε έχουν περάσει πολλά χρόνια…».
Σπύρος Δευτεραίος