Ο Ζαν-Μαρί Λεπέν, ο άνθρωπος που έβγαλε τη γαλλική ακροδεξιά από το περιθώριο, ένας οξύς προβοκάτορας με εμμονή κατά των μεταναστών και των Εβραίων, εκείνος που του άρεσε να τον αποκαλούν «το Μενίρ», πέθανε την Τρίτη σε ηλικία 96 ετών.
Ο ιδρυτής του κόμματος του Εθνικού Μετώπου σόκαρε στις αρχές του 21ου αιώνα το γαλλικό πολιτικό κατεστημένο, όταν αναπάντεχα έφθασε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2002, χάνοντας σε αυτόν από τον Ζακ Σιράκ.
Ο θάνατός του βρήκε τη Γαλλία να θυμάται την ίδια μέρα τη τζιχαντιστική επίθεση που σημειώθηκε πριν από δέκα χρόνια εναντίον του σατιρικού περιοδικού Charlie Hebdo, και η είδηση βρήκε την κόρη του, Μαρίν Λεπέν, νυν αρχηγό του κόμματος του πατέρα της, σε στάση που έκανε το αεροσκάφος όπου επέβαινε στην Κένυα κατά την επιστροφή της στο Παρίσι από το γαλλικό υπερπόντιο έδαφος Μαγιότ, στον Ινδικό Ωκεανό, όπου μετέβη για να εκφράσει την αλληλεγγύη της μετά το καταστροφικό πέρασμα του κυκλώνα Σιντό.
Γεννημένος στη Βρετάνη το 1928, ο Ζαν-Μαρί Λεπέν σπούδασε νομικά στο Παρίσι στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και είχε τη φήμη ότι σπάνια περνούσε μια νύχτα έξω στην πόλη χωρίς να μπει σε καβγά. Εντάχθηκε στη Λεγεώνα των Ξένων ως αλεξιπτωτιστής πολεμώντας στην Ινδοκίνα το 1953.
Έπειτα από χρόνια στο περιθώριο της γαλλικής πολιτικής σκηνής, η τύχη του θα άλλαζε το 1977 όταν ένας εκατομμυριούχος υποστηρικτής του του κληροδότησε μια έπαυλη έξω από το Παρίσι και 30 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα, περίπου 5 εκατομμύρια ευρώ σε σημερινά χρήματα.
Έχοντας οικονομική υποστήριξη, ο Λεπέν ξεκίνησε να κυνηγά τις πολιτικές του φιλοδοξίες, παρά το γεγονός ότι τα παραδοσιακά κόμματα τον απέφευγαν.
Εκμεταλλευόμενο τη δυσαρέσκεια της λευκής εργατικής τάξης κατά της μετανάστευσης και κατά των επιχειρηματικών και πολιτικών ελίτ, το Εθνικό Μέτωπο άρχισε να ανεβαίνει σε ποσοστά αρχικά σε τοπικές, περιφερειακές εκλογές και στη συνέχεια σε ευρωεκλογές.
Στις 21 Απριλίου 2002, σε ηλικία 73 ετών και στην τέταρτη υποψηφιότητά του για τη γαλλική προεδρία, θα προκαλούσε σοκ, προκρινόμενος στον δεύτερο γύρο των εκλογών.
Η εκλογική του επιτυχία οδήγησε στο μεσοδιάστημα των δύο γύρων, επί δύο εβδομάδες, εκατομμύρια Γάλλους στους δρόμους να διαδηλώνουν ενάντια στο ρατσισμό και την πολιτική του ενσάρκωση που έβλεπαν στο πρόσωπο του Λεπέν. Οι Γάλλοι ψηφοφόροι εξέλεξαν πρόεδρο με σχεδόν 83% των ψήφων τον συντηρητικό Ζακ Σιράκ, μπροστά στον κίνδυνο ανόδου της ακροδεξιάς στην εξουσία για πρώτη φορά από τότε που κυβέρνησαν συνεργάτες των Ναζί τη δεκαετία του 1940.
Ωστόσο, ο Λεπέν έμελλε να αλλάξει τις παραμέτρους της γαλλικής πολιτικής σκηνής, με τους κλυδωνισμούς να μην μένουν στα σύνορα της χώρας. Ο ακροδεξιός πολιτικός αποτέλεσε πληγή για την Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία θεωρούσε ως ένα υπερεθνικό σχέδιο που σφετερίζεται τις εξουσίες των εθνικών κρατών, εκμεταλλευόμενη το είδος της δυσαρέσκειας που ένιωσαν πολλοί Βρετανοί που αργότερα θα ψήφιζαν υπέρ του Brexit.
Κατά κάποιον τρόπο, για ορισμένους η άνοδος Λεπέν αποτέλεσε προάγγελο για την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Όσο για τη Γαλλία, μετά την «ημιτελή» επιτυχία του Λεπέν το 2002, τα παραδοσιακά γαλλικά κόμματα θα προσπαθούσαν έκτοτε να κερδίσουν ξανά τους ψηφοφόρους, υιοθετώντας μια πιο σκληρή για τα δικά τους δεδομένα ρητορική για τη μετανάστευση. Αυτή η τακτική βοήθησε τον συντηρητικό Νικολά Σαρκοζί να κερδίσει την προεδρία το 2007, με τη σκληρή στάση απέναντι στο έγκλημα και τη μετανάστευση να αποτελεί πλέον μέρος μιας κυρίαρχης τάσης.
Είκοσι δύο χρόνια αργότερα, το RN θριάμβευσε στις ευρωεκλογές οδηγώντας τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν στην απόφαση να διαλύσει τη γαλλική Εθνοσυνέλευση, φέρνοντας κοντά στην ανάληψη της εξουσίας το ακροδεξιό κόμμα της κόρης Λεπέν. Οι δημοσκοπήσεις την δείχνουν να έρχεται πρώτη στις επόμενες προεδρικές εκλογές που θα γίνουν το 2027.
Το 2011 τον Λεπέν διαδέχθηκε ως επικεφαλής του κόμματος η κόρη του Μαρίν, η οποία έκανε εκστρατεία για να αποβάλει την εικόνα του κόμματος ως αντισημιτικού, το οποίο μετονόμασε σε Εθνικό Συναγερμό και να το μεταμορφώσει σε ένα κόμμα υπερασπιστή της εργατικής τάξης, φτάνοντας σήμερα να είναι μια από τις κύριες πολιτικές δυνάμεις της χώρας.
Ωστόσο αυτή η αλλαγή πολιτικής ταυτότητας του κόμματος δεν άρεσε στον πατέρα της που χαρακτήρισε «προδοσία» την απόφαση της κόρης του να αλλάξει το όνομα του κόμματος, λέγοντας ότι θα έπρεπε να παντρευτεί για να απολέσει το οικογενειακό της επίθετο.
Οι τακτικές εμπρηστικές δηλώσεις και οι επιθέσεις του κατά της Μαρίν Λεπέν ανάγκασαν την κόρη του να τον διαγράψει το 2015 από το κόμμα που εκείνος ίδρυσε.
Γνωστές ήταν και οι αντιπαραθέσεις και με την πρώην σύζυγό του, αντιπαραθέσεις που συχνά γίνονταν δημόσια. Η σύζυγός του το έσκασε με τον βιογράφο του τη δεκαετία του 1980, ποζάροντας ημίγυμνη στο Playboy για να εκδικηθεί τον άνδρα που κατήγγειλε ως βίαιο. Έφυγε με ένα από τα εφεδρικά γυάλινα μάτια του επιστρέφοντάς τα μόνο όταν συμφώνησε να της δώσει πίσω τις στάχτες της αποτεφρωμένης μητέρας της.
Ταλαιπωρημένος από πολλά θέματα υγείας, μια ιατρική πραγματογνωμοσύνη ανέφερε τον Ιούνιο «μεγάλη επιδείνωση» της σωματικής και ψυχολογικής του κατάστασης. Στα μέσα Νοεμβρίου ο Λεπέν εισήχθη στο νοσοκομείο και στη συνέχεια σε ιατρική δομή δυτικά του Παρισιού, κοντά στο σπίτι του.
Αμετανόητος μέχρι το τέλος της ζωής του, δεν έκρυβε μεταξύ άλλων τον θαυμασμό του για τον Γάλλο στρατάρχη Φιλίπ Πεταίν, ο οποίος συνεργάστηκε με τις ναζιστικές αρχές κατοχής της Γαλλίας. Με πολλές καταδίκες σε βάρος του για υποκίνηση φυλετικού μίσους και για δικαιολόγηση εγκλημάτων πολέμου, ο Λεπέν έμεινε στη μνήμη για αποκρουστικές για πολλούς δηλώσεις του, όπως ότι οι ναζιστικοί θάλαμοι αερίων ήταν «απλώς μια λεπτομέρεια» της ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου και ότι η ναζιστική κατοχή της Γαλλίας «δεν ήταν ιδιαίτερα απάνθρωπη».
«Αν πάρεις ένα βιβλίο χιλίων σελίδων για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο πέθαναν 50 εκατομμύρια άνθρωποι, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης καταλαμβάνουν δύο σελίδες και οι θάλαμοι αερίων 10 ή 15 γραμμές, και αυτό είναι κάτι που ονομάζει κανείς λεπτομέρεια», έλεγε στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
«Πολλοί εχθροί, λίγοι φίλοι και πολλές τιμές», είχε πει σε ιστότοπο που συνδέεται με την ακροδεξιά, ενώ στα απομνημονεύματά του θα έγραφε: «Δεν μετανιώνω για τίποτα».