Ποινή κάθειρξης 19,5 ετών επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης στην 37χρονη για την αρπαγή και σεξουαλική κακοποίηση της ανήλικης μαθήτριας στη Θεσσαλονίκη –υπόθεση που διαδραματίστηκε τον Ιούνιο του 2020 και είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη. Το δικαστήριο έκρινε την 37χρονη (εκ νέου) ένοχη για αρπαγή, βιασμό και γενετήσιες πράξεις εις βάρος ανηλίκου, όπως επίσης για προμήθεια και κατοχή ναρκωτικών (για ιδία χρήση) και έκθεση σε κίνδυνο.
Δεν της αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό, και μετά την ετυμηγορία των δικαστών επέστρεψε στις φυλακές. Πρωτοδίκως είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη 21 ετών και 7 μηνών.
Στο εδώλιο του ίδιου δικαστηρίου κάθισε και ένας 44χρονος ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση 2 ετών με τριετή αναστολή, για το πλημμέλημα της παρασιώπησης εγκλημάτων, επειδή γνώριζε για τις πράξεις της 37χρονης και δεν τις κατήγγειλε στις Αρχές. Ο ίδιος στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε καταδικαστεί για συνέργεια στην αρπαγή και του είχε επιβληθεί φυλάκιση τεσσάρων ετών (ήταν ελεύθερος ενόψει του Εφετείου).
Στην απολογία της, η βασική κατηγορούμενη έκανε στροφή 180 μοιρών όσον αφορά την υπερασπιστική της θέση, κατηγορώντας ευθέως τον 44χρονο ως «εμπνευστή» της αρπαγής και τονίζοντας ότι ενεργούσε καθ’ υπόδειξή του κι ότι εκείνος ασέλγησε εις βάρος της ανήλικης. «Ήταν καλός στο να με χειρίζεται. Ήμουν σαν στρατιωτάκι», είπε μεταξύ άλλων, και ζήτησε συγγνώμη από τους οικείους της 15χρονης σήμερα παθούσας.
«Έχω μετανιώσει πάρα πολύ, μία συγγνώμη είναι λίγη, το μετανιώνω κάθε μέρα. Ζω και παλεύω με τις ενοχές μου. Ντρέπομαι για τον εαυτό μου, τον μισώ», πρόσθεσε.
Από την πλευρά του, ο 44χρονος αρνήθηκε την εμπλοκή του στην υπόθεση, ενώ ανέφερε ότι συνευρισκόταν επί πληρωμή με την 37χρονη έπειτα από γνωριμία σε σχετικές σελίδες του διαδικτύου. «Όταν άκουσα για το Amber Alert έπαθα σοκ. Την πίεζα να πάρει τηλέφωνο την αστυνομία και να δώσει πίσω το παιδί. Με είχε πείσει με το παραμύθι της. Αν ήξερα ότι το παιδί κινδύνευε θα έπαιρνα εγώ ο ίδιος την αστυνομία. Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι το παιδί κινδυνεύει», ανέφερε στην απολογία του.
Είχε προηγηθεί η κατάθεση της μητέρας της ανήλικης, η οποία ανατρέχοντας πίσω στο χρόνο, περιέγραψε την υπόθεση όπως την βίωσε εκείνη. «Μέναμε στην ίδια οικοδομή, ήμασταν γείτονες, δεν κάναμε παρέα, αλλά έκαναν παρέα τα παιδιά μας», είπε η μάρτυρας αναφερόμενη στην κατηγορούμενη. Μιλώντας για τη στιγμή που συνάντησε την κόρη της στο νοσοκομείο, μετά την απελευθέρωσή της, είπε: «Ήταν τρομαγμένη, φοβισμένη, έκλαιγε συνεχώς».
Διερωτήθηκε δε ποιος ήταν ο λόγος που η 37χρονη πήρε το ανήλικο παιδί, και πρόσθεσε: «Ας έπαιρνε εμένα».
Όπως κατέθεσε, η κόρη της εξακολουθεί να διαμένει σε δομή φιλοξενίας ανηλίκων και την επισκέπτεται δύο φορές το μήνα. «Ένας άγγελος ήταν… Μέχρι και τώρα είναι τρομαγμένη, την παρακολουθούν ψυχολόγοι», ανέφερε η μητέρα.