Τα λόγια είναι φτωχά όταν φεύγει από τη ζωή ένας άνθρωπος του βεληνεκούς του Αχιλλέα Βασιλειάδη, ένας Πόντιος που είχε αφιερώσει κάθε έκφανση της ζωής του στη διατήρηση της κληρονομιάς των προγόνων του, ένας καλλιτέχνης που ό,τι κι αν έκανε, είχε άρωμα και χρώμα Πόντου. Όπως είχε πει άλλωστε σε μεγάλη συνέντευξή του στο pontosnews.gr:
«Ο Πόντος είναι συναίσθημα. Είναι έρωτας, είναι η πατρίδα μας. Αξίζει όσο τίποτα να ασχολείσαι με τους προγόνους μας. Υπέφεραν τόσα πολλά, τόσο άγριες καταστάσεις και λίγα από αυτά βγήκαν στη φόρα. Αγαπώ τον Πόντο χωρίς τυμπανοκρουσίες».
Υπηρέτησε τον ποντιακό πολιτισμό ως τραγουδιστής, ως ηθοποιός στο θέατρο, ως ιδιοκτήτης κέντρου διασκέδασης με ποντιακή μουσική και ποντιακή κουζίνα, ως παρουσιαστής φεστιβάλ ποντιακού πολιτισμού, αλλά και ως ξεναγός –αμισθί– σε κάποια από τα αμέτρητα ταξίδια του στον Πόντο, σε άτομα που επισκέπτονταν για πρώτη φορά την ιστορική πατρίδα.
Την αγάπη αυτήν τού την κληροδότησε η γιαγιά του. Όπως είχε πει σε εκείνη τη συνέντευξη που παραχώρησε το 2021 στον Ρωμανό Κοντογιαννίδη, «Η μία γιαγιά μου, η Αγάπη, ήξερε απ’ έξω την Ιλιάδα και την Οδύσσεια στην ποντιακή διάλεκτο, αλλά και πάρα πολλά πράγματα για την ελληνική μυθολογία που μου διηγούνταν με πάθος. Δυστυχώς, δεν σκέφτηκα να την ηχογραφήσω με ένα μαγνητοφωνάκι.
»Την ρωτούσα από πού έμαθε τόσες ιστορίες. Μου απαντούσε ότι τις έμαθε από μεγαλύτερούς της στο σπίτι της, στον Πόντο, όταν τα χειμωνιάτικα βράδια μαζεύονταν όλοι γύρω από το τζάκι.
»Οι παππούδες και οι γιαγιάδες μου προσπαθούσαν να αποφύγουν τη διήγηση τραγικών γεγονότων από τη Γενοκτονία. Δεν ήθελαν να τα θυμούνται αλλά και να τα διηγηθούν σε ένα παιδί. Εκείνο που θυμάμαι χαρακτηριστικά ήταν ότι για πολλά χρόνια είχαν το… ένα πόδι τους στην πατρίδα. Πίστευαν ότι θα γυρίσουν πίσω στον τόπο τους».
Και παρακάτω, μιλώντας για τον εαυτό του ως τραγουδιστή: «Από τριών ετών τραγουδούσα κι έφτασα να γνωρίζω όλα τα παραδοσιακά τραγούδια. Το τραγούδι το είχα μέσα μου. Ο Γιώργος Στεφανίδης ήταν πολύ καλός λυράρης και πολύ παραδοσιακός. Με επηρέασε ώστε να αρχίσω και εγώ να τραγουδάω, αλλά και να λατρέψω το παραδοσιακό ποντιακό τραγούδι. Τελικά κατάφερα να γίνω ένας τραγουδιστής της… σειράς. Πολλά παιδιά είναι πολύ καλύτεροι τραγουδιστές από εμένα», έλεγε, με τη σεμνότητα που τον διέκρινε.
Το 2017 το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) είχε εκπονήσει ένα μεγάλο αφιέρωμα για τη Γενοκτονία των Ποντίων, το οποίο είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό Πρακτορείο που εκδιδόταν τότε. Από το αφιέρωμα αυτό δεν θα μπορούσε να λείπει ο αείμνηστος πλέον Αχιλλέας Βασιλειάδης, ως γνήσιος εκπρόσωπος του ποντιακού πολιτισμού (η συνέντευξη είχε δοθεί στον Μάκη Μουρατίδη).
Ο τίτλος ήταν «Κάθε ταξίδι στην πατρίδα με φέρνει όλο και πιο κοντά στον εαυτό μου και στην πραγματική μου ταυτότητα».
Μιλώντας τότε για τις επισκέψεις του στην πατρίδα, είχε πει: «Νιώθω την απόλυτη ανάγκη να βρίσκομαι στον τόπο μου, στην πατρίδα μου», και περιέγραφε ως τις πιο συγκινητικές στιγμές, αυτές της επίσκεψης στα χωριά και τα σπίτια των παππούδων και τις ιστορίες που άκουσε εκεί.
Είχε μιλήσει μάλιστα για μια χαρακτηριστική σκηνή που εκτυλίχθηκε Δεκαπενταύγουστο στην Παναγία Σουμελά, όταν Έλληνες και Τούρκοι χόρευαν σε έναν μεγάλο κύκλο υπό τους ήχους της λύρας. «Χαραγμένη στο μυαλό μου είναι μια σκηνή… Δεκαπενταύγουστος. Παναγία Σουμελά. Παίζει λύρα ο Νίκος Μιχαηλίδης και ο Εγκίν, και τραγουδάει ο Αντέμ. Έχουμε πιαστεί και χορεύουμε σε έναν μεγάλο κύκλο. Όλοι μαζί. Ένας γέρος μάς παρακολουθεί από ώρα που χορεύουμε… συγκινημένος… Πήγα κοντά του.
»Τον αγκάλιασα και τον φίλησα. Και μου είπε: “Εξέρς’ πόσα χρόνια εχ’ ν’ ανταμούται αυούτο το μιλέτ και να χορεύ’ αέτς εντάμα…;”» [Ξέρεις πόσα χρόνια έχει να συναντηθεί αυτή η γενιά και να χορεύουν έτσι μαζί;].
Όσο για τη νέα γενιά Ποντίων, είχε πει χαρακτηριστικά: «Δεν φοβήθηκα ποτέ, ούτε και φοβάμαι για την τυχόν “εξαφάνιση” ή έστω την εξασθένηση της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας. Της ταυτότητάς μας. Το “μικρόβιο” είναι ανθεκτικό. Ξέρω ότι υπάρχουν οι άνθρωποι εκείνοι που θα διατηρήσουν και θα ενισχύσουν την παράδοσή μας.
»Το είδα να συμβαίνει μπροστά στα μάτια μου και για πολλά χρόνια, μέσα στο “Παρακάθ’”. Το είδα στα πρόσωπα των παιδιών και μιας φερέλπιδας νεολαίας, στα τόσων χρόνων πανευρωπαϊκά φεστιβάλ χορού νέων που έχω την τιμή να παρουσιάζω. Είδα τη νεολαία εκείνη που ήθελε να μάθει και τα κατάφερε. Είτε μέσα από το χορό και το τραγούδι είτε μέσα από την ακαδημαϊκή τους καριέρα, είτε όλα μαζί! Γνωρίζω και είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι αυτό το καταστάλαγμα της παραδοσιακής ευαισθησίας και της ιδιαίτερης ιστορίας μας θα προστατευτεί».
Καλό ταξίδι στα παρχάρια του Πόντου, Αχιλλέα Βασιλειάδη!